Η διπλή τρομοκρατική επίθεση στις Βρυξέλλες έχει δημιουργήσει τεράστια ερωτηματικά σχετικά με το θέμα της ασφάλειας στην Ευρωπαϊκή ένωση αλλά και την αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών.
Οι καμικάζι κατάφεραν για μία ακόμη φορά να χτυπήσουν στην καρδιά της γηραιάς ηπείρου ενώ η έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πιο επίσημο τρόπο τους φόβους για την ανεπάρκεια που έχει το σύστημα προστασίας των πολιτών.
Η έκθεση για την ισλαμική τρομοκρατία, που ολοκληρώθηκε την 1η Μαρτίου και την οποία αποκαλύπτει η «Καθημερινή», επισημαίνει την ύπαρξη ξενών στο «δίχτυ» ασφαλείας της ΕΕ.
Λίγες ημέρες πριν από την επίθεση στις Βρυξέλλες, οι Ευρωπαίοι αναλυτές εντοπίζουν σοβαρά προβλήματα στη διαχείριση πληροφοριών και απροθυμία συνεργασίας μεταξύ των κρατών- μελών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αποκαλύπτουν ότι τόσο οι βελγικές, όσο και οι τουρκικές διωκτικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί από μυστικές υπηρεσίες «τρίτων» χωρών για τις επικείμενες επιθέσεις αυτοκτονίας στο έδαφός τους.
Η θέση της Ελλάδας
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, οι παραλείψεις που εντοπίζονται ακόμη στον έλεγχο και τη δακτυλοσκόπηση αλλοδαπών στα σημεία εξόδου στη χώρα αξιολογούνται από το Συμβούλιο ως κενά στην αντιτρομοκρατική «ομπρέλα» της ΕΕ. «Σε ορισμένα hotspots εξακολουθούν να μην εφαρμόζονται έλεγχοι ασφαλείας», επισημαίνεται στην έκθεση με έντονα γράμματα.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με το δημοσίευμα, επισημαίνεται ότι δύο από τα πέντε hotspots είναι πλήρως λειτουργικά, συνεχίζουν να καταγράφονται ελλείψεις στην καταχώρηση δακτυλικών αποτυπωμάτων στο σύστημα Eurodac, ενώ τονίζεται ότι «δεν γίνονται έλεγχοι ασφαλείας στα σημεία εισόδου».
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Καθημερινής» πάντως, η ΕΛ.ΑΣ. σχεδιάζει εκπαίδευση αστυνομικών σε θέματα αντιμετώπισης φαινομένων ριζοσπαστικοποίησης και εξτρεμισμού.
Δεν καταχωρούνται στις βάσεις οι τζιχαντιστές
Ένα επίσης σημαντικό σημείο της έκθεσης είναι η μη καταχώρηση των τζιχαντιστών στις βάσεις. Όπως αναφέρεται ως παράδειγμα, ενώ στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους έχουν ενταχθεί πάνω από 5.000 πολίτες, στη βάση δεδομένων της Europol υπάρχουν 2.786 ύποπτοι και στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών μόλις 1.473.