«Καταγράψαμε σε ποια σημεία υπάρχει σύγκλιση και σε ποια χρειάζεται να υπάρξει μεγαλύτερη πρόοδος σε τεχνικό ή πολιτικό επίπεδο» τόνισε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, μετά την αναχώρηση των Θεσμών.
Στις πέντε ημέρες που έμεινε το κουαρτέτο στη Αθήνα εξέφρασε αρνήσεις, ενστάσεις και επιφυλάξεις για τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης. Ταυτόχρονα οι δανειστές ζήτησαν το ξήλωμα διοικήσεων ΔΕΚΟ, Αρχών, κρατικών και ημικρατικών εταιρειών του Δημοσίου, επειδή θεωρούν αναγκαία προϋπόθεση την πλήρη αποπολιτικοποίηση της δημόσιας διοίκησης.
Η ελληνική πρόταση για το ασφαλιστικό ακυρώθηκε αφού οι δανειστές θέλουν μειώσεις για τις υψηλές κύριες συντάξεις, τις πολλαπλές, τις επικουρικές, καθώς και τα εφάπαξ, προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό.
Tι ζητάνε οι Θεσμοί
Στο στόχαστρο μπαίνουν κατά προτεραιότητα όσοι παίρνουν διπλές συντάξεις (δικηγόροι, δικαστικοί, γιατροί, μηχανικοί κ.λπ.), καθώς και οι συνταξιούχοι που συνολικά μαζί με τις συντάξεις χηρείας και τις επικουρικές εισπράττουν μηνιαίως πάνω από 2.000 ευρώ. Την ίδια στιγμή θέλουν να κοπεί οποιαδήποτε κύρια σύνταξη των ΔΕΚΟ που σήμερα υπερβαίνει τα 2.000 ευρώ μεικτά. Σε άλλα Ταμεία, μετά τις μνημονιακές περικοπές, δεν υπάρχουν πλέον συντάξεις ανάλογου ύψους. Δεν μένουν εκεί ωστόσο αφούαπαιτούν μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις, είτε με την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος είτε με άλλο τρόπο. Αναπόφευκτο είναι το κούρεμα και στα εφάπαξ, προκειμένου να μειωθεί η συνταξιοδοτική δαπάνη.
Με βάση την ατζέντα που έχει διαμορφωθεί και περιλαμβάνει το σύνολο των ενστάσεων των θεσμών, τα φλέγοντα θέματα που θα τεθούν σε διαπραγμάτευση είναι τα εξής:
■ Εθνική σύνταξη. Οι δανειστές επιμένουν να καταβάλλεται με εισοδηματικά κριτήρια μετά από 20 χρόνια ασφάλισης, αντί για 15 που προτείνει το νομοσχέδιο.
■ Μείωση συντελεστών υπολογισμού των νέων συντάξεων.
■ Αύξηση εισφορών κατά 1,5% στον κλάδο επικούρησης για τρία χρόνια.
■ Προσωπική διαφορά που προκύπτει από των επαναϋπολογισμό των καταβαλλόμενων συντάξεων.
Να σημειωθεί επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα -οι κυβερνητικές πηγές μιλούν για τις 15 Φεβρουαρίου- δεν είναι γνωστή και αυτό διότι το επόμενο διάστημα θα πρέπει να γίνουν γενναία βήματα προσαρμογής, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις διαπραγμάτευσης σε νέα βάση.