Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

Δωρίζουν ακίνητα στο Δημόσιο για να μην πληρώσουν τον φόρο

Το Δημόσιο αναμένεται να βρεθεί να κατέχει χιλιάδες ακίνητα ιδιωτών, καθώς οι ιδιοκτήτες τους σπεύδουν να αποποιήσουν τις κληρονομιές που λαμβάνουν.

Τα στοιχεία των φορέων της αγοράς ακινήτων, σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή, θέλουν το 2017 οι αποποιήσεις κληρονομιών να ξεπέρασαν τις 135.000, είτε λόγω αδυναμίας των κληρονόμων να πληρώσουν τον φόρο κληρονομιάς είτε επειδή εκτίμησαν ότι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν μελλοντικά στο κόστος κατοχής του ακινήτου.

Την ίδια στιγμή, το μεγαλύτερο μέρος των κατοικιών της χώρας παραμένει απαξιωμένο, ενώ η απουσία αγοραστικής ζήτησης είναι δεδομένη. Αυτό σημαίνει πως και η δυνατότητα των κληρονόμων να εντοπίσουν αγοραστή ώστε να βρεθεί κατόπιν συνεννόησης κοινός τόπος στην αποδοχή κληρονομιάς, απλώς μειώνεται πάρα πολύ.

Σύμφωνα με τον ορκωτό εκτιμητή Μπάμπη Χαραλαμπόπουλο, επιστημονικό σύμβουλο της Solum Property Solutions και πρώην πρόεδρο του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκτιμητικής, ο οποίος μίλησε στην εφημερίδα «το ακίνητο αποτελεί πλέον άγος. Τα χρόνια της κρίσης οι κατοικίες έχασαν κατά μέσον όρο το 45% της αξίας τους και αυτή την περίοδο σημειώνεται μια σταθεροποιητική τάση».

Υπενθυμίζεται ότι, με βάση πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, προκύπτει πως η Ελλάδα είναι – μακράν της δεύτερης– η χώρα με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση σε ό,τι αφορά τις δαπάνες στέγασης, καθώς ο αριθμός των Ελλήνων που είναι υπερβολικά επιβαρυμένος με δαπάνες στέγασης είναι τετραπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Συγκεκριμένα, το 2016, στην Ελλάδα το ποσοστό των νοικοκυριών τα οποία δαπανούν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη αναγκών στέγασης ανήλθε σε 40,5%, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος δεν ξεπερνάει το 11,1%. Η εικόνα είναι σχεδόν αμετάβλητη την τελευταία τριετία, καθώς το 2015 το αντίστοιχο ποσοστό είχε ανέλθει σε 40,9%, έναντι 11,3% του μέσου όρου της Ε.Ε. και το 2014 σε 40,7% (11,5% στην Ε.Ε.). Ως δαπάνες στέγασης λογίζονται ο φόρος ή το τέλος που συνδυάζεται με την κατοχή ακινήτου και όλα τα έξοδα για τη συντήρηση και τη διαμονή σε αυτό, όπως π.χ. θέρμανση, ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, τηλέφωνο κτλ.

Σύμφωνα με τον κ. Χαραλαμπόπουλο, «έχουμε πλέον διαμορφωμένη μια αγορά δύο ταχυτήτων στην Ελλάδα. Η πρώτη αφορά σε ξενοδοχεία, κατοικίες κατάλληλες για βραχυχρόνια μίσθωση, μονοκατοικίες σε περιοχές που δεν έχουν επηρεαστεί από την κρίση, όπως π.χ. η Μύκονος και η Σαντορίνη, σύγχρονα κτίρια αποθηκών και γραφεία πολύ υψηλών προδιαγραφών, που αποτελούν βασική επενδυτική επιλογή των ΑΕΕΑΠ. Η δεύτερη ταχύτητα αφορά όλα τα υπόλοιπα χιλιάδες ακίνητα της χώρας, όπως π.χ. γραφεία και καταστήματα μεγάλης ηλικίας και σε σημεία χαμηλής εμπορικότητας, κατοικίες και παλιά βιομηχανοστάσια που μένουν στα αζήτητα.

Εν τω μεταξύ, ενόψει των νέων αντικειμενικών αξιών που θα ισχύσουν από τις αρχές του 2019, ο κ. Χαραλαμπόπουλος επισημαίνει ότι αυτό που πρέπει να εξετάσουν οι ενδιαφερόμενοι για γονικές παροχές, δωρεές και άλλες μεταβιβάσεις είναι αν η νέα τιμή ζώνης που έχει ανακοινωθεί είναι χαμηλότερη ή υψηλότερη από την παλαιά. «Αν είναι χαμηλότερη κάνουν τη μεταβίβαση από το νέο έτος, ενώ αν η νέα τιμή ζώνης είναι υψηλότερη κάνουν τη μεταβίβαση εντός του 2018», αναφέρει ο κ. Χαραλαμπόπουλος.

Πηγή: Εφημερίδα Καθημερινή



ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

spot_img

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ