Για συνολική συμφωνία, που θα περιλαμβάνει και το χρέος, αλλά και με την προσοχή στραμμένη στη Βουλή και στην ψήφιση των προαπαιτούμενων εργάζονταν χθες στις Βρυξέλλες πυρετωδώς και σε όλα τα επίπεδα αξιωματούχοι και τεχνοκράτες της Ευρωζώνης.
Όπως ανέφερε κοινοτική πηγή, δυσκολίες υπάρχουν, σίγουρο αυτή τη στιγμή δεν είναι τίποτα, ωστόσο το κλίμα είναι καλό και το κυριότερο υπάρχει βούληση από την πλευρά των Ευρωπαίων δανειστών για συνολική συμφωνία στο Εurogroup της Δευτέρας.
Η ίδια πηγή ανέφερε ότι το χρονοδιάγραμμα σε σχέση με την εκταμίευση της δόσης είναι «σφικτό», που σημαίνει ότι θα γίνει προβληματικό εάν η συνολική απόφαση μετατεθεί για την επόμενη συνεδρίαση του Εurogroup, στις 15 Ιουνίου.
Επιπλέον τονίζουν πως δεν πρόκειται να αλλάξει προς τη θετική κατεύθυνση κάτι εάν παραπεμφθεί η απόφαση για τη μεθεπόμενη συνεδρίαση, δεδομένου ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να κάνουν τις ίδιες συγκεκριμένες κινήσεις για το ζήτημα του χρέους τώρα ή τον επόμενο μήνα.
Η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα είναι μονόδρομος, καθώς το γερμανικό, αλλά και το ολλανδικό κοινοβούλιο δεν προτίθενται να εγκρίνουν την εκταμίευση δόσης χωρίς προηγούμενη συμφωνία με τον διεθνή οργανισμό. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να ληφθεί η απόφαση τη Δευτέρα, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία έγκρισης της εκταμίευσης από κοινοβούλια της Ευρωζώνης, να περάσει η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα από το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου και στη συνέχεια να αποφασίσει ο ΕΜΣ, στα μέσα Ιουνίου, τη χορήγηση των χρημάτων.
Αναφορικά με τα επόμενα βήματα, οι τεχνοκράτες της Ομάδας Εργασίας (ΕWG), ανέμεναν χθες την υιοθέτηση των προαπαιτούμενων από το ελληνικό κοινοβούλιο, προκειμένου να περάσουν στην επόμενη φάση. Συγκεκριμένα θα ετοιμάσουν μέσα στο Σαββατοκύριακο και αν χρειαστεί και τη Δευτέρα το πρωί την εισήγηση προς το Εurogroup για ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Αυτομάτως, θα κλείσει το κεφάλαιο «δεύτερη αξιολόγηση», προκειμένου να επικεντρωθεί η συνεδρίαση στα θέματα της διάρκειας των πρωτογενών πλεονασμάτων και της ελάφρυνσης του χρέους.
Σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα, συγκλίνουσες πληροφορίες κάνουν λόγο για μια πενταετία κατά τη διάρκεια της οποίας θα ανέρχονται στο 3,5% του ΑΕΠ ετησίως, δηλαδή μέχρι και το 2022.
Οι υπουργοί θα πρέπει να καθορίσουν και για την περίοδο μετά το 2022 το ύψος των πλεονασμάτων που θα είναι σαφώς μικρότερα, ωστόσο οι ίδιοι οι τεχνοκράτες αναγνωρίζουν ότι είναι από δύσκολο μέχρι αδύνατον να γίνει πρόβλεψη για την ανάπτυξη σε τέτοιο βάθος χρόνου. Ο καθορισμός των πρωτογενών πλεονασμάτων βασίζεται στις προβλέψεις για την ανάπτυξη.
Στο ζήτημα του χρέους, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο, η συζήτηση έχει προχωρήσει, μεταξύ των Ευρωπαίων υπάρχει συμφωνία, η οποία θα βασιστεί στον οδικό χάρτη διασφάλισης της βιωσιμότητάς του, που είχε αποφασίσει το Εurogroup τον Μάιο του 2016.
Στον εν λόγω οδικό χάρτη προβλέπονται βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις, οι βραχυπρόθεσμες υλοποιούνται από την αρχή του έτους, ενώ τη Δευτέρα θα συζητηθούν οι μεσοπρόθεσμες.
Οι Ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να παράσχουν τις απαραίτητες εγγυήσεις στο Ταμείο, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν θα ζητήσει παρεμβάσεις που δεν μπορούν να ικανοποιηθούν για πολιτικούς λόγους.
Πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022
Τη διατήρηση του ελληνικού πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022 προτείνει ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στην οποία θα τεθεί επί τάπητος η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Την ίδια ώρα στελέχη της ΕΚΤ ξεκαθαρίζουν ότι εάν δεν ληφθούν αποφάσεις για το χρέος, δεν μπορούν να συμπεριληφθούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η πρόταση του Ντέισελμπλουμ για πλεόνασμα 3,5% για μία πενταετία από το 2018 έγινε σε ομιλία του στην ολλανδική Βουλή. Σε γραπτή ενημέρωση της Βουλής, που είχε προηγηθεί, ανέφερε ότι η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα με τη δική του χρηματοδότηση και πως τα μέτρα για την περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα εξετασθούν, εφόσον κριθεί ότι είναι απαραίτητο, μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος το 2018.
«Η Δευτέρα είναι η μέρα για πολιτικές αποφάσεις» σχολίασε από την πλευρά του ο Μπενουά Κερέ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ο οποίος έκανε λόγο για πρόοδο στις ελληνικές μεταρρυθμίσεις, διαμηνύοντας ωστόσο πως αυτό δεν αρκεί για να εξεταστεί η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση. Όπως εξήγησε, θα πρέπει οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης να συμφωνήσουν συγκεκριμένα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, ενώ το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα πρέπει να αποφασίσει για το εάν θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα ή όχι. Ο ίδιος τόνισε ότι η συμμετοχή του Ταμείου δεν είναι επισήμως αναγκαία, αλλά «θα ανακούφιζε σε όρους αξιοπιστίας των μέτρων για το χρέος».
Σύμφωνα με τον κ. Κερέ, όλα αυτά σημαίνουν ότι η συμμετοχή στο QE απέχει ακόμη μήνες. Αυτή, τόνισε, θα είναι μία συμβολική, αλλά πολυπόθητη κίνηση, η οποία θα μπορούσε να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να επιταχύνει την ανάκαμψη της χώρας.
Πηγή: naftemporiki.gr