Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Άρειος Πάγος: Βαρύ το κλίμα μετά τον αποκλεισμό της εισαγγελέως από την ανάκριση Παπαγγελόπουλου

Βαρύ είναι το κλίμα στους κόλπους των εισαγγελέων μετά το βούλευμα του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου που αποφάσιζε ότι η εισαγγελέας Βασιλική Θεοδώρου κατά τις καταθέσεις των μαρτύρων στην υπόθεση του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, δεν έχει δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων. Μάλιστα, υπάρχουν «αιχμές» για την πλειοψηφία που δεν ανέλυσε στο σκεπτικό της τους λόγους που οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση.

Υπενθυμίζεται ότι με οριακή πλειοψηφία (3-2) το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου του νόμου περί ευθύνης υπουργών, μετά την άσκηση από την Βουλή της ποινικής δίωξης σε βάρος του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, εξέδωσε το υπ΄ αριθμ. 2/2020 βούλευμά του, με το οποίο αποφάσισε ότι η κυρία Θεοδώρου κατά τις καταθέσεις των μαρτύρων και κατηγορουμένων, δεν έχει δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων.

Σημειώνεται, ότι κατά την ημέρα εξέτασης του πρώην πρόεδρου του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελου Βενιζέλου, η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και εισαγγελέας του Δικαστικού Συμβουλίου κυρία Θεοδώρου, απευθύνθηκε στην ανακρίτρια Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, προκειμένου να διευκρινιστεί από τον μάρτυρα κάποιο σημείο της κατάθεσής του, για να λάβει σύμφωνα με πληροφορίες την απάντηση: «ο εισαγγελέας δεν μπορεί να έχει ουδεμία ανάμειξη στην ανάκριση , ήτοι να υποβάλλει ερωτήσεις, διευκρινήσεις δια μέσου της ανακρίτριας, αλλά μόνο τυπική παράσταση».

Ωστόσο, η κυρία Θεοδώρου υπέβαλλε γραπτή πρόταση προς το Δικαστικό Συμβούλιο επί της διαφωνίας που είχε ανακύψει. Στην πρόταση αυτή, επικαλούμενη το άρθρο 30 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και το άρθρο 88 του Συντάγματος τάσσεται υπέρ της άποψης ότι έχει δικαίωμα να υποβάλλει ερωτήσεις στους μάρτυρες και τους κατηγορούμενους μέσω της ανακρίτριας.

Σε άλλο σημείο η κυρία Θεοδώρου, επισημαίνει ότι «μια απλή και μόνο διακοσμητικού χαρακτήρα παρουσία του εισαγγελέα, κατά τη διεξαγωγή ανακριτικών πράξεων, είναι απολύτως ασυμβίβαστη» με τις συνταγματικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και καταλήγει:

«αν ο εισαγγελέας στερηθεί του δικαιώματός του για αυτοπρόσωπη και ενεργό συμμετοχή στην ανακριτική διαδικασία προκαλείται απόλυτη ακυρότητα».

Το σκεπτικό των δυο πλευρών

Η πλειοψηφία, αναφερόμενη στην διατύπωση της διάταξης του άρθρου 30 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατέληξε ότι ο εισαγγελέας «δεν δύναται να έχει ανάμειξη, όπως να υποβάλλει ερωτήσεις ή να κάνει υποδείξεις στον ανακριτή κατά τις ανακριτικές πράξεις». Από την άλλη πλευρά, η μειοψηφία υποστήριξε: «ο εισαγγελέας μπορεί να υποβάλλει απλώς αιτήσεις ή προτάσεις, όπως π.χ. να υποβληθούν ορισμένες ερωτήσεις στον εξεταζόμενο μάρτυρα ή τον απολογούμενο κατηγορούμενο ή να ζητήσει να καταχωρηθούν στην σχετική έκθεση ορισμένες παρατηρήσεις».

Το βούλευμα, καταλήγει ότι «η ανακύψασα διαφωνία πρέπει να αρθεί υπέρ της ανακρίτριας, η οποία είναι και η μόνη (θεσμικώς) αρμόδια για την επιτέλεση του ανακριτικού έργου, αφού κατά την πλειοψηφούσα άποψη ο εισαγγελέας κατά την διενέργεια των ανακριτικών πράξεων (απλώς) παρευρίσκεται (παρίσταται), αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να υποβάλλει έστω και διευκρινιστικές ερωτήσεις απευθείας ή μέσω του ανακριτή».

Τέλος, το «δια ταύτα» του βουλεύματος αναφέρει ότι κατά πλειοψηφία αποφαίνεται ότι «ο παρευρισκόμενος (παριστάμενος) εισαγγελέας κατά την διενέργεια του ανακριτικού έργου, όπως συγκεκριμένα κατά την ανακριτική πράξη της εξέτασης μάρτυρα, δεν έχει τη δικονομική ευχέρεια, να υποβάλλει ερωτήσεις σ΄ αυτόν, είτε ευθέως είτε δια μέσου του ανακριτή ή σε κάθε περίπτωση να ζητήσει μέσω του ανακριτή να παράσχει ο μάρτυρας διευκρινίσεις επί του περιεχομένου της κατάθεσής του».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Καταδικάστηκε ο Πάνος Καμμένος – Καλείται να καταβάλλει στον Γιάννη Κουρτάκη 20.000 ευρώ

«Βόμβες» Μουζακίτη για την Οικονομική Εισαγγελία: «Καθυστέρησαν πολύ»

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ