Προσπάθειες ελαχιστοποίησης έως και τερματισμού του διαδικτυακού “εγκλήματος”, καταβάλλει η κυβέρνηση με τη νομοθετική παρέμβαση που ψηφίστηκε στη βουλή την περασμένη Πέμπτη, εναρμονίζοντας την ελληνική με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Πρόκειται για το λεγόμενο “Πρωτόκολλο του Στρασβούργου” ψηφισμένο από το 2003 σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επιχειρεί να βάλει τέλος σε ρατσιστικά, ομοφοβικά και συκοφαντικά σχόλια και αναρτήσεις, στο διαδίκτυο, σε blogs και μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Νόμος που αν τηρηθεί κατά γράμμα, αναμένεται να οδηγήσει σε πολύ μεγάλο φόρτο εργασίας τη Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, καθώς το διαδίκτυο -ιδιαίτερα στην Ελλάδα- βρίθει ρατσιστικών, ομοφοβικών και -κυρίως- συκοφαντικών αναρτήσεων, που έμεναν ατιμώρητες.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, ο πρόεδρος των Ελλήνων Χρηστών Internet, Νίκος Βασιλάκος, μιλώντας στην κάμερα του ΣΚΑΙ: “Πάρα πολύς κόσμος και εκτός ίντερνετ και εντός ίντερνετ, είναι ανεξέλεγκτος. Έρχεται ο άλλος και δηλώνει blogger και αρχίζει και βρίζει. Αυτό απαγορεύεται και πρέπει να απαγορευτεί. Δεν μπορείς να συκοφαντείς τον άλλον. Έχουμε πάρα πολλά περιστατικά όπου υπήρξαν άνθρωποι που συκοφαντήθηκαν, λοιδωρήθηκαν έχασαν τη δουλειά τους, επειδή βγήκε μια ομάδα οργανωμένη γνωστών-αγνώστων στο internet και άρχισε να γράφει.”
Όσο για το ποιος αφορά η συγκεκριμένη διάταξη, που ενεργοποιήθηκε πλέον και στην Ελλάδα; Ο ίδιος, υπογραμμίζει: “Αφορά όλους και μπαίνουν πράγματα τα οποία συζητούνται στην Ευρώπη εδώ και καιρό. Χαρακτηριστικά, δεν μπορείς να αρνηθείς το Ολοκαύτωμα. Γίνεται παράνομη η άρνηση του Ολοκαυτώματος, γίνεται παράνομο το ομοφοβικό σχόλιο, γίνεται παράνομο το ρατσιστικό σχόλιο, γίνεται παράνομη η συκοφαντία.¨
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, στη διάταξη Δ’ “Το πρόσθετο πρωτόκολλο του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την ποινικοποίηση ξενοφοβικής και ρατσιστικής φύσης πράξεων”:
“Με το Πρόσθετο Πρωτόκολλο διευρύνεται το πεδίο εφαρµογής της Σύµβασης για το έγκληµα στον Κυβερνοχώρο, προκειµένου να αντιµετωπισθούν και ξενοφοβικής και ρατσιστικής φύσης πράξεις, εναρµονίζεται το ισχύον στα Συµβαλλόµενα Μέρη ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, σχετικά µε τη διακίνηση, µέσω του Διαδικτύου, υλικού ξενοφοβικής και ρατσιστικής φύσης και παρέχεται σε αυτά η δυνατότητα χρήσης των προβλεπόµενων από τη Σύµβαση για το έγκληµα στον Κυβερνοχώρο δικονοµικών µέσων.
Σκοπός του Προσθέτου Πρωτοκόλλου είναι σύµφωνα µε το άρθρο 1 του πρώτου Κεφαλαίου του, η συµπλήρωση των διατάξεων της Σύµβασης για το έγκληµα στον Κυβερνοχώρο µε την ποινικοποίηση των ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης πράξεων, που τελούνται µέσω συστηµάτων υπολογιστών, επιβάλλεται δε στα Συµβαλλόµενα Μέρη, όχι µόνο να λάβουν τα αναγκαία προς τούτο νοµοθετικά µέτρα, αλλά συγχρόνως και να µεριµνούν για την ορθή εφαρµογή τους.
Σύµφωνα µε το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου ο ορισµός «ρατσιστικό και ξενοφοβικό υλικό» περιλαµβάνει κάθε είδους έγγραφο υλικό (π.χ. κείµενα, βιβλία, περιοδικά, δηλώσεις, µηνύµατα κ.λπ.), εικόνες (π.χ. αναπαραστάσεις, φωτογραφίες, σχέδια κ.λπ.) και οποιουδήποτε είδους ανάπτυξη ιδεών ή θεωριών, ρατσιστικής ή ξενοφοβικής φύσης, µε µορφή που να επιτρέπει την αποθήκευση, την επεξεργασία ή τη µετάδοσή τους, µέσω συστήµατος υπολογιστή.
Η διάταξη του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για την προστασία των Δικαιωµάτων του Ανθρώπου, κατοχυρώνει την ελευθερία έκφρασης που περιλαµβάνει τόσο την ελευθερία γνώµης όσο και την ελευθερία λήψης ή µετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών. Σύµφωνα µε τη νοµολογία του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων η διάταξη αυτή έχει εφαρµογή όχι µόνον στις πληροφορίες ή τις ιδέες, που δεν προξενούν βλάβη σε άλλα άτοµα ή που είναι ουδέτερες, αλλά ακόµη και σε εκείνες, που είναι προσβλητικές ή υβριστικές ή προκαλούν ανησυχία στο Κράτος ή σε ένα τµήµα του πληθυσµού του.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου έχει όµως παραλλήλως δεχθεί, εν όψει των οριζόµενων στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου ότι η άσκηση των κατοχυρωµένων από τη διάταξη του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ ελευθεριών µπορεί να υπαχθεί σε ορισµένες διατυπώσεις, όρους ή περιορισµούς, εφόσον αυτοί προβλέπονται από το νόµο και αποτελούν αναγκαία µέτρα σε µια δηµοκρατική κοινωνία για την προάσπιση της εθνικής ασφαλείας, της εδαφικής ακεραιότητας ή της δηµόσιας τάξης και ασφάλειας, την προστασία της ηθικής, της υπόληψης ή των δικαιωµάτων τρίτων κ.λπ. και ότι, εφόσον αποδεικνύεται η συνδροµή των πιο πάνω προϋποθέσεων, οι κρατικές ενέργειες µε τις οποίες εισάγονται οι σχετικοί περιορισµοί είναι δυνατόν να θεωρηθούν δικαιολογηµένες .
Στο δεύτερο Κεφάλαιο του Προσθέτου Πρωτοκόλλου αναφέρονται τα µέτρα που πρέπει να ληφθούν στο εσωτερικό δίκαιο των Συµβαλλόµενων Μερών και οι πράξεις που τιµωρούνται, δηλαδή η διάδοση υλικού ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης, µέσω συστήµατος υπολογιστή (άρθρο 3), η απειλή και η προσβολή µε ρατσιστικό και ξενοφοβικό περιεχόµενο (άρθρα 4 και 5, αντίστοιχα), η άρνηση, η υποβάθµιση της σηµασίας, η έγκριση ή δικαιολόγηση της γενοκτονίας ή των εγκληµάτων κατά της Ανθρωπότητας (άρθρο 6), ενώ µε το άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου αντιµετωπίζεται η συνέργεια και η ηθική αυτουργία στην τέλεση τέτοιου είδους πράξεων.
Οι αξιόποινες αυτές πράξεις ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης πρέπει να τελούνται «χωρίς δικαίωµα» και από πρόθεση. Συνεπώς οι προβλεπόµενοι από τις διατάξεις του Προσθέτου Πρωτοκόλλου, περιορισµοί στην ελευθερία έκφρασης των ατόµων, σε ό,τι αφορά τη διάδοση ιδεών και πληροφοριών ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης που βλάπτουν τα δικαιώµατα άλλων ατόµων είναι, εν όψει των προεκτεθέντων, συµβατοί τόσο µε την ΕΣΔΑ όσο και το Σύνταγµα και εφόσον διαπιστωθεί ότι στη συγκεκριµένη περίπτωση έχουν τηρηθεί οι τασσόµενες από τη νοµολογία του Δικαστηρίου του Στρασβούργου προϋποθέσεις, οι σχετικοί περιορισµοί είναι νόµιµοι.”
Διαβάστε επίσης: