Την αντίθεσή και τον προβληματισμό τους για την τέλεση του εορτασμού της Ανάστασης στις 9 το βράδυ εκφράζει το ΔΣ της Ένωσης Θεολόγων με ανακοίνωσή της στην οποία σημειώνει πως:
«Η μετακίνηση του καθιερωμένου, από την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), εορτασμού της Αγίας Αναστάσεως, από την Κυριακή, την Ημέρα του Κυρίου, στο Μεγάλο Σάββατο, θα έχει μηδαμινό όφελος, από υγειονομικής πλευράς», επισημαίνει στην ανακοίνωση και κάνει λόγο για «μέγιστη πνευματική ζημιά στις συνειδήσεις των Ορθόδοξων πιστών της χώρας».
Μάλιστα η Ένωση Θεολόγων αναφέρει πως «Η ρύθμιση και διατήρηση της εορτής των εορτών, κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες της Κυριακής και όχι το Σάββατο, δεν καθορίστηκε τυχαία από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αλλά, επειδή έτσι η Εκκλησία μας παρέμεινε και παραμένει πιστή στα θεολογικά κείμενα της Αγίας Γραφής και της Ιερἀς Παραδόσεώς μας» και παραθέτει τα σχετικά κείμενα της Καινής Διαθήκης αναφέρουν ότι το Μέγιστο Θαύμα του Χριστιανισμού, η Αγία Ανάσταση του Χριστού, αναγγέλθηκε από τις Μυροφόρες στους Αποστόλους, κατά παραγγελία του Αγγέλου, τα χαράματα της Κυριακής: «λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων» (Μάρκ. 16, 1-8) – (Ματθ. 28, 1-8), «τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων ὄρθρου βαθέος» (Λουκ. 24, 1-8) – (Ιω. 20, 1-2), διερωτώμενη, τελικά, τι είναι πιο σημαντικό, η Ανάσταση του Χριστού ή η τήρηση της Κ.Υ.Α; Μπορεί δηλαδή να αλλάξει ώρα η τελετή της Ανάστασης του Κυρίου και Θεού μας αλλά δεν μπορεί να αλλάξει η Κ.Υ.Α;
Ο αντίλογος βέβαια είναι πως όταν «ορθοτομούσαν» οι πατέρες της Εκκλησίας δεν υπήρχε καμμία υγειονομική κρίση, δεν υπήρχε μια θανατηφόρα ιογενής ασθένεια που να αποδεκατίζει κατά χιλιάδες τους πιστούς και να χρειάζεται να προβλέψουν τα υγειονομικά μέτρα τα οποία θα «ασφάλιζαν» την υγεία των ευσεβών χριστιανών που θα πήγαιναν στις εκκλησίες για να γιορτάσουν το χαρμόσυνο γεγονός της Ανάστασης.
Εξάλλου αν πάρουμε κατά γράμμα τα αποσπάσματα της Καινής Διαθήκης μπορούμε να πούμε πως μέχρι το πρωί της Κυριακής όπου πήγαν οι Μυροφόρες στον πανάγιο τάφο του Κυρίου και διαπίστωσαν το θαύμα της Ανάστασης δεν υπήρχε πιο πριν καμία άλλη απόδειξη πως η Ανάσταση δεν έγινε το απόγευμα του Σαββάτου ή το μεσημέρι του Σαββάτου αφού κανείς πλην των ρωμαίων στρατιωτών δεν βρισκόταν στον ιερό Τάφο.
Και δυστυχώς κανείς από τους Ρωμαίους στρατιώτες δεν μας άφησε καμία γραπτή μαρτυρία για τι συνέβη και πότε ακριβώς συνέβη. Άρα η ίδια η επιχειρηματολογία της Ένωσης Θεολόγων καταρρίπτεται από την ίδια την λογική.
Και επειδή μιλάμε για λογική σε ένα θαύμα – πράγμα που είναι ασυμβίβαστο ας θυμηθεί η ένωση Θεολόγων πως η Οικουμενική Σύνοδος η οποία θέσπισε τα όσα θέσπισε είχε κατά νου την ουσία του δόγματος και όχι τους τύπους. Ειδάλλως τα Χριστούγεννα τα οποία είθισται κατά την εκκλησιαστική τάξη να τα γιορτάζουμε στις 25 Δεκεμβρίου, αν ακολουθούσαμε τις Γραφές θα έπρεπε να τα γιορτάζουμε κάποια άλλη ημερομηνία καθώς όπως το βιβλίο Καθημερινή Ζωή στην Εποχή του Ιησού (Daily Life in the Time of Jesus) αναφέρει ότι τα ποίμνια έμεναν στο ύπαιθρο από «την εβδομάδα πριν το Πάσχα [τέλη Μαρτίου]» μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου», η γέννηση έγινε κάπου μεταξύ Άνοιξης και Φθινοπώρου.
Από αυτό και μόνο μπορεί να φανεί ότι η παραδοσιακή ημερομηνία για τα Χριστούγεννα, στο καταχείμωνο, είναι απίθανο να είναι σωστή, αφού το Ευαγγέλιο λέει ότι οι ποιμένες βρίσκονταν στους αγρούς. Κάτι που αποδέχονται και οι θεολόγοι, καθώς γνωρίζουν ότι η ακριβής ημερομηνία γέννησης είναι ήσσονος σημασίας για τη θρησκεία….
Ας σταματήσουν λοιπόν οι φωνές και οι μάχες για θέματα άνευ σημασίας και ας δούμε την ουσία του γεγονότος της Ανάστασης και το πώς αυτό το μήνυμα θα περάσει στις καρδιές των ανθρώπων λυτρώνοντάς τους από τον φόβο του θανάτου, ιδιαίτερα στους καιρούς της πανδημίας.