Πριν από ακριβώς 25 χρόνια, η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής έθεσε τέλος στις αιματηρές συγκρούσεις στη Β.Ιρλανδία. Ωστόσο, σήμερα παρουσιάζει σημαντικές «ρωγμές».
25 χρόνια μετά την ειρηνευτική Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής που υπεγράφη στις 10 Απριλίου 1998, η περιοχή Όμαγκχ της Βορείου Ιρλανδίας, η οποία άλλοτε βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο, εξακολουθεί να μην είναι πλήρως ειρηνική. Τον Φεβρουάριο άγνωστοι μασκοφόροι πυροβόλησαν και τραυμάτισαν σοβαρά έναν αστυνομικό μπροστά στα μάτια του παιδιού του. Υπάρχουν υποψίες πως πίσω από την επίθεση βρίσκεται μια ομάδα της πρώην αντιστασιακής οργάνωσης IRA (Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός). Προσφάτως, η βρετανική υπηρεσία πληροφοριών MI5 αύξησε το επίπεδο συναγερμού για την τρομοκρατία στην επαρχία.
Συχνός ο κίνδυνος της πολιτικής αστάθειας
Η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής έθεσε τέλος σε έναν εμφύλιο δεκαετιών μεταξύ των Καθολικών, υποστηρικτών της ενοποίησης των δύο τμημάτων της Ιρλανδίας και των Προτεσταντών, υποστηρικτών της ένωσης με τη Βρετανία. Περίπου 3.700 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη σύγκρουση και 47.500 τραυματίστηκαν.
Τα σημερινά σποραδικά κρούσματα βίας δεν μπορούν να συγκριθούν με την εποχή εκείνη. Όμως η συμφωνία βρίσκεται σε «θλιβερή κατάσταση αποσύνθεσης», λέει η πολιτική κοινωνιολόγος Κέιτι Χέιγουορντ του Πανεπιστημίου Queen’s στο Μπέλφαστ. Στη Συμφωνία περιλαμβάνεται ρήτρα καταμερισμού της εξουσίας και, κατά συνέπεια, η περιφερειακή κυβέρνηση πρέπει να σχηματίζεται από κοινού από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα των δύο στρατοπέδων. Επειδή όμως το ένα από τα δύο κόμματα συχνά αρνείται να συμμετάσχει, επικρατούν συνθήκες πολιτικής παράλυσης, όπως συμβαίνει και τώρα. Ούτε καν το Κοινοβούλιο δεν μπορεί να συνεδριάσει χωρίς συμφωνία. «Δεν υπήρξε καμία λειτουργική περιφερειακή συνέλευση στα τέσσερα από τα τελευταία έξι χρόνια», γράφει η Χέιγουορντ.
Το Brexit αλλάζει τα δεδομένα
Ο Βρετανός πρώην πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, ένας από τους αρχιτέκτονες της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, εξηγεί στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως με το Brexit τα σύνορα μεταξύ της Βορείου Ιρλανδίας (μέλους του Ηνωμένου Βασιλείου) και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας (μέλους της ΕΕ), τα οποία στην πραγματικότητα είχαν γίνει αόρατα, μετατρέπονται σε εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και αυτό είναι ένα πρόβλημα. Όλοι συμφωνούσαν ότι εάν είχαν στηθεί συνοριακά φυλάκια ανάμεσα στην Ιρλανδία και στη Βόρεια Ιρλανδία, αυτά θα αποτελούσαν στόχο νέων επιθέσεων. Αυτή η προοπτική «έθεσε τα πάντα σε κίνδυνο», λέει ο Μπλερ. Τώρα υπάρχει ελπίδα ότι τα προβλήματα μπορούν να ξεπεραστούν.
Ο Μπλερ θεωρεί τη Συμφωνία ως τη μεγαλύτερη κληρονομιά του, αλλά και ο ίδιος τάσσεται υπέρ των προσαρμογών. Πρέπει να «αλλάζει η συμφωνία, όταν αλλάζουν οι συνθήκες», λέει. Κατά την άποψή του η αυξανόμενη απήχηση του μη θρησκευτικού «Κόμματος της Συμμαχίας για τη Β.Ιρλανδία» αποτελεί σημαντικό παράγοντα. Αυτό δείχνει, επισημαίνει ο Τόνι Μπλερ, ότι υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που «δεν ενδιαφέρεται για τις παλιές συζητήσεις για τους καθολικούς, τους προτεστάντες, τους ενωτικούς και τους εθνικιστές».
Το Κόμμα Συμμαχίας έγινε η τρίτη ισχυρότερη δύναμη στις εκλογές του περασμένου έτους. Αλλά η επικεφαλής του κόμματος, Ναόμι Λονγκ, απογοητεύεται όλο και περισσότερο από το γεγονός ότι δεν έχει καμία πιθανότητα να συμμετάσχει στην κυβέρνηση υπό τους ισχύοντες κανόνες και χαρακτηρίζει τον αποκλεισμό του κόμματός της κατ’ επιλογήν του DUP (Προτεσταντικό Ενωτικό Κόμμα) «πολιτική ομηρία», η οποία πρέπει να σταματήσει. Το κόμμα της θέλει τώρα να εξετάσει, αν μπορεί να κινηθεί νομικά κατά του ισχύοντος κανονισμού.
Το DUP αποκλείει το Κόμμα Συμμαχίας σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά των κανόνων του Brexit για τη Βόρεια Ιρλανδία. Το DUP είχε υποστηρίξει την έξοδο από την Ε.Ε. και μαζί με τους σκληροπυρηνικούς στο βρετανικό Συντηρητικό Κόμμα, εξασφάλισε μάλιστα ότι θα γίνει ένα σκληρό Brexit, με αποχώρηση από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και την τελωνειακή ένωση. Αλλά το πλαίσιο που προέκυψε εν τέλει, δεν είναι καθόλου της αρεσκείας του. Ο πρώην πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον ξεγέλασε το DUP με κενές υποσχέσεις και συμφώνησε με τις Βρυξέλλες ένα ειδικό καθεστώς για τη Βόρεια Ιρλανδία, το οποίο ουσιαστικά μετέθετε τα σύνορα στη Θάλασσα της Ιρλανδίας. Ως αποτέλεσμα, η επαρχία απομακρύνθηκε ακόμη περισσότερο από τη Βρετανία, αντί να την προσεγγίσει, όπως ίσως ήλπιζε το DUP πως θα συμβεί μέσω του Brexit.
Η σημερινή καθολική πλειοψηφία ανατρέπει τα δεδομένα
Οι Προτεστάντες υποστηρικτές της Ένωσης γνωρίζουν ότι ο χρόνος λειτουργεί εναντίον τους. Εν αντιθέσει με το παρελθόν, στη Βόρεια Ιρλανδία πλειοψηφούν σήμερα οι Καθολικοί. Στις περσινές εκλογές το καθολικό ρεπουμπλικανικό κόμμα Σιν Φέιν, που κάποτε θεωρούνταν ο πολιτικός βραχίονας του IRA, έγινε για πρώτη φορά η ισχυρότερη δύναμη. Είναι αμφίβολο εάν το DUP, διατηρώντας την τακτική αποκλεισμού, μπορεί να σταματήσει αυτήν την εξέλιξη. Εάν δεν συμφωνήσει να σχηματίσει σύντομα κυβέρνηση, οι πρόωρες εκλογές θα είναι αναπόφευκτες και επίσης είναι πολύ πιθανό να χάσει ακόμη περισσότερους υποστηρικτές. Σε αντίθεση με το DUP, το Σιν Φέιν κατάλαβε πώς να διαφοροποιήσει τη στρατηγική του, λέει ο Μπλερ. «Όταν δεν προσαρμόζεσαι, θα αντιμετωπίσεις προβλήματα», δήλωσε ο πρώην ηγέτης των Εργατικών.
Κρίστοφ Μάιερ, dpa
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ο Μπάιντεν στη Βόρεια Ιρλανδία για τα 25 χρόνια από την «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής»
Συνάντηση Ομπάμα – Πούτιν στην Β.Ιρλανδία