Μπορεί στην Ελλάδα των Μνημονίων τα εργασιακά, συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά δικαιώματα να έχουν ισοπεδωθεί, ωστόσο για μικρή μερίδα εργαζομένων του δημοσίου ισχύουν ορισμένες ευνοϊκές διατάξεις.
Συγκεκριμένα ορισμένες κατηγορίες υπαλλήλων του δημοσίου μπορούν να λάβουν σύνταξη από τα 50 έως και τα 58 τους χρόνια. Για παράδειγμα όσες γυναίκες προσελήφθησαν μετά το 1983 και μέχρι το 2010 έχουν συμπληρώσει 25ετία, μπορούν να κατοχυρώσουν σύνταξη στα 50. Μάλιστα από το 2011 η συνταξιοδότηση με ανήλικο παιδί επεκτάθηκε και για τους δύο γονείς.
Αντίστοιχα, οι άντρες που συμπληρώνουν την 25ετία το 2011 ή το 2012 και έχουν ανήλικο παιδί μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με χαμηλό όριο ηλικίας που είναι 52 και 55 ετών αντίστοιχα. Για την 25ετία, που είναι και το βασικό κριτήριο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, συνυπολογίζονται και άλλοι -εκτός Δημοσίου- χρόνοι ασφάλισης.
Με τη διαφορά ότι για τους μεν υπαλλήλους που προσλήφθηκαν μετά το 1983 ο χρόνος ασφάλισης που είχαν σε άλλους φορείς θα υπολογιστεί με διατάξεις διαδοχικής ασφάλισης. Για τους παλαιούς υπαλλήλους με πρόσληψη μέχρι 31/12/1982, ο χρόνος σε άλλους πλην Δημοσίου φορείς δεν υπολογίζεται με διαδοχική ασφάλιση αλλά «μετατρέπεται» σε δημόσια υπηρεσία μόνο με εξαγορά (6,67% επί του μισθού για κάθε μήνα αναγνώρισης). Αν ο χρόνος εκτός Δημοσίου είναι μέχρι το 1978 δεν χρειάζεται εξαγορά.