Στο Δημόσιο έχουν «περιέλθει» 14.484 ακίνητα τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως «αγνώστου ιδιοκτήτη». Το ακίνητα αυτά βρίσκονται σε 36 περιοχές σε όλη τη χώρα στις οποίες οι κτηματολογικές εγγραφές οριστικοποιήθηκαν το 2018.
Τα συνολικά δικαιώματα που καταγράφηκαν στις περιοχές αυτές ανέρχονται στα 199.013 με το 7,28% (δηλαδή 14.484) να χαρακτηρίζονται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη».
Όπως γράφει η εφημερίδα «Τα Νέα», πλήρης εικόνα σχετικά με το σε ποιον ανήκουν αυτά τα ακίνητα δεν υπάρχει. Η εκτίμηση ωστόσο είναι πως οκτώ στα δέκα ανήκουν ήδη στο Δημόσιο.
Εν τω μεταξύ, για τις περιοχές όπου η κτηματογράφηση είναι σε εξέλιξη, μέχρι σήμερα, από τα 7.090.110 δικαιώματα (ιδιοκτησίες), τα 389.836 (ποσοστό 5,5%) είναι «αγνώστου ιδιοκτήτη». Για αυτά τα ακίνητα θα δοθεί ακόμα παράταση ενός έτους έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022 προκειμένου να γίνει διόρθωση των ανακριβών πρώτων εγγραφών. Αν οι ιδιοκτήτες τους δεν προβούν στη διορθωτική δήλωση, χάνουν οριστικά κάθε αδήλωτο ιδιοκτησιακό δικαίωμα, ενώ στη συνέχεια θα μπορούν να προσφύγουν στα δικαστήρια αλλά μόνο για να διεκδικήσουν χρηματική αποζημίωση και όχι για να ανακτήσουν το ακίνητο, εκτός κι αν το δικαστήριο προκρίνει αντί της αποζημίωσης τη λύση της επανάκτησης.
Εκτός από τις προαναφερόμενες 36 περιοχές όπου οριστικοποιήθηκαν οι εγγραφές το 2018, στην υπόλοιπη χώρα ένα ακίνητο χαρακτηρίζεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» για τις περιοχές των παλαιών προγραμμάτων αν δεν έχει δηλωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, και για τα νέα (από το 2008 και μετά), αν δεν δηλωθεί σε οκτώ χρόνια από την έναρξη της λειτουργίας του Κτηματολογικού Γραφείου.
Ας δούμε τώρα αυτές τις 26 περιοχές. Εδώ το ερώτημα που τίθεται, όπως αναφέρουν «Τα Νέα», είναι τι μπορούν να κάνουν οι ιδιοκτήτες αυτών των ακινήτων. Όπως εξηγούν από το Κτηματολόγιο, ο ιδιοκτήτης που δεν συμπεριλήφθηκε στις αρχικές εγγραφές μπορεί να διεκδικήσει δικαστικά μόνο χρηματική αποζημίωση (επικαλούμενος ζημιά από αδικοπραξία). Ωστόσο, στην περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα για την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης εκ μέρους του κράτους, μπορεί να διεκδικήσει αυτούσια την απόδοση του ακινήτου (εν είδει αποζημίωσης).
Σημειώνεται πως στην περίπτωση που διαταχθεί από το δικαστήριο η αυτούσια απόδοση του ακινήτου, οι ενδιαφερόμενοι προσέρχονται σε συμβολαιογράφο για την υπογραφή της σχετικής σύμβασης και στη συνέχεια το ακίνητο εγγράφεται στο Κτηματολόγιο ως μεταγενέστερη εγγραφή (και όχι ως διόρθωση της αρχικής εγγραφής).
Όπως εξηγούν στην εφημερίδα από το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, από το 1998 έως σήμερα παρατηρείται πως οι εγγραφές «αγνώστου ιδιοκτήτη» διορθώνονται -κατά κύριο λόγο- δικαστικά. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: πρώτον επειδή το Δημόσιο δεν συναινούσε στις σχετικές διορθώσεις, ακόμα κι αν δεν διατηρούσε δικαιώματα επί των ακινήτων, και, δεύτερον, διότι οι προϊστάμενοι των Κτηματολογικών Γραφείων δεν αποδέχονταν τις σχετικές αιτήσεις και παρέπεμπαν τις υποθέσεις στα δικαστήρια.
Αυτό πλέον αλλάζει και από δω και πέρα, όπως προβλέπεται και μέσα στο νέο σχέδιο νόμου, οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα υποβάλλουν αίτηση για διόρθωση πρόδηλου σφάλματος για εγγραφή «αγνώστου ιδιοκτήτη», την οποία θα πρέπει να κοινοποιήσουν στο Δημόσιο. Έτσι, αν εντός 60 ημερών το Δημόσιο δεν αντιδράσει εγγράφως, τότε ο προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου (εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου) θα οφείλει να διορθώσει τη σχετική εγγραφή.
Στην περίπτωση όμως που μέσα στο προαναφερόμενο διάστημα το Δημόσιο προβάλλει δικαιώματα, τότε η αίτηση διόρθωσης θα απορρίπτεται και ο ιδιώτης θα πρέπει να προσφύγει στη Δικαιοσύνη.