Τα ψέματα και ουτοπίες τελείωσαν. Ζούμε ένα καλοκαίρι γεμάτο ακραία καιρικά φαινόμενα. Με τρομακτικούς καύσωνες, με τις χωρίς προηγούμενο πλημμύρες, με τις μεγάλες δασικές πυρκαγιές.
Και δεν έχει κανείς μας το δικαίωμα να πει πως δεν το βλέπαμε να έρχεται. Το είχαμε δει όταν καίγονταν η Αυστραλία, η Αμερική, ο Αμαζόνιος, το νιώσαμε σε δικές μας πυρκαγιές αλλά και πλημμύρες. Το βλέπαμε, μα δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τη βασική, στοιχειώδη αλήθεια.
Το σπίτι μας καίγεται.
Δεν υπάρχει καλύτερη περιγραφή γι’ αυτό που συμβαίνει. Είτε σε επίπεδο κλίματος, είτε σε επίπεδο ανθρώπινης ζωής με τη μορφή της πανδημίας.
Και το ζήτημα που θέτουμε σχεδόν καθημερινά, είτε μόνοι μας στους εαυτούς μας, είτε στις συζητήσεις μας με τους άλλους, αφορά πια το τι είμαστε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο για να διαφυλάξουμε τη ζωή μας ως βιολογικό γεγονός, το πού βαδίζουμε πολιτικά και ηθικά, και το πώς αντιλαμβανόμαστε εντέλει αυτό που ονομάζουμε ζωή ή υγεία.
Και εδώ έρχεται το αμείλικτο ερώτημα. Είναι η παράταση του θανάτου -διότι περί αυτού πρόκειται, εφόσον βιολογική σωτηρία δεν υφίσταται- η αξία που πρέπει αυτονόητα να ιεραρχούμε πάνω από κάθε άλλη, δίχως κανένα περιθώριο συζήτησης;
Είναι μόνο η οικονομία που δικαιούται να θέτει όρια ή αντισταθμίσματα σε αυτήν την απαίτηση; Επίσης έχει κάποια ιστορία αυτή η απαίτηση και η σχέση της με την εν λόγω «οικονομία»;
Τι είμαστε διατεθειμένοι να πράξουμε ή να θυσιάσουμε προκειμένου να πολεμήσουμε έναν εχθρό που έρχεται εν είδει θείας τιμωρίας ή θείας πρόνοιας να πάρει όσους πάρει και να αφήσει όσους αφήσει; Όμως, αυτό δεν γίνεται με ευχολόγια, αλλά με πράξεις, και δη επείγουσες.
Και αυτές δεν είναι πράξεις που θα τις κάνουν μόνο «κάποιοι άλλοι». Η σωτηρία υπάρχει επειδή υπάρχεις εσύ αλλά και οι άλλοι, επειδή υπάρχουν πολλαπλότητα και πλήθος. Υπάρχει σωτηρία μόνο επειδή δεν είμαι μόνος.
Μπορώ να σώσω τον εαυτό μου μόνο ως ένας μεταξύ πολλών, ως άλλος μεταξύ άλλων. Στο σπίτι που φλέγεται μπορείς να συνεχίζεις να κάνεις ό,τι έκανες πριν, αλλά δεν μπορείς να αποστρέψεις το βλέμμα σου από αυτό που τόσο απροκάλυπτα σου δείχνουν οι φλόγες.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί