“Άνοιξε” το Taxisnet για τις φορολογικές δηλώσεις και άρχισαν οι… πονοκέφαλοι. Θα… νοσταλγήσουν τις χάρτινες αποδείξεις μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες. Γιατί το πλαστικό χρήμα αποδεικνύεται… παγίδα και «καίει» πολλούς.
Όλα όσα πρέπει να ξέρετε για να μην πληρώσετε παραπάνω φόρο.
Η εποχή για τις φορολογικές δηλώσεις έφτασε, το Taxisnet άνοιξε και τώρα αρχίζουν τα… δύσκολα. Η συγκέντρωση αποδείξεων ήταν πάντα για τους φορολογούμενους μία δύσκολη εξίσωση, είτε γιατί δεν είχαν πραγματοποιήσει τόσα έξοδα όσα θα έπρεπε, είτε γιατί συνήθως δεν ήταν συνεπείς στην συγκέντρωση αυτών.
Από πέρυσι που το σύστημα άλλαξε αρκετοί έπεσαν στην παγίδα της μη συγκέντρωσης αποδείξεων μέσω της χρήσης πλαστικού χρήματος.
Φορολογικές δηλώσεις: «Άνοιξε» η εφαρμογή στο Taxisnet
Για το λόγο αυτό, μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες προκειμένου να εξασφαλίσουν φέτος την έκπτωση φόρου 1.900 – 2.100 ευρώ θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά τη συμπλήρωση των κωδικών 049 -050 του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης του 2019. Στους κωδικούς αυτούς δηλώνονται οι πληρωμές που έγιναν με ηλεκτρονικό χρήμα.
Η επεξεργασία των περσινών φορολογικών δηλώσεων αποκαλύπτει ότι οι μισθωτοί πλήρωσαν περισσότερο φόρο εισοδήματος κατά 16,9 εκατ. ευρώ, ενώ οι συνταξιούχοι επιβαρύνθηκαν με πρόσθετο φόρο ύψους 9,5 εκατ. ευρώ. Ακόμη και οι αγρότες πλήρωσαν επιπλέον 1,9 εκατ. ευρώ επειδή δεν κάλυψαν το αφορολόγητο όριο με αποδείξεις.
Μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες θα φορολογηθούν για τα εισοδήματα που απέκτησαν το 2018 με την κλίμακα των μισθωτών στην οποία προβλέπεται έκπτωση φόρου 1.900-2.100 ευρώ η οποία οδηγεί σε έμμεσο αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636 έως 9.545 ευρώ.
Οι φορολογούμενοι για να κερδίσουν το αφορολόγητο θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιήσει το 2018 πληρωμές μέσω πλαστικού χρήματος ανάλογα με το εισόδημά τους, ως εξής:
10% του ετήσιου εισοδήματός τους, πραγματικού ή τεκμαρτού, εφόσον το εισόδημα αυτό ανέρχεται έως 10.000 ευρώ,
10% επί των πρώτων 10.000 ευρώ και 15% επί του υπερβάλλοντος ποσού, εφόσον το ετήσιο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημά του ανέρχεται σε 10.001 έως και 30.000 ευρώ και
10% επί των πρώτων 10.000 ευρώ, 15% επί των επόμενων 20.000 ευρώ και 20% επί του υπερβάλλοντος ποσού, εφόσον το ετήσιο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημά του ξεπερνά τις 30.000 ευρώ.
Αν το ποσό των ηλεκτρονικών αγορών είναι χαμηλότερο, στη διαφορά επιβάλλεται φόρος ύψους 22%. Δηλαδή αν λείπουν 500 ευρώ από τις ελάχιστες δαπάνες, τότε ο πρόσθετος φόρος είναι 110 ευρώ.
Στην περίπτωση κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος και η επιπλέον διαφορά δεν καλύπτεται από τον φορολογούμενο, τότε ο φορολογούμενος θα πρέπει να καλύψει με ηλεκτρονικές αγορές το τεκμαρτό (υψηλότερο) εισόδημα.