Πρωτοφανή μέτρα περιορισμού, που φτάνουν στα όρια της λογοκρισίας των δημοσιογράφων που καλύπτουν τη Δικαιοσύνη, επέβαλε ως πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας η κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Μέτρα τα οποία, με πρόσχημα την προστασία των προσωπικών δεδομένων, έρχονται σε αντίθεση με την συνταγματική απαγόρευση θέσπισης μέτρων λογοκρισίας και προληπτικού ελέγχου της διακίνησης πληροφοριών. Και εκτιμάται ως πρόσχημα, καθώς οι δημοσιογράφοι είναι υποχρεωμένοι από τους κώδικες δεοντολογίας να σέβονται τους νόμους του κράτους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Συνεπώς πρόσθετοι περιορισμοί πλήττουν την ελευθερία της άσκησης του λειτουργήματος τους.
Οι δημοσιογράφοι που καλύπτουν το δικαστικό ρεπορτάζ και το ρεπορτάζ υπουργείου Δικαιοσύνης και Ανωτάτων Δικαστηρίων με έγγραφη τετρασέλιδη διαμαρτυρία τους προς την ΕΣΗΕΑ επεσήμαναν ότι ο τρόπος με τον οποίο τα δικαστήρια και ιδιαίτερα το ΣτΕ υπό την κ. Σακελλαροπούλου αποφάσισαν να εφαρμόσουν τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό προστασίας προσωπικών δεδομένων (γνωστός ως GDPR) <έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα (και θα προκαλέσει κι άλλα) στην ελευθερία του Τύπου, τη συλλογή πληροφοριών, την πολυφωνία, τον πλουραλισμό και γενικότερα την ενημέρωση. Πέρα από όλα αυτά, προκαλεί, ειδικότερα, τεράστιο πρόβλημα στο ρεπορτάζ των συναδέλφων του υπουργείου Δικαιοσύνης και του δικαστικού ρεπορτάζ>.
Οι δικαστικοί ρεπόρτερ επισημαίνουν ιδιαίτερα ότι <υπάρχει ωστόσο πάντα ο κίνδυνος η εφαρμογή το επίμαχου Κανονισμού να γίνει κατά τρόπο ο οποίος θα προκαλέσει φίμωση του Τύπου και θα θέσει ανυπέρβλητα εμπόδια στον έλεγχο των τριών συνταγματικών εξουσιών εκ μέρους μιας σοβαρής και υπεύθυνης δημοσιογραφίας – με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία>.
Σε απάντηση της αντίδρασης των δημοσιογράφων η κ, Σακελλαροπούλου συγκαλώντας διοικητική επιτροπή του ΣτΕ – και όχι διοικητική Ολομέλεια καθώς προέκυπταν σοβαρά συνταγματικά ζητήματα – κατάρτισε κανόνες που περιορίζουν δραστικά το λειτούργημα του δημοσιογράφου ενώ ταυτόχρονα έρχονται σε αντίθεση με το ίδιο το Σύνταγμα, αλλά και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και συγκεκριμένα: Για να πάρουν πληροφορίες οι δημοσιογράφοι πρέπει προηγουμένως να έχουν δηλώσει ότι επιθυμούν να διαπιστευτούν στο δικαστήριο. Διαπίστευση την οποία εγκρίνει η/ο πρόεδρος του δικαστηρίου. Βασική δεν προϋπόθεση για να πάρει κάποιος δημοσιογράφος διαπίστευση είναι να υπογράψει δήλωση <εχεμύθειας/ εμπιστευτικότητας και τήρησης της ισχύουσας νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων>.
Επίσης απαγορεύει την πρόσβαση στις δικογραφίας, παρά το γεγονός ότι στο πλαίσιο της δημοσιότητας μιας δίκης το περιεχόμενο κάθε δικογραφίας συζητείται δημοσίως σε ακροατήρια.
Βάζει φραγμούς στη πρόσβαση των δημοσιογράφων στο περιεχόμενο μιάς προσφυγής. Ο δημοσιογράφος πρέπει να το ζητήσει εγγράφως και να πάρει μία περίληψη του περιεχομένου.
Εκτός από την τυπική γραφειοκρατική διαδικασία που καθυστερεί το έργο του δημοσιογράφου ανακύπτει το εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα να γνωρίζει και να ελέγχει ανά πάσα στιγμή η/ο πρόεδρος τι ακριβώς ερευνά ο ενδιαφερόμενος ρεπόρτερ.
Τέλος εμποδίζει τη γνωστοποίηση των ονομάτων των διαδίκων, την στιγμή που το Σύνταγμά μας επιβάλει τη δημοσιότητα μιας δίκης με συνέπεια όλα τα στοιχεία των διαδίκων να αναγράφονται στα πινάκια του δικαστηρίου και να γίνονται γνωστά στο ακροατήριο.
Η κ. Σακελλαροπούλου αγνόησε τις επισημάνσεις των δημοσιογράφων του ειδικού ρεπορτάζ δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις οποίες:
– Ο ίδιος ο Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προβλέπει ότι < Τα κράτη μέλη διά νόμου συμβιβάζουν το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς και για σκοπούς πανεπιστημιακής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης>.
– Ο Κανονισμός είναι κατώτερης τυπικής ισχύος από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος προστατεύει την ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης: «1. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, χωρίς την ανάμειξη δημοσίων αρχών και αδιακρίτως συνόρων. 2. Η ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η πολυφωνία τους είναι σεβαστές».
– Τέλος παραβιάζεται και το ίδιο το ελληνικό Σύνταγμα το οποίο υπαγορεύει ρητά κάθε μέτρο λογοκρισίας. Και συγκεκριμένα στο άρθρο 14 για την ελευθερία του Τύπου, πλέον των άλλων, αναφέρει στην παράγραφο 2: «O τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται».
Παρά το γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι του δικαστικού ρεπορτάζ πρότειναν να ανοίξει ένας διάλογος μεταξύ ΕΣΗΕΑ (η διοίκηση της δεν έδωσε κανέναν αγώνα για να διεξαχθεί αυτός ο διάλογος) και ηγεσίας της Δικαιοσύνης, η κ. Σακελλαροπούλου επέλεξε να συστήσει μία ολιγομελή επιτροπή και να προβεί μονομερώς στη λήψη μέτρων τα οποία εκτιμάται ότι περιορίζουν δραστικά το έργο των δημοσιογράφων στο σύνολο τους. Στη περίπτωση, εξάλλου, που δεν τηρηθούν τα μέτρα της πρώην προέδρου προβλέπει την ανάκληση της διαπίστευσης των δημοσιογράφων και ουσιαστικά την αποβολή τους από το δικαστήριο. Πράγμα που δεν έχει γίνει ποτέ στην ιστορία της Δικαιοσύνης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: