Γράφει ο Πέτρος Κουσουλός
Νέα διάσταση στην περιβόητη υπόθεση των 440.000 γερμανικών Μάρκων που φέρεται να ενθυλάκωσε ο πρώην υπουργός Μεταφορών του ΠΑΣΟΚ, κ. Τάσος Μαντέλης, από τη Siemens, δίνει πολυσέλιδη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Στην 18σελιδη απόφαση καταρρίπτονται ένας προς ένας οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα που προέβαλλε ο κ. Μαντέλης ενώ διατάσσεται και η επιστροφή του συνόλου του ποσού στα δημόσια ταμεία. Η συγκεκριμένη εξέλιξη προσδίδει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ποινική εμπλοκή του κ. Μαντέλη με την ελληνική Δικαιοσύνη. Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Μαντέλης κάθεται στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου Αθηνών κατηγορούμενος για τη γερμανική «μίζα». Συγκατηγορούμενοί του είναι ο κουμπάρος του κ. Μσντέλη, κ. Γιώργος Τσουγκράνης, η εφοριακός κυρία Αντωνία Μάρκου, το πρώην στέλεχος της Siemens στην Ελλάδα, κ. Ηλίας Γεωργίου καθώς και ο πρώην συνεργάτης του κ. Μαντέλη, κ. Αριστείδης Μαντάς. Κατά τη διάρκεια της προδικασίας ο πρώην υπουργός Μεταφορών είχε παραδεχθεί μεν την ύπαρξη του ποσού αλλά είχε μιλήσει για προεκλογική χορηγία. Ωστόσο η απόφαση του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου της χώρας αποφαίνεται ότι το συγκεκριμένο ποσό προσπόρισε παράνομα ο ίδιος ο κ. Μαντέλης.
Το ιστορικό
Στην πολυσέλιδη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταγράφεται λεπτομερώς ο τρόπος της συνδιαλλαγής μεταξύ του πρώην υπουργού και του γερμανικού κολοσσού.
Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Μαντέλης είχε πιαστεί στα «πράσα» καθώς φέρεται να ενθυλάκωσε τα 440.000 γερμανικά Μάρκα ενώ ήταν επικεφαλής του υπουργείου Μεταφορών. Σύμφωνα με τα πρακτικά της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής που διερεύνησε την υπόθεση, ο κ. Μαντέλης προέβη στις 14-9-1998 στο άνοιγμα λογαριασμού στην τράπεζα «Canadian Imperial Bank of Commerce (Switzerland) Ltd στην Ελβετία, επ ονόματι του Γεωργίου Τσουγκράνη, στενού φίλου και κουμπάρου του.
Σύμφωνα με του ισχυρισμούς του άλλοτε ισχυρού άνδρα του ΠΑΣΟΚ ο λογαριασμός ανοίχθηκε κατόπιν συμφωνίας των δύο στενών φίλων προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την προεκλογική εκστρατεία του βουλευτή. Στον λογαριασμό δόθηκε η κωδική ονομασία «Α. ROCOS», ενώ ως πληρεξούσιος από τον κ. Τσογκράνη ορίστηκε η κυρία Αγγελική Ρεγγίνα, κόρη του πρώην βουλευτή.
Στον λογαριασμό εμφανίστηκαν δύο καταθέσεις: Η μια πραγματοποιήθηκε στις 3-11-1998 και η άλλη στις 8-2-2000 όπου στην μεν πρώτη κατατέθηκε το ποσό των 200.000 και στην άλλη το ποσό των 240.000 χιλιάδων Μάρκων.
Οι εξηγήσεις
Από την πλευρά του ο κ. Μαντέλης υποστήριξε ότι τα χρήματα αυτά προέρχονταν από τα ταμεία της «SIEMEΝS» η οποία στο πλαίσιο των δημοσίων σχέσεων της, ήθελε να συνδράμει τον προεκλογικό του αγώνα. Μάλιστα επικαλέστηκε και τηλεφωνική ενημέρωση από στέλεχος της εταιρίας.
Για την δεύτερη κατάθεση ο κ. Μαντέλης ισχυρίστηκε πως πότε δεν έλαβε καμία ενημέρωση και ο ίδιος θεώρησε πως προέρχεται από την ίδια εταιρεία, που προφανώς ήθελε να τον ευχαριστήσει και να στηρίξει το έργο του, καθώς ήδη από τα τέλη του 1997 είχε υπογραφεί μεταξύ της «SIEMENS» και του «ΟΤΕ» προγραμματική σύμβαση για την ψηφιοποίηση του δικτύου, επί εποχής εποπτείας στο υπουργείο Μεταφορών, Τάσου Μαντέλη.
Το σκεπτικό και η απόφαση-κόλαφος
Μετά την ολοκλήρωση της διερεύνησης της υπόθεσης από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, η δικογραφία στάλθηκε στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η απόφαση του V Τμήματος του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου της χώρας, καταρρίπτει όλους τους ισχυρισμούς του πρώην υπουργού και αποφασίζει την επιστροφή του ανωτέρου ποσού στο Ελληνικό Δημόσιο, πόσο που κατά το σκεπτικό του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου, ζημιώθηκε το Ελληνικό κράτος.
Αναλυτικότερα το Ελεγκτικό Συνέδριο κρίνει ότι το αποκτηθέν ποσό των 440.000 γερμανικών μάρκων αποτελεί παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκτήθηκε από τον κ. Μαντέλη κατά την διάρκεια την θητείας του στο υπουργείο Μεταφορών, η προέλευση του οποίου δεν δικαιολογείται και ως εκ τούτου θα πρέπει να επιστραφεί στο Ελληνικό δημόσιο, καταλογίζοντας έτσι σοβαρότατες ευθύνες για χρηματισμό του τέως υπουργού.
Παράλληλα το Ε.Σ καταρρίπτει τον ισχυρισμό του Τάσου Μαντέλη ότι τα ποσά που κατατέθηκαν στον ελβετικό λογαριασμό αποτελούν προϊόν ενίσχυσης προεκλογικής εκστρατείας, καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις του Πόθεν Έσχες τα πολιτικά πρόσωπα υποχρεούνται σε ετήσια υποβολή δηλώσεων περί της περιουσιακής κατάστασης. Έτσι το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο της χώρας συμπεραίνει ότι ο κ. Μαντέλης ήταν υποχρεωμένος να συμπεριλάβει το ποσό στις δηλώσεις Πόθεν Έσχες καθώς ενέπιπτε στα πρόσωπα που κατείχαν αποφασιστικές αρμοδιότητες στο πλαίσιο του κρατικού μηχανισμού, τα οποία δύνανται επωφελούμενα της ιδιότητας τους να προσπορίσουν στους εαυτούς τους ή και σε οικεία πρόσωπα αθέμιτο περιουσιακό όφελος.
«Το γεγονός ότι ο κ. Μαντέλης έκρυψε τα παραπάνω ποσά από τις δηλώσεις που κατέθεσε στα αρμόδια όργανα της Βουλής και που δεν μπόρεσε να δικαιολογήσει επαρκώς, προβλέπεται εναντίον του ανάλογες χρηματικές ποινές», αναφέρεται στην πολυσέλιδη πρόταση,.
Παράλληλα η απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταρρίπτει εκκωφαντικά τον ισχυρισμό περί «χορηγίας», καθώς αφενός επικαλείται την ομολογία πρώην υπουργού ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής ότι έλαβε τα χρηματικά ποσά από την SIEMENS και αφετέρου τον παράνομο τρόπο κτήσης καθώς ο τραπεζικός λογαριασμός εμφανίστηκε σε άλλο πρόσωπο.
«Το γεγονός της συμφωνίας των δύο ανδρών, φίλων και κουμπάρων, για τον χειρισμό του λογαριασμού, της μη εμφάνισης του κατατεθέντος ποσού, και η μη δικαιολόγηση του από των κ. Μαντέλη όπως και τα ποσά κατατέθηκαν λίγο καιρό μετά την υπογραφή συμφωνίας της γερμανικής εταιρείας με τον ΟΤΕ καθιστούν «ένοχο» τον πρώην υπουργό για αθέμιτο και παράνομο πλουτισμό» αναφέρει η απόφαση και καταλήγει επισημαίνοντας ότι ο κ. Μαντέλης υποχρεούται να επιστρέψει άμεσα το ποσό στα δημόσια ταμεία.