Γιατί μια γυναίκα, είτε στο σπίτι είτε στο γραφείο, διαμαρτύρεται κάθε λίγο και λιγάκι ότι έχει ξεπαγιάσει από το κλιματιστικό, ενώ ο άνδρας δίπλα της -σύζυγος ή συνάδελφος- περνά μια χαρά; Απλούστατα, στο θέμα του κλιματισμού υπάρχει μια μεγάλη (ανδρική) συνωμοσία κατά των γυναικών, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα.
Η ολλανδική έρευνα έρχεται να δικαιώσει τις γυναίκες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι από την πρώτη στιγμή που φτιάχτηκαν τα κλιματιστικά, είχαν μια…σεξιστική τάση. Ήταν -και είναι ακόμη- ρυθμισμένα με βάση τον ταχύτερο ανδρικό μεταβολισμό, που παράγει περισσότερη εσωτερική θερμότητα, αγνοώντας έτσι τις ιδιαιτερότητες του πιο αργού γυναικείου μεταβολισμού.
Οι σχετικές προδιαγραφές («εξίσωση θερμικής άνεσης») τέθηκαν από τον δανό επιστήμονα Ποβλ Όλε Φάνγκερ στη δεκαετία του ΄60 και βασίστηκαν στον μεταβολισμό ενός 40χρονου άνδρα με βάρος 70 κιλών, ο οποίος ήταν πάντα ντυμένος με κοστούμι. Ο Φάνγκερ θεωρούσε ιδανική θερμοκρασία για τα -τότε ανδροκρατούμενα- γραφεία τους 21 βαθμούς Κελσίου, ενώ με βάση τη νέα έρευνα η πιο «σωστή» θερμοκρασία είναι οι 24 βαθμοί Κελσίου («σωστή» δεν σημαίνει βέβαια ότι θα σταματήσουν να υπάρχουν πάντα κάποιοι και κάποιες που δεν θα διαμαρτύρονται).
Η συνέπεια, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι ότι οι θερμοκρασίες που μέχρι σήμερα βγαίνουν από τα κλιματιστικά, τείνουν να είναι δυσάρεστες για ανθρώπους με διαφορετικά βιολογικά χαρακτηριστικά και ιδίως για τις γυναίκες. Έτσι, ο μέσος άνδρας νιώθει πιο άνετα σε έναν κλιματιζόμενο χώρο από ό,τι η μέση γυναίκα (συν το γεγονός ότι οι σύγχρονες γυναίκες σχεδόν πάντα είναι πιο ελαφριά ντυμένες σε σχέση με τους άνδρες).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον βιοφυσικό Μπόρις Κίνγκσμα του Τμήματος Ανθρώπινης Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Μάαστριχτ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Nature Climate Change, σύμφωνα με το Science και τους New York Times, μελέτησαν τη φυσιολογία 16 ελαφρά ντυμένων γυναικών ηλικίας 20-30 ετών, ενόσω εργάζονταν σε ένα κλιματιζόμενο γραφείο-εργαστήριο.
Όπως διαπιστώθηκε, οι ρυθμοί μεταβολισμού των γυναικών ήταν σημαντικά χαμηλότεροι σε σχέση με εκείνον του 40χρονου άνδρα-πρότυπου για τα κλιματιστικά. Μία αιτία γι” αυτό είναι ότι οι γυναίκες έχουν περισσότερα κύτταρα λίπους στο σώμα τους, τα οποία παράγουν λιγότερη θερμότητα σε σχέση με τα μυικά κύτταρα, που έχουν οι άνδρες σε μεγαλύτερη αναλογία.
Τα νέα ευρήματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες μελέτες ότι η μέση γυναίκα προτιμά θερμοκρασίες περίπου τρεις βαθμούς Κελσίου υψηλότερες από τον μέσο άνδρα. Οι ερευνητές συστήνουν να αναπροσαρμοσθούν οι προδιαγραφές των κλιματιστικών, ώστε να λάβουν υπόψη τους καλύτερα τις μεταβολικές ανάγκες των γυναικών. Χρειάζεται όμως περισσότερη έρευνα, εωσότου βρεθεί μια νέα ιδανική βιοφυσική «φόρμουλα».
Ο σωστός κλιματισμός (ψύξη ή θέρμανση) σε έναν χώρο πρέπει να είναι τέτοιος, ώστε να βοηθά το ανθρώπινο σώμα να διατηρεί την εσωτερική θερμοκρασία των περίπου 37 βαθμών Κελσίου. Αν ο χώρος είναι υπερβολικά ζεστός ή κρύος, τότε το σώμα αντιδρά χρησιμοποιώντας πρόσθετη ενέργεια (κάτι που εκδηλώνεται είτε με το τουρτούρισμα είτε με την εφίδρωση), ώστε να επανέλθει στη σωστή εσωτερική θερμοκρασία.
Είτε κρυώνει ένας εργαζόμενος, είτε σκάει από τη ζέστη, είναι λιγότερο παραγωγικός. Προηγούμενη αμερικανική μελέτη στους χώρους εργασίας είχε δείξει ότι οι υπάλληλοι των γραφείων κάνουν περισσότερα λάθη, όταν ο χώρος είναι πολύ κρύος από ό,τι όταν είναι πολύ ζεστός. Από την άλλη, αν ανέβει η μέση θερμοκρασία των κλιματιστικών σε σπίτια και γραφεία, θα υπάρξει εξοικονόμηση ενέργειας και χρημάτων.
Πηγή : isotimos.com