Απαισιοδοξία για το μέλλον δείχνει η έκθεση του Γραφείου της Βουλής για την παρακολούθηση του κρατικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από το τρίμηνο Απριλίου – Ιουνίου. Οι συντάκτες της έκθεσης «προβλέπουν» νέα δανειακή σύμβαση, συνοδευόμενη από σχετικό πρόγραμμα προσαρμογής και δίνουν έμφαση στις ανησυχίες τους για το επόμενο χρονικό διάστημα, παρά τη βελτίωση που παρατηρήθηκε στο προηγούμενο τρίμηνο. Πηγή προβληματισμού αποτελούν τα κόκκινα δάνεια, η έλλειψη επενδύσεων, η μετριοπαθής δημοσιονομική εξυγίανση, η έλλειψη συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, και οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης.
«Αν δεν επιτευχθούν στο μέλλον υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης δεν θα υπάρξει γρήγορη και αισθητή βελτίωση της απασχόλησης και, αντίστροφα, αν η ανεργία παραμείνει σε υψηλά επίπεδα θα επηρεάσει αρνητικά, μαζί με άλλους παράγοντες, τη δυνητική παραγωγή στο μέλλον» αναφέρουν σχετικά και συνεχίζουν: «Προς το παρόν, οι προβλέψεις ιδίως για ικανοποιητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης από το 2015 βαρύνονται με μεγάλες αβεβαιότητες. Με άλλα λόγια η δυναμική της ανάκαμψης είναι ακόμα ασθενής παρά την ανάσχεση της ύφεσης».
Αναλυτικότερα, στην έκθεση επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι:
«Παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις που επιτεύχθηκαν, (το τραπεζικό πρόβλημα) δεν έχει λυθεί, καθώς εκκρεμεί λύση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία συνεχίζουν να αυξάνονται και να περιορίζουν τις δανειοδοτικές ικανότητες των τραπεζών». Εκτιμούν δε, ότι σχεδόν το 40% των δανείων είναι «κόκκινα».
Παράλληλα υποστηρίζουν πως οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις μπορούν να προκαλέσουν εκ νέου άνοδο των επιτοκίων δανεισμού, και δε διστάζουν να κάνουν λόγο και για νέο μνημόνιο: «Πρέπει να τονισθεί ότι ακόμα και χωρίς «μνημόνιο» η χώρα θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό εποπτεία –τη φορά τούτη των αγορών που θα αντικαταστήσουν την τρόικα- αν δεχθούμε ότι δεν θα προσφύγει στον ΕΜΣ», αναφέρουν και προσθέτουν: «αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα προσφεύγει για δάνεια σε αυτόν ή σε κάποιο ad hoc διακρατικό «όχημα». Στην περίπτωση αυτή θα υπάρξουν νέες συμβατικές δεσμεύσεις.
Σημειώνουμε πως σύμφωνα με την ΕΕ, τη διετία 2014-2015, οι επιπρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα ανέλθουν σε € 14,9 δισ. Αν αυτό όντως επιβεβαιωθεί, η Ελλάδα θα πρέπει ή να συνεχίσει να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές ή να προσφύγει στον ΕΜΣ που συνεπάγεται νέο πρόγραμμα προσαρμογής.
Η έκθεση αναφέρεται και στις επενδύσεις, οι οποίες εξακολουθούν να υποχωρούν, με το δημόσιο χρέος να κάνει επιφυλακτικούς εγχώριους και ξένους επενδυτές, ενώ «άπνοια» παρατηρείται και στις εξαγωγές, παρά τη μείωση του εργασιακού κόστους.
Επίσης, γίνεται αναφορά, στην καθυστέρηση υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων, καθώς «η κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει μόλις το 30% των προαπαιτουμένων».