Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Νίκος Βασιλειάδης: αναμνήσεις από την χούντα και το Πολυτεχνείο

Τί να μπορεί να θυμηθεί ένα μικρό παιδί 4 ετών, από μια ταραγμένη πολιτική περίοδο 53 χρόνια πριν; Σχεδόν τίποτε θα μου πείτε. Και είναι πράγματι σχεδόν αλήθεια. Ένα μικρό παιδί δεν μπορεί να αντιληφθεί και να καταλάβει, από τα μισόλογα των μεγάλων, ούτε τις διώξεις των αντιφρονούντων, ούτε τα βασανιστήρια στην Ασφάλεια, ούτε τις φυλακίσεις και τις εξορίες σε Γυάρο και Λέρο, ούτε την λογοκρισία.

Ούτε έμαθε ποτέ τις κηδείες του Γεωργίου Παπανδρέου και του Γιώργου Σεφέρη. Θυμάμαι όμως καλά γιατί ο εφιάλτης αυτός κράτησε για επτά χρόνια, τα γεγονότα στη Νομική, τις διαδηλώσεις και την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Όλα αυτά πλαισιωμένα από μια ζωή που η καθημερινότητα επέβαλλε ακούσματα της μουσικής των Beatles, τις μίνι φούστες και τα παντελόνια καμπάνα, τα μακριά μαλλιά και τα γυαλιά με τους χοντρούς κοκάλινους σκελετούς.

Θυμάμαι την Ελλάδα «στον γύψο», και το σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» να ακούγεται από τον δέκτη της ασπρόμαυρης τηλεόρασης. Θυμάμαι τον πατέρα μου να έχει γυρίσει από ένα ταξίδι και να μιλά για τον Μάο και την Κίνα και την Πολιτιστική Επανάσταση, την Ανοιξη της Πράγας, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, και όλα αυτά ανάκατα με τους Χίπηδες στα Μάταλα της Κρήτης τις διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ, για τα δικαιώματα των γυναικών και των μαύρων, τα νέα από την Πορτογαλία με την Επανάσταση των Γαριφάλων, το πρώτο βήμα του ανθρώπου στη Σελήνη, τα νομίσματα, τα σπιρτόκουτα, αλλά και τον Λυκαβηττό από τα οποία το γνωστό πουλί της χούντας δεν έλλειπε ποτέ…

θυμάμαι την γκάφα να βάλω στο πίκ απ σε μια οικογενειακή γιορτή δυνατά έναν δίσκο του Μίκη Θεοδωράκη, το έντρομο βλέμμα της μάνας μου, το σαλτάρισμα για να σταματήσει ο δίσκος να παίζει και ένα απίστευτο κυνηγητό ενός αστυνόμου στη Λένορμαν εναντίον των “Τρώων” την παλιοπαρέα των παιδιών της Λακωνικής, όταν βγαίνοντας από το σχολείο φωνάζαμε δυνατά: ο καράφλας Παττακός! Βλέπετε ακόμη και μικρό παιδί να ήσουν δεν μπορούσες να μην ενοχληθείς από την καραφλή φιγούρα του Παττακού που σε καθημερινή βάση με το μυστρί στο χέρι εγκαινίαζε τα νέα μεγαλόπνοα έργα της επταετίας… και πάντα με μία ντελικάτη κίνηση του χεριού έριχνε ο ίδιος πρώτος τη λάσπη…

Θυμάμαι τα πασχαλινά αβγά του Παπαδόπουλου που δεν έχανε την ευκαιρία για τσουγκρίσματα μπροστά από τους οβελίες που ψήνονταν στις σούβλες… Έναν φαντάρο της σκοπιάς εγκατεστημένο σε ένα τεράστιο ομοίωμα πασχαλινού αβγού.

Θυμάμαι τα ΝΑΙ και τα ΟΧΙ… Και τώρα που τα θυμάμαι όλα αυτά ξέρω πως έπρεπε να μεγαλώσω λίγο ακόμη να γίνω δέκα χρονών και κάτι  για να καταλάβω τι σημαίνει Χούντα, όταν σκαστός απ το Σχολείο μου διαποτισμένος από τον δάσκαλό μου, καλή του ώρα, με το όνειρο μιας κάποιας Δημοκρατίας, που δεν είχα γνωρίσει ποτέ, το έσκασα από το σχολείο μου και  μπήκα μέσα στο Πολυτεχνείο αναζητώντας τον ξάδελφό μου τον Μπάμπη, φοιτητή.

Ο χρόνος αφήνει πίσω του τις αναμνήσεις σαν μια καμένη σκόρπια κινηματογραφική ταινία. «Πάρε τον σε παρακαλώ και πήγαινέ τον σπίτι του, εδώ κινδυνεύει», τα λόγια του Μπάμπη σε έναν άγνωστο κύριο με ένα άσπρο Φιατ στην Πατησίων μπροστά από την κλειστή πύλη του Πολυτεχνείου, «η μάνα του θα έχει τρελαθεί»…μα όλοι τρελοί δεν είμαστε εκείνες τις μέρες;

Διαβάστε επίσης

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ