Μόνιμη μείωση επιτοκίου, παράταση διάρκειας, αναβολή πληρωμής δόσεων, εθελοντική παράδοση ενυπόθηκου ακίνητου αλλά και μετατροπή της σύμβασης του δανείου σε χρονομεριστική μίσθωση (leasing),προβλέπει μεταξύ άλλων ως προτεινόμενες λύσεις διευθέτησης για τα κόκκινα δάνεια ο Κώδικας Δεοντολογίας των Τραπεζών που εκπόνησε η Τράπεζα της Ελλάδος και δόθηκε για δημόσια διαβούλευση στους εμπλεκόμενους φορείς.
Ο κώδικας, αποτελεί το ένα μέρος από το έργο του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους ενώ το δεύτερο είναι ο καθορισμός εύλογων δαπανών διαβίωσης που αναμένεται έως το τέλος Απριλίου να έχει οριστικοποιηθεί από το υπουργείο Ανάπτυξης.
Ο Κώδικας που αξιοποιεί τον ορισμό του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» σε συνδυασμό με τις «εύλογες δαπάνες διαβίωσης» θα δημιουργήσει το πλαίσιο βάση του οποίου οι τράπεζες θα αντιμετωπίζουν από το 2015 τις περιπτώσεις των «κόκκινων» δανείων τους αλλά και δανείων που ενδεχομένως κινδυνεύουν να βρεθούν στο κόκκινο.
Στον Κώδικα Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος περιγράφονται τα βήματα, οι προθεσμίες και το ελάχιστο περιεχόμενο ενημέρωσης που αμοιβαία πρέπει να παρέχουν τράπεζες και οι δανειολήπτες ώστε να αξιολογούνται σωστά οι κίνδυνοι και η ικανότητα αποπληρωμής κάθε δανειολήπτη είτε πρόκειται για φυσικό πρόσωπο είτε για επαγγελματία – επιχείρηση.
Παράλληλα προτείνει εναλλακτικές λύσεις για την ρύθμιση των δανείων αυτών.
Μάλιστα διαχωρίζει τις περιπτώσεις των δανείων, υποχρεώνοντας τις τράπεζες αν ακολουθούν συγκεκριμένες διαδικασίες επίλυσης και προθεσμίες σε τέσσερις κατηγορίες: δάνεια με ενδείξεις πιθανής καθυστέρησης, δάνεια σε αρχική καθυστέρηση, δάνεια με καθυστέρηση άνω των 30 ημερών και τέλος δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση κατά την έναρξη της ισχύος του, δηλαδή την 1η Ιανουαρίου 2015.
Για την αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων των δανειοληπτών προβλέπεται ότι εφόσον αφορά φυσικό πρόσωπο θα αξιολογούνται η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη, το συνολικό ύψος και η φύση των χρεών, η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής, το ιστορικό της οικονομικής συμπεριφοράς τους αλλά και η προβλεπόμενη και αναμενόμενη ικανότητα αποπληρωμής.
Στην περίπτωση επιχειρήσεων θα αξιολογούνται συμπληρωματικά μεταξύ άλλων: Το υποβαλλόμενο επιχειρηματικό σχέδιο ή αναδιάρθρωσης, η ίδια συμμετοχή των βασικών μετοχών, οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου κ.α