Εδώ και μήνες κάθε κίνηση της υπουργού Πολιτισμού είναι στο στόχαστρο πολλών και ειδικότερα του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς γενικώς. Ειδικά η όποια απόφασή της για τον Ιερό Βράχο δίνει αφορμή για πολύ σκληρή κριτική μετά το γνωστό «τσιμέντωμά» του.
Του Νίκου Βασιλειάδη
Διχογνωμία και επικρίσεις από αρχαιολόγους που ζητούν σεβασμό, λέγοντας ότι μνημεία όπως η Ακρόπολη δεν χωρούν στο κοστούμι της εμπορικής διαπραγμάτευσης
Οι εικόνες με το τσιμέντο στην Ακρόπολη, που έρχονται καθημερινά στο φως της δημοσιότητας, αποτυπώνουν ότι αυτό το οικοδομικό υλικό έχει απλωθεί γύρω από τον Παρθενώνα αλλά και ανάμεσα στα μνημεία, με αποτέλεσμα να χάνεται η αίσθηση του Βράχου, και έχουν προκαλέσει μεγάλη συζήτηση και πολλές ενστάσεις από τους ειδικούς αλλά και από το κοινό.
Η πρόεδρος
Μάλιστα, η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, ∆έσποινα Κουτσούμπα, περιγράφοντας τις «καταστροφές που έχουν συντελεστεί στον Βράχο» και την «απαράδεκτη προχειρότητα και παραπλάνηση σε κάθε στάδιο» του έργου, ανέφερε πως «στη δική μας χώρα, όμως, φαίνεται ότι οι μεγάλοι τουριστικοί πράκτορες έχουν περισσότερα δικαιώματα από το ίδιο το μνημείο. Κι έτσι φτάσαμε στο τσιμέντωμα και της ίδιας της Ακρόπολης! Η ντροπή αυτή πρέπει να σταματήσει εδώ».
Οι επικριτές του έργου αναφέρουν πως κατασκευάστηκαν νέοι τσιμεντοστρωμένοι δρόμοι με πλάτος έως 9,5 μέτρα και ύψος που ξεπερνάει τα 30 εκ., οι οποίοι απομονώνουν τον Παρθενώνα από τα άλλα μνημεία του Βράχου λειτουργικά και αισθητικά, εξαφανίζουν τον Βράχο στα σημεία που έχει στρωθεί και αλλάζουν την εικόνα του μνημείου.
«Μοιάζει σαν να ανεβάζει την εικόνα της τσιμεντούπολης πάνω στον Βράχο της Ακρόπολης!» λένε και περιγράφουν πως υπάρχουν σημεία στα οποία κάθεσαι και δεν καταλαβαίνεις ότι είσαι σε έναν αρχαιολογικό χώρο – και όχι σε μια πλατεία που τυχαίνει να έχει και διάσπαρτες αρχαιότητες.
Πριν ακόμη κοπάσει όλος αυτός ο θόρυβος, μια άλλη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου ήρθε να ρίξει και άλλο λάδι στη φωτιά και να ανάψει τον «διάλογο» για το τοπόσημο για την Αθήνα και για όλη τη χώρα.
Ο γνωστός οίκος Dior ζήτησε την άδεια να χρησιμοποιήσει τον χώρο της Ακρόπολης ως φόντο για μια επίδειξη μόδας. Άδεια που δόθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού. Αυτή η απόφαση και μόνο έφτανε για να γίνει ο κακός χαμός και να ενταθεί η πολεμική κατά της κυρίας Λίνας Μενδώνη.
Οι υποστηρικτές της απόφασης λένε πως ο αρχαιολογικός χώρος δεν βλάπτεται καθόλου από τη φωτογραφική προβολή μέσω του πασίγνωστου οίκου μόδας. Τέτοιες εκδηλώσεις έχουν γίνει παντού στον κόσμο, σε σημαντικά μνημεία και εμβληματικούς χώρους. Άλλωστε και επί ΣΥΡΙΖΑ είχε παραχωρηθεί ο χώρος της Ακρόπολης για τηλεοπτικό σόου του BBC, χωρίς να υποστεί ο χώρος υποβάθμιση – αντίθετα υπήρξαν πολύ θετικά σχόλια.
Εκδηλώσεις
Εξάλλου, όπως ισχυρίζονται, υπάρχουν στον πλανήτη και άνθρωποι που δεν ξέρουν τόσο καλά την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό μας. Αντιθέτως, λόγω οικονομικής ευμάρειας γνωρίζουν τους οίκους μόδας και αντίστροφα. Επομένως, οι εκδηλώσεις αυτές προβάλλουν την Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό. Κατά τα λεγόμενά τους, δηλαδή, δεν προβάλλει η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας τον οίκο μόδας, αλλά ο οίκος μόδας προβάλλει το μνημείο…
Μάλιστα, η φωτογράφηση για τη συλλογή «Cruise 2022» δεν θα περιοριστεί μόνο στην Ακρόπολη, αλλά συμπεριλαμβάνει το Ηρώδειο, την Αρχαία Αγορά, τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο και τον ναό του ∆ιός στη Νεμέα ως μια επετειακή φωτογράφηση για τα 70 χρόνια από την «ιστορική πρώτη εκείνη φωτογράφηση» του 1951, όταν ο γνωστός οίκος παρουσίασε τη συλλογή του με φόντο τον Παρθενώνα, η οποία εμπνέεται από τον ελληνικό πολιτισμό και το σύγχρονο αποτύπωμά του.
Οι επικριτές της απόφασης αυτής αντιτείνουν πως τα μνημεία μας είναι αυτόφωτα και ονομαστά σε όλο τον πλανήτη. Κι αν κάτι χρειάζονται από μας και τους επιγόνους μας είναι σεβασμός, και φυσικά κάποια μνημεία, όπως η Ακρόπολη, δεν χωρούν στο κοστούμι της εμπορικής διαπραγμάτευσης. Είναι πολύ αφελές το επιχείρημα πως κάποιος ξαφνικά θα μάθει την Ιστορία της Ελλάδας και τον πολιτισμό μας μέσα από ένα ντεφιλέ. Κάποιοι, μάλιστα, μίλησαν και για εκείνη την πρώτη φωτογράφηση του 1951, που στη βασανισμένη και πληγωμένη μετεμφυλιοπολεμική Ελλάδα ο Ζαν-Πιερ Πεντρατσινί φωτογράφιζε για λογαριασμό του περιοδικού «Paris Match» τα μοντέλα του Dior μπροστά από τον Παρθενώνα, με τη μισή Ελλάδα να στενάζει στα βράχια του «Παρθενώνα».
Τώρα, λένε, «τσιμεντωμένη» και «λουστραρισμένη» η Ακρόπολη, έτσι όπως τη θέλει η αισθητική της κυβέρνησης, παραδίδεται στον βωμό ενός νεοαποικιακού αφηγήματος που αντιλαμβάνεται τα εμβληματικά-ταυτοτικά μνημεία του τόπου ως ντεκόρ για ντεφιλέ και πασαρέλες.
Κάποιοι μάλιστα προχωρούν ακόμη περισσότερο στις επικρίσεις τους ενθυμούμενοι πως ο οίκος μόδας είχε προαναγγείλει περισσότερο από έναν μήνα πριν από την έκδοση της απόφασης του ΚΑΣ ότι θα χρησιμοποιήσει τους ελληνικούς αρχαιολογικούς χώρους για το ντεφιλέ του και το συνδυάζουν με το σπάσιμο της καραντίνας από τη σύζυγο του πρωθυπουργού, καθώς, εν μέσω lockdown, είχε συνοδεύσει τα στελέχη του οίκου μόδας προκειμένου να ερευνήσουν, ύστερα από περιήγηση σε μουσεία, τη δυνατότητα η νέα κολεξιόν τους το 2021 να έχει αναφορά στην Ελλάδα, με αφορμή και τα 200 χρόνια από την Ανεξαρτησία.
Οι έριδες που προκαλεί η χρήση του Παρθενώνα για καλλιτεχνικούς ή διαφημιστικούς σκοπούς δεν είναι φαινόμενο των καιρών μας. Κι αν η φωτογράφηση της Μόνα Πάιβα και της Νικόλσκα το 1928 από τη Nelly’s ακόμη και σήμερα θεωρείται σπουδαία από καλλιτεχνικής άποψης, δεν είναι λίγες οι φορές τις τελευταίες δεκαετίες που το μνημείο-σύμβολο της UNESCO, o Παρθενώνας, με ή χωρίς εγκρίσεις, έχει αποτελέσει αντικείμενο του πόθου εταιρειών που επιδιώκουν να διαφημιστούν μέσα από το πλέον αναγνωρίσιμο μνημείο της κλασικής αρχαιότητας. Και για όσους θυμήθηκαν τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα που επέλεξε τον Παρθενώνα για να στείλει ένα μήνυμα δημοκρατίας, σε ένα ταξίδι που περιελάμβανε την τελευταία επίσημη ομιλία του σε διεθνές ακροατήριο, να σημειώσουμε πως αν οι επιτελείς του έκριναν ότι η Αθήνα και ειδικότερα η Ακρόπολη αποτελούσε το καταλληλότερο σκηνικό για να γίνει αντιληπτό το νόημα της πολιτικής παρακαταθήκης του και ο χώρος έγινε μέρος του μηνύματος, αυτό ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό και εξαιρετικό και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με τους οίκους μόδας, όπως του οίκου Gucci (που απορρίφθηκε), ούτε με τους διάφορους αστέρες τύπου Jennifer Lopez και της φωτογράφησής της, η οποία έγινε χωρίς την άδεια του ΚΑΣ.
Η τυφλή τακτική του «όχι» ή του «ναι» σε όλους είναι μεν βολική, αποκαλύπτει όμως μια διαχρονική ανικανότητα διαχείρισης του σπάνιου αρχαιολογικού πλούτου και την έλλειψη μιας σοβαρής πολιτιστικής πολιτικής. Οι εποχές άλλαξαν. Η Ακρόπολη δεν χρειάζεται διαφήμιση και όπως μια καλή φίλη -πολύ καλή γνώστρια της μόδας- μου ψιθύρισε, ο παραπαίων οίκος Dior χάνεται… Πέρασαν οι εποχές που το παταράκι στην Κριεζώτου ήταν σαββατιάτικη επίσκεψη.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί