Οι ομοσπονδιακές αρχές των ΗΠΑ εκτέλεσαν την καταδικασθείσα σε θάνατο Λάιζα Μοντγκόμερι νωρίς σήμερα το πρωί, μετά το πράσινο φως που έδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Πρόκειται για την πρώτη εκτέλεση από τις ομοσπονδιακές αρχές μιας γυναίκας έπειτα από σχεδόν 70 χρόνια.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε στις 07:00 ώρα Ελλάδος τις ύστατες προσφυγές των συνηγόρων υπεράσπισης της Λάιζα Μοντγκόμερι, παρά τη διαφωνία των τριών προοδευτικών δικαστών του.
Η 52χρονη, κρατούμενη σε ομοσπονδιακή φυλακή στο Τερ-Οτ της Ιντιάνα, εκτελέστηκε με θανατηφόρα ένεση.
Το 2004 η Μοντγκόμερι σκότωσε μια γυναίκα που ήταν έγκυος στον όγδοο μήνα για να της κλέψει το έμβρυο που κυοφορούσε και είχε καταδικαστεί σε θάνατο το 2007.
Οι συνήγοροί της, χωρίς να αρνηθούν την σοβαρότητα του εγκλήματός της, υπογράμμισαν ότι αυτή υποφέρει από σοβαρές ψυχικές διαταραχές εξαιτίας των ομαδικών βιασμών και της βίας που είχε υποστεί κατά την παιδική της ηλικία.
Τη Δευτέρα το βράδυ ομοσπονδιακός δικαστής είχε δώσει εντολή για την αναβολή της εκτέλεσής της, ώστε να εκτιμηθεί η κατάσταση της ψυχικής της υγείας.
“Οι πληροφορίες που παρουσιάσθηκαν στο δικαστήριο περιέχουν πολλές αποδείξεις ότι αυτή τη στιγμή η ψυχική υγεία της κας Μοντγκόμερι είναι τόσο απομακρυσμένη από την πραγματικότητα ώστε δεν μπορεί να αντιληφθεί λογικά τον λόγο που έχει η κυβέρνηση για να την εκτελέσει”, έγραφε ο δικαστής Πάτρικ Χάνλον στην απόφασή του.
Ωστόσο η απόφαση αυτή ακυρώθηκε χθες, Τρίτη, από εφετείο κατόπιν προσφυγής του υπουργείου Δικαιοσύνης και το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε στη διάρκεια της νύχτας που πέρασε την απόφασή του για την εκτέλεση.
Ένθερμος υποστηρικτής της θανατικής ποινής, όπως και οι πιο συντηρητικοί μεταξύ των ψηφοφόρων του, ο Ντόναλντ Τραμπ αγνόησε το αίτημα για επιείκεια που απηύθυναν οι συνήγοροί της.