Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Το Παλαιστινιακό ευκαιρία εξόδου για τον Ερντογάν

«Η τουρκική σημαία στην Ιερουσαλήμ υπεστάλη έπειτα από 400 χρόνια. Από εκείνη τη μέρα και μετά, κανείς δεν μπορεί να πει πως επέφερε μια καλύτερη τάξη στη Μέση Ανατολή».

Tου Νίκου Βασιλειάδη

Καλεί τις μουσουλμανικές χώρες να «αναλάβουν δράση κατά των επιθέσεων του Ισραήλ», θέλοντας έτσι να βγάλει την Τουρκία από την απομόνωση στην Εγγύς Ανατολή

Αυτήν τη δήλωση δημοσίευσε στον προσωπικό του λογαριασμό ο Ιλμπέρ Ορταϊλί, πανεπιστημιακός καθηγητής Ιστορίας και ένας από τους πλέον κρατικά προβεβλημένους ιστορικούς, και εν προκειμένω το μήνυμα είναι σαφές: «Από τους Οθωμανούς καλύτερη διακυβέρνηση δεν πέρασε…». Παράλληλα, σε ιφτάρ που παρέθεσε ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε σφόδρα το Ισραήλ λέγοντας μεταξύ άλλων: «Το κράτος-τρομοκράτης του Ισραήλ επιτίθεται με άγριο και ανήθικο τρόπο στους μουσουλμάνους της Ιερουσαλήμ, που δεν έχουν άλλο σκοπό παρά την προστασία των ιερών τους και τη στήριξη των χιλιάδων ετών σπιτιών και εστιών τους.

Μετζίτ Ακσά

Κάθε επίθεση στην Ιερουσαλήμ στους χώρους προσευχής, με πρώτο το Μετζίτ Ακσά, όπως και οι επιθέσεις προς τους μουσουλμάνους, ταυτόχρονα είναι και επίθεση εναντίον μας. Είναι καθήκον κάθε ατόμου που λέει πως “είμαι άνθρωπος” να αντιταχθεί στους τυράννους που με τις αδίστακτες, ανήθικες, παράνομες και ασεβείς πράξεις τους μολύνουν την Ιερουσαλήμ που φιλοξενεί ιερούς τόπους τριών θρησκειών. Οποιοσδήποτε παραμένει σιωπηλός ή δεν επιδεικνύει μια αξιοσημείωτη στάση και στηρίζει έμμεσα, είναι συνεταίρος στις διώξεις που συμβαίνουν εκεί».

Περίπου έναν αιώνα πριν, η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σήμανε και την έναρξη του βρετανικού ελέγχου της περιοχής της Παλαιστίνης, η οποία τότε φιλοξενούσε κατά κύριο λόγο Άραβες αλλά και μία μικρή κοινότητα Εβραίων. Αν και λιγότεροι αριθμητικά, οι δεύτεροι αισθάνονταν την περιοχή ως το προγονικό τους σπίτι και η ανάθεση στη Βρετανία από τη διεθνή κοινότητα της δημιουργίας εβραϊκής εστίας στην περιοχή αποτέλεσε χρονικό σημείο αναφοράς της σημερινής έντασης.

Οι διώξεις κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη οδήγησαν χιλιάδες Εβραίους να μετοικίσουν στην περιοχή. Οι εντάσεις μεταξύ των δύο λαών αυξήθηκαν όταν η διεθνής κοινότητα ανέθεσε στη Βρετανία το καθήκον να δημιουργήσει ένα «εθνικό σπίτι» στην Παλαιστίνη για τους Εβραίους. Το 1947 ο ΟΗΕ υιοθέτησε ψήφισμα για τη δημιουργία ξεχωριστών κρατών, με την Ιερουσαλήμ ως διεθνή πόλη. Σε αντίθεση με τους Άραβες, οι Εβραίοι αποδέχτηκαν το σχέδιο, το οποίο όμως δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Οι Βρετανοί αποχώρησαν έναν χρόνο μετά από την περιοχή, δίνοντας χώρο για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ.

Συγκρούσεις

Η ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ πυροδότησε την πολεμική σύγκρουση των Εβραίων με τους Παλαιστινίους αλλά και με στρατεύματα από γειτονικές αραβικές χώρες, με το Ισραήλ να ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, την Ιορδανία, τη ∆υτική Όχθη και την Αίγυπτο, τη Γάζα η οποία ελέγχεται από τη Χαμάς, μια παλαιστινιακή οργάνωση χαρακτηρισμένη από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ΗΠΑ και άλλες χώρες ως τρομοκρατική. Βέβαια, παρά το ανοικτό μέτωπο της Παλαιστίνης, το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με αρκετά αραβικά κράτη, όπως με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, τη Σαουδική Αραβία, το Μαρόκο και το Σουδάν, αξιοποιώντας τον ανταγωνισμό τους με το Ιράν και γι’ αυτό δεν έχει αντίδραση από τις αραβικές χώρες για τα όσα συμβαίνουν αυτήν τη στιγμή στη Λωρίδα της Γάζας.
Οι αραβικές χώρες, με τις οποίες το Ισραήλ έχει εξομαλύνει τις σχέσεις του, επέλεξαν να κρατήσουν συγκρατημένες αποστάσεις. Το Μαρόκο εξέφρασε τη «βαθιά του ανησυχία» για τη βία. Το υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων καταδίκασε ρητά την έφοδο των Ισραηλινών στο Τέμενος Αλ Άκσα, ζητώντας αποκλιμάκωση της κατάστασης. Το υπουργείο Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας απέρριψε ισραηλινά σχέδια εποικισμού της ανατολικής Ιερουσαλήμ και ζήτησε την αποκατάσταση των συνόρων στα όρια προ του «πολέμου των 6 ημερών» του 1967.

Όμως αυτή η «σύμπλευση» του Ισραήλ με τα Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία έρχεται σε αντίθεση με τα σχέδια του Τούρκου προέδρου και του Ιρανού θρησκευτικού ηγέτη Αγιατολάχ Χαμενεΐ, που οραματίζονται την ηγεμονία των μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής, ειδικά των σιιτών.

Ο Ερντογάν εδώ και χρόνια προβάλλει εαυτόν ως προστάτη για όλους τους ομόθρησκους «αδελφούς» του στη Μέση Ανατολή, προωθώντας τη νεο-οθωμανική επιρροή στην περιοχή. Ενδεικτικές κινήσεις της πολιτικής αυτής του Τούρκου προέδρου είναι η αποδυνάμωση των Κούρδων και το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο καθώς και οι κινήσεις για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων στη Μεσόγειο, που φέρνουν την Τουρκία αντιμέτωπη με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, δύο χώρες που για τον ίδιο λόγο έχουν έρθει πλέον σε συνεννόηση, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας και της Κύπρου.

∆ικαιώματα

Λογικά λοιπόν ο Ερντογάν θα θελήσει τώρα, με εκκίνηση τα γεγονότα στην Ιερουσαλήμ και τη Λωρίδα της Γάζας, να βάλει το βαθύ χέρι της Τουρκίας και πάλι στην περιοχή «προστατεύοντας» τα δικαιώματα των Παλαιστινίων μουσουλμάνων.

Ο Ερντογάν πάει μάλιστα ένα βήμα πιο πέρα, λέγοντας ότι «η προστασία της τιμής της Ιερουσαλήμ είναι καθήκον κάθε μουσουλμάνου». Καλεί επίσης όλες τις χώρες, πρωτίστως τις μουσουλμανικές, να «αναλάβουν δράση κατά των επιθέσεων του Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων», θέλοντας να βγάλει την Τουρκία από την απομόνωση στην Εγγύς Ανατολή, πιεζόμενος από την οικονομική κρίση και την αλλαγή κυβέρνησης στην Ουάσιγκτον.
Η Τουρκία χρειάζεται και πάλι συμμάχους για να διατηρήσει αυτό που ο Ερντογάν εμφάνισε στον τουρκικό πληθυσμό ως γεωστρατηγικές και οικονομικές επιτυχίες. Άρα σε αυτήν τη μεταστροφή της τουρκικής πολιτικής οι ταραχές στη Γάζα και την Ιερουσαλήμ φαντάζουν σαν μια από τον Θεό δοσμένη ευκαιρία για να ξεπεράσει την απομόνωσή της και να διεκδικήσει έναν δυναμικότερο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή δημιουργώντας νέες ισορροπίες.

Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Ερντογάν πήρε τον Πάπα τηλέφωνο ζητώντας να τεθεί τέλος στη “σφαγή” των Παλαιστινίων από το Ισραήλ

Η Τουρκία υποβάλλει αίτηση για αμυντικό πρόγραμμα της ΕΕ ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ

 

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ