Ακόμη κι εκείνοι που δεν έχουν αγοράσει ούτε μία φορά κάποιο από τα προϊόντα που έφεραν την «υπογραφή» του, γνωρίζουν ποιος ήταν ο Steve Jobs.
Ήταν μια από τις πιο γνωστές προσωπικότητες στον χώρο της τεχνολογίας, ένας εκ των δύο συνιδρυτών, πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλός της Apple και πρώην πρόεδρος της Pixar, μέχρι που εξαγοράστηκε από τη Disney, στης οποίας το Διοικητικό Συμβούλιο διατηρούσε θέση και της οποίας ήταν ο μεγαλύτερος μέτοχος. «Έχει χαρακτηριστεί ως οραματιστής στον χώρο των υπολογιστών και πολλές ιδέες του άλλαξαν τον τρόπο που οι καταναλωτές χρησιμοποιούν την ψηφιακή τεχνολογία. Ήταν από τους πρώτους που συνέλαβαν την ιδέα του οικιακού προσωπικού υπολογιστή. Ο Steve Jobs “ήταν ο μέγας ευαγγελιστής της ψηφιακής εποχής”» γράφει η Wikipedia.
Ποιος όμως ήταν στην πραγματικότητα ο «απλός», ο «καθημερινός» Steve Jobs, μακριά από τα γραφεία του στην Apple, τα iPhone και τα iPad;
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του Business Insider στην ιστοσελίδα Quora μπορεί κανείς να διαβάσει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες ιστορίες, που έγραψαν άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι τον γνώρισαν κάποια στιγμή της ζωής τους τυχαία.
Μερικές από αυτές, ίσως οι πιο χαρακτηριστικές, που αποκαλύπτουν τον χαρακτήρα του Steve Jobs είναι οι εξής:
Ο άνθρωπος που είπε στον Steve Jobs ότι θα «καταστρέψει» την Apple. Την παρακάτω ιστορία υπογράφει κάποιος με το όνομα Michell Smith. «Λίγο πριν από την επιστροφή του στην Apple ήταν φανερό ότι η εταιρεία δεν τα πήγαινε και πολύ καλά. Ο Larry Ellison είχε ρίξει την ιδέα μιας εχθρικής εξαγοράς της εταιρείας και όσοι παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις γύρω από την εταιρεία πιστεύαμε, ότι το σχέδιο ανάκαμψης του διευθύνοντος συμβούλου Gil Amelio θα μπορούσε να λειτουργήσει. Έτσι έγραψα ένα πολύ παθιασμένο email στον Steve στην Pixar, παρακαλώντας τον να βρει κάτι άλλο να κάνει στον ελεύθερό του χρόνο. “Σε παρακαλώ, μην επιστρέψεις στην Apple. Θα την καταστρέψεις” του είπα.
…Κι εκείνος μου απάντησε κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ: “Ίσως και να έχεις δίκιο. Αν όμως επιτύχω, να θυμάσαι κάθε φορά που θα κοιτάζεσαι στον καθρέφτη να αποκαλείς τον εαυτό σου ‘μαλ…’ από μένα”».
Ο Jack Heringer ήταν παιδικός φίλος και συμμαθητής του Steve Jobs στις αρχές της δεκαετίας του 1960, όμως μετά από μερικά χρόνια χωρίστηκαν γιατί πήγαν σε διαφορετικά σχολεία. «Μια μέρα το 1976 συναντηθήκαμε σε ένα κατάστημα. Εκείνος με αναγνώρισε και με φώναξε. “Εσύ δεν είσαι ο Jack Heringer από το σχολείο;” με ρώτησε όλο χαρά. Κι εγώ απλά προσποιήθηκα ότι δεν είχα καταλάβει ποιος είναι. Ακόμη μετανιώνω γι’ αυτή μου τη συμπεριφορά».
Η William Matthies και πέντε ακόμη άνθρωποι έτρωγαν μαζί με τον Steve Jobs ένα βράδυ στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στη Νέα Υόρκη. Αφού τελείωσαν το φαγητό τους, κι ενώ περίμεναν για το γλυκό, η Ann άναψε ένα τσιγάρο. Το κρατούσε μακριά από τους άλλους και φυσούσε τον καπνό μακριά από το τραπέζι. Ο Steve που καθόταν δίπλα της, δεν έδειξε να ενοχλείται. Συνέχισε να μιλάει, όπως καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Κάποια στιγμή η Ann άφησε κάτω το τσιγάρο της στο τασάκι… Τότε εκείνος χωρίς να σταματήσει στιγμή να μιλάει πήρε το τσιγάρο από το τασάκι και το έριξε μπροστά στο μισογεμάτο ποτήρι με νερό που είχε μπροστά της. «Θυμάμαι ακόμη τα έκπληκτα βλέμματα όλων στο τραπέζι, εκτός από του Steve, ο οποίος συνέχισε να μιλάει. Δε θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή» έγραψε η William Matthies.
Ο Randall Edwards συνάντησε τον Steve jobs σε ένα συνέδριο IT: «Έπρεπε να επιστρέψω γρήγορα στη δουλειά και πήγα να πάρω το ασανσέρ για να πάω στο πάρκινγκ, όπου είχα παρκάρει. Όταν άνοιξε η πόρτα είδα μπροστά μου τον Steve Jobs. Τού είπα πόσο πολύ μου είχε αρέσει η παρουσίασή του και κάναμε μια χειραψία. Με ρώτησε τι δουλειά έκανα και του απάντησα σύμβουλος IT. Τότε μου είπε για ένα εκπληκτικό λογισμικό που ετοίμαζε η Microsoft, το Excel, και μου πρότεινε να το δοκιμάσω».
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, αφού ο Jobs έφυγε από την Apple και πήγε να δουλέψει στην NeXT, ο Ramin Firoozye, όπως γράφει ο ίδιος, είχε μια συνάντηση μαζί του: «Ήρθε με μισή ώρα καθυστέρηση, έβαλε τα πόδια του επάνω στο γραφείο και με ρώτησε τι ήθελα. Παρουσίασα τον εαυτό μου και το προϊόν και τόνισα ότι μερικοί από τους τεχνικούς ήταν πρώην εργαζόμενοι της Apple. Για το επόμενο μισάωρο δε σταμάτησε να μιλάει άσχημα για την αλαζονική στάση της εταιρείας, τη χαμηλή ποιότητα των προϊόντων της Apple και οτιδήποτε ανούσιο μπορεί να σκεφτεί κανείς. Προσπάθησα να διακόψω για να του πω ότι δεν είχαμε σχέση με την Apple, εκτός του ότι το demo “έτρεχε” σε ένα Mac Powerbook, αλλά δε σταματούσε με τίποτα.
…Τότε σκέφτηκα: “Τι ηλίθιος”.
…Και μετά, εκεί που δεν το περίμενα, σηκώθηκε, στάθηκε μπροστά από έναν πίνακα και άρχισε να κρατά σημειώσεις. Δεν ξέρω για πόση ώρα μιλούσε και σχεδίαζε για το πώς θα μπορούσε να προωθηθεί το προϊόν, τη στρατηγική που θα έπρεπε να ακολουθήσουμε, τι έλειπε και πολλά ακόμη. Ήταν η πιο συγκλονιστική και διασκεδαστική παρουσίαση που είχα δει ποτέ στη ζωή μου. Είχε καταλάβει σε βάθος τι ακριβώς ήταν το προϊόν και σε τι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί».
Ο Matt McCoy είχε αγοράσει ένα MacBook, το οποίο όμως δεν λειτουργούσε κανονικά και αντί να πάρει στη γραμμή εξυπηρέτησης πελατών, αποφάσισε να γράψει ένα email στον Jobs. «Την επόμενη μέρα έλαβα ένα τηλεφώνημα από το Palo Alto.
“Γεια σου Matt. Είμαι ο Steve Jobs. Ήθελα απλά να σε ενημερώσω ότι λάβαμε το email σου και να σε διαβεβαιώσω ότι θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να διορθώσουμε το πρόβλημά σου. Θα σου περάσω τώρα στη γραμμή το βοηθό μου, για να σε εξυπηρετήσει από εδώ και πέρα”. Είχα μείνει έκπληκτος. Μου έδωσε να μιλήσω σε κάποιον Tim. Δεν ξέρω αν ήταν ο Tim Cook».
Ο Andrew Gerber-Duffy θυμάται μια μέρα που είχε πάει σε ένα Sony Style κατάστημα στο εμπορικό κέντρο του Stanford και είδε τον Steve Jobs να περιμένει με το κλασικό, μαύρο ζιβάγκο του και ένα ξεθωριασμένο τζιν στη γραμμή. Κρατούσε στα χέρια του ένα προτζέκτορα: «Θα ήθελα να μου το επισκευάσετε, είπε στον υπάλληλο, ο οποίος δε φάνηκε να καταλαβαίνει ποιον έχει απέναντί του. “Σε ποιο όνομα;” τον ρώτησε, κι εκείνος απάντησε: “Γράψτε απλά Steve” του απάντησε».