Βάζει μπλόκο στη στόχευση της Τουρκίας να πάρει το Ιράκ και τη Συρία στις σφαίρες επιρροής της, κόντρα στις προβλέψεις του Τζορτζ Φρίντμαν
Του Νίκου Βασιλειάδη
Στα 2009 ο Τζορτζ Φρίντμαν, ιδρυτής του Stratfor και ένας από τους πιο διάσημους διεθνείς
αναλυτές, γνωστός και για το συγγραφικό του έργο μέσω του οποίου αποτολμά να κάνει
προβλέψεις για τη διεθνή πολιτική, δημοσίευσε ένα βιβλίο που αποτελεί ίσως το πιο
προκλητικό μελλοντολογικό χάρτη της παγκόσμιας σκηνής. Στο «Τα επόμενα 100 χρόνια» ο
Φρίντμαν προβλέπει τι πρέπει να περιμένει ο κόσμος να συμβεί στην πορεία του 21ου
αιώνα. Εξηγεί πού και γιατί θα ξεσπάσουν πόλεμοι (και πώς θα διεξαχθούν), ποια έθνη θα
χάσουν και ποια θα κερδίσουν, πού θα συσσωρευτεί η οικονομική και πολιτική δύναμη και
πώς οι νέες τεχνολογίες και τα νέα πολιτιστικά ήθη θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο
ζούμε.
Προπαγάνδα
Σε αυτό το βιβλίο ο Φρίντμαν, δεν παραλείπει να κάνει αναφορά και στην Τουρκία, την
οποία αποκαλεί «ανερχόμενη παγκόσμια δύναμη», οικοδομώντας μια εικόνα για την ίδια ως «γεωστρατηγικού μονόδρομου», που πρέπει να αγκαλιάσουν τα αμερικανικά συμφέροντα, αφού «κατά τα τελευταία 100 χρόνια η Τουρκία έχει μια πολύ περίεργη θέση
που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν, γιατί ήταν η πρώτη που περιβλήθηκε από τους
Ευρωπαίους και στη συνέχεια από τους Ρώσους και κατόπιν από τους Αμερικανούς. Οι
Αμερικανοί φεύγουν, οι Ρώσοι δεν ακολουθούν και οι Βρετανοί είναι απασχολημένοι με
άλλα πράγματα. Ξαφνικά η Τουρκία ανοίγει τα φτερά της». Και συνεχίζει γράφοντας πως
«Η Τουρκία είναι τώρα στην 17η θέση των μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο. Είναι
μεγαλύτερη από τη Σαουδική Αραβία. Έχει στρατό και στρατιωτική ικανότητα που είναι,
ίσως, η καλύτερη στην Ευρώπη, εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο. Θα μπορούσε να νικήσει
τους Γερμανούς σε ένα απόγευμα, τους Γάλλους σε μια ώρα, εάν εμφανισθούν». Όλες
αυτές οι «εκτιμήσεις» του Φρίντμαν επανέρχονται τώρα ολοένα και πιο συχνά από την
τουρκική προπαγάνδα, η οποία προσπαθεί να χτίσει ξανά τις σχέσεις της με τη νέα
αμερικανική κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν.
Το τουρκικό κανάλι «TGRT», μάλιστα, δημοσίευσε πρόσφατα έναν υποθετικό χάρτη, ο
οποίος είχε δημοσιευτεί το 2009 στο βιβλίο του Φρίντμαν και δείχνει – όπως το κανάλι
αναφέρει – ποια εδάφη αναμένεται ότι θα βρίσκονται υπό την επιρροή της Τουρκίας.
Συγκεκριμένα, δείχνει όλες τις χώρες που βρίσκονται μεταξύ του Καζακστάν και του
Τουρκμενιστάν, ξεκινώντας από αυτές μέχρι τη Λιβύη (και περιέχονται Σαουδική Αραβία,
Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Κατάρ, Εμιράτα, Ομάν, Υεμένη, Αίγυπτος, Συρία, Λίβανος, Ιορδανία,
Ιράκ, Ελλάδα, Κύπρος και Καύκασος), καθώς και τμήματα της Ρωσίας, χωρίς, ωστόσο, να
συμπεριλαμβάνει το Ιράν και την Παλαιστίνη.
Αυτός ο χάρτης, σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές, αλλά και τον ίδιο τον Φρίντμαν
διευκρινίζει τον κύριο στόχο του Ερντογάν, ο οποίος θα επιτευχθεί υποστηρίζοντας τις
ισλαμικές ομάδες, όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα, το ISIS και η Αλ Κάιντα, που
στάλθηκαν από την Τουρκία στο Ιράκ και τη Συρία, σύμφωνα με τον επικεφαλής του
κόμματος «Αιγύπτιοι», σύμβουλο Χουσεΐν Αμπού Αλ Άττα.
Επιπλέον, κανείς δεν έχει πια καμία αμφιβολία πως η Τουρκία, εξόπλισε και μετέφερε
φιλοτουρκικές ομάδες (από τη Συρία) στη Λιβύη για να πολεμήσουν, να πάρουν τον έλεγχο
της και να την προσαρτήσουν. Ένας «πονοκέφαλος» 20.000 μισθοφόρων και ξένων
στρατιωτών, σύμφωνα με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες,
που ο νέος μεταβατικός πρωθυπουργός της Λιβύης, Άμπντελ Χαμίντ Ντμπεϊμπά, θα πρέπει,
σύμφωνα με την συμφωνία που υπογράφθηκε με τον ΟΗΕ, να φροντίσει να αποχωρήσουν
από το Λιβυκό έδαφος.
Ο Ερντογάν έχει ήδη ξεκινήσει το σχέδιό του για να επιτύχει την επιρροή του, αφού μέσα σε
μικρό χρονικό διάστημα συνέχισε να καταλαμβάνει μέρος του βόρειου Ιράκ, χωρίς καμία
αντίσταση από τις δυνάμεις Πεσμεργκά (Κούρδους μαχητές στο ημιαυτόνομο Ιρακινό
Κουρδιστάν) με το πρόσχημα της καταπολέμησης του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος – το
οποίο ο Τούρκος Πρόεδρος ισχυρίζεται ότι είναι τρομοκρατικό – όπως και το άλλο μέρος του
που βρίσκεται στη Συρία. Σαν επιβεβαίωση αυτών ήρθαν τα πρόσφατα γεγονότα με την
επιχείρηση «Νύχι Αετού 2», την οποία εξαπέλυσαν στις 10 Φεβρουαρίου οι τουρκικές
ένοπλες δυνάμεις στην παραμεθόριο ορεινή περιοχή Γκάρα του βόρειου Ιράκ, με στόχο
τους αντάρτες του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ).
Ο εντοπισμός των 13 πτωμάτων Τούρκων ομήρων, κυρίως στρατιωτικών και αστυνομικών,
που είχαν αιχμαλωτισθεί από τους αντάρτες, την περασμένη Κυριακή, δίνει στην
κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν την ευκαιρία να εξαπολύσει αντεπίθεση σε οποιονδήποτε
αντιτίθεται στη ρητορική του ΡΚΚ ως τρομοκρατική οργάνωση.
Παρουσία
Έτσι, ο Ερντογάν αναπτύσσει μισθοφόρους επεκτείνοντας σιγά-σιγά την παρουσία του με
σκοπό να πάρει το Ιράκ και τη Συρία υπό την επιρροή του. Ωστόσο, η Αίγυπτος, δείχνει
μέχρι στιγμής να χαλάει τα σχέδια του «Σουλτάνου» και να ανατρέπει τις «προβλέψεις» του
κ. Φρίντμαν. Με επικεφαλής τον πρόεδρο, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, εμπόδισε την πρόοδο
της Τουρκίας στη Λιβύη, συμμετέχοντας σε πολλές διεθνείς και πολιτικές συμφωνίες για να
σταματήσει τον επεκτατισμό και τις φιλοδοξίες του Ερντογάν για τη Συρία και το Ιράκ.
Η Αίγυπτος με τη συμμετοχή της στο Φόρουμ Φιλίας και τις σχέσεις που έχει αναπτύξει
τόσο με Ελλάδα όσο και με Κύπρο, έχει γίνει ένας απόρθητος τοίχος μπροστά στην τουρκική
απληστία και η γραμμή άμυνας για όλες τις αραβικές χώρες από τον κίνδυνο του Ερντογάν.
Έχοντας αντιληφθεί το σχέδιό του Ερντογαν, προσανατολίζεται σταθερά στις
ισορροπημένες σχέσεις που βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό των κυριαρχικών
δικαιωμάτων, αποφεύγοντας κρίσεις και φυσικά καταδικάζοντας κάθε μορφή βίας και
στρατιωτικής επέμβασης για να επιβάλλει κάποιος τη δύναμή του. Για την Αίγυπτο και κάθε
κράτος που σέβεται το Διεθνές Δίκαιο αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Και όπως πρόσφατα με
νόημα δήλωσε ο Αιγύπτιος υπουργός Εξωτερικών, Σάμεχ Σούκρι, από του βήματος της
κοινής συνέντευξης Τύπου του Φόρουμ Φιλίας στην Αθήνα, «αν βρεθεί κάποιος που θέλει
να επεκταθεί και να αντιβεί το διεθνές δίκαιο και τις κοινές αρχές, πρέπει να αναλάβουν
όσοι έχουν την ευθύνη στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και να θυμίζουν τις αρχές του
σεβασμού και της σταθερότητας».
Όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ