Του Γιάννη Δαραβίγκα
Αηδία προκάλεσε το εμετικό μήνυμα κάποιου περίεργου τύπου που μάλιστα είναι και στέλεχος του Ποταμιού, του κόμματος που λέει ότι θέλει να σώσει την Ελλάδα, στο οποίο εμψυχώνει τον Ολλανδό Ντάισελμπλουμ για να βγει «νικητής» στις διαπραγματεύσεις με τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών, κ. Γιάνη Βαρουφάκη. Σε ό, τι με αφορά, επειδή εκτός από ελληνόφωνος είμαι και Έλληνας, παροτρύνω τον Έλληνα υπουργό, λέγοντάς του «Γιάνη γερά…»
Ο συνονόματός μου λοιπόν –αλλά με ένα «ν» λιγότερο– υπουργός Οικονομικών, κ. Γιάνης Βαρουφάκης, έχει γίνει το κυρίως πιάτο στο καθημερινό τηλεοπτικό μενού. Από τις ενημερωτικές εκπομπές, τα κουτσομπολίστικα πάνελ έως τα δελτία ειδήσεων, ο νεόκοπος ως υπουργός, αλλά έμπειρος και ικανότατος ως οικονομολόγος, είναι το πολιτικό πρόσωπο που συζητείται περισσότερο, και νομίζω δικαίως.
Όλοι οι Έλληνες, με εξαίρεση τους στρατευμένους στην πέμπτη φάλαγγα των δανειστών, αναγνώρισαν ότι με τις δηλώσεις και τη στάση του κ. Βαρουφάκη, μπορούν να ελπίζουν σε μια εθνική αξιοπρέπεια που τόσο βάναυσα έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια, εξ αιτίας της μνημονιακής δουλοπρέπειας που χαρακτήριζε τις ασκούμενες πολιτικές, διαλύοντας την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή του τόπου.
Ο νέος υπουργός Οικονομικών, με την ολύμπια αταραξία του, τη δικαιολογημένη λόγω των γνώσεών του αυτοπεποίθηση, την αδιόρατη ειρωνεία, αλλά και το χιούμορ του, πέρασε το μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση ότι κάτι αλλάζει στην Ελλάδα. Όπως ήταν φυσικό, οι δήθεν εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μαθημένοι στην οσφυοκαμψία των πρώην κυβερνητών μας που δεχόντουσαν να καταστρέφεται η χώρα και η ζωή των Ελλήνων με φιρμάνια ηλεκτρονικής μορφής, δυσανασχετούν και είναι απολύτως κατανοητό.
Αλλά αυτά όλα είναι μόνον το επιφαινόμενο της αποφασισμένης από την ελληνική κυβέρνηση αλλαγής πορείας. Παρά την προσπάθεια ορισμένων, εντός και εκτός Ελλάδος, να δοθεί η εικόνα ρήξης μεταξύ της κυβερνήσεως και των δανειστών ή ακόμα και καλλιέργειας πολεμικού κλίματος, τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά στην πραγματικότητα.
Είναι βέβαιο ότι την τελευταία πενταετία η οικονομική κατάσταση επιδεινώθηκε τραγικά εξ αιτίας των καθ’ υπόδειξη των δανειστών εφαρμοζόμενων πολιτικών. Το 2009 είχαμε χρέος ίσο με το 120% του ΑΕΠ, 8% ανεργία και μερικές δεκάδες χιλιάδες πολίτες κάτω από το όριο της φτώχειας. Σήμερα, το χρέος ανέρχεται στο 178%, η ανεργία στο 26%, το ένα τέταρτο των Ελλήνων πολιτών βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας και 700.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν κλείσει.
Αυτή είναι η πικρή αλήθεια για το αποτέλεσμα των μνημονιακών πολιτικών και οι παραινέσεις που ακούγονται από τον τροχήλατο γκαουλάϊτερ της Ευρώπης, τον Σόϊμπλε, ότι με μεταρρυθμίσεις το 2020 η οικονομία μας θα βρίσκεται στα επίπεδα του 2009, είναι στην καλύτερη περίπτωση δικαιολογίες που μπορούν να δεχτούν μόνον ηλίθιοι. Δηλαδή καταστράφηκε μέσα σε πέντε χρόνια μια χώρα και θα πρέπει να συνεχίσει να καταστρέφεται για άλλα πέντε, έπρεπε να αυτοκτονήσουν 6.000 συμπολίτες μας και πιθανόν να αυτοκτονήσουν άλλοι τόσοι προκειμένου να βρεθούμε το 2020, δέκα χρόνια πίσω, επειδή έπρεπε να γίνουν μεταρρυθμίσεις όπως π.χ. να απολυθούν μερικές χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, να πωλείται ψωμί με το ζύγι και φάρμακα στα σούπερ μάρκετ.
Φτάνει λοιπόν, μέχρις εδώ ήταν το πάρτυ των αγορών, των κερδοσκόπων και όσων έχουν βάλει στο μάτι τον ορυκτό και υποθαλάσσιο πλούτο της χώρας. Οι άνθρωποι αυτοί είναι βέβαιο ότι θα προσπαθήσουν με λύσσα μέσα από τα νοικιασμένα τηλεπαράθυρα να σπείρουν τον πανικό και το φόβο, με απειλές του τύπου «δεν σας δίνουμε χρήματα», «η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει» και άλλα τέτοια φαιδρά. Σκεφθείτε όμως κάτι, ανακαλέστε στην μνήμη σας την περίφημη σκηνή της αποχώρησης του επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, του Ντάισελμπλουμ, μετά την συνάντησή του με τον Βαρουφάκη. Θυμηθείτε ότι έφυγε σχεδόν αφρίζοντας από το κακό του μετά τα όσα άκουσε από τον υπουργό Οικονομικών και αναρωτηθείτε γιατί. Αν δε μας είχαν ανάγκη οι «φίλοι και εταίροι μας», ο κατά τεκμήριο ψυχρός Ολλανδός δε θα έχανε την ψυχραιμία του και χαμογελώντας θα μας έλεγε να πάμε στο διάβολο. Έλα όμως που μας χρειάζονται επειδή κυρίως θέλουν τον ορυκτό μας πλούτο, επειδή αν ανοίξει η πόρτα της ευρωζώνης δε θα είμαστε οι μόνοι που θα εγκαταλείψουμε το οικοδόμημα που η στέγη του μπάζει νερά και τα σαθρά θεμέλιά του το καθιστούν επικίνδυνο για κατάρρευση, και όχι επειδή, στο κάτω κάτω της γραφής ευελπιστούν ότι κάποια στιγμή μπορεί να τους επιστρέψουμε και τα δανεικά, από τους τόκους των οποίων έχουν ήδη θησαυρίσει.
Για όλα αυτά και για ακόμη περισσότερα που ο χώρος δε μου επιτρέπει να αναπτύξω, θεωρώ ότι το παιχνίδι των διαπραγματεύσεων, το πολιτικό πόκερ τώρα αρχίζει και είμαι αισιόδοξος για το αποτέλεσμα επειδή και καλούς παίκτες έχουμε, αλλά και επειδή η τράπουλα αυτή την φορά δεν είναι σημαδεμένη.