Ο καυστικός λόγος και η ερευνητική δημοσιογραφία του Γιώργου Τράγκα, τον καταξίωσαν στο χώρο του ραδιοφώνου (κυρίως) και στις εκδοτικές του προσπάθειες από πολύ νωρίς ενώ πρόσφατα έκλεισε μισό αιώνα στις επάλξεις.
Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Ο καυστικός λόγος και η ερευνητική δημοσιογραφία του Γιώργου Τράγκα στον χώρο του ραδιοφώνου (κυρίως) και στις εκδοτικές του προσπάθειες ενώ πρόσφατα έκλεισε μισό αιώνα στις επάλξεις
«Ο θείος έφυγε». Μέσα σε τρεις λέξεις, εκατοντάδες άνθρωποι του ελληνικού Τύπου αποτύπωσαν το δυσάρεστο μαντάτο που έκανε από τα ξημερώματα της Τρίτης τον γύρο του Διαδικτύου και όλων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Για τον απλό κόσμο, βέβαια, η είδηση αποτυπωνόταν διαφορετικά. «Πέθανε και ο Τράγκας…». Για τον ίδιο άνθρωπο μιλάμε, που έλεγε και το τραγούδι. Απλώς, για τους εργαζόμενους σε εφημερίδες, ραδιόφωνα, τηλεοπτικούς σταθμούς, περιοδικά, εσχάτως και sites, ο Γιώργος Τράγκας ήταν ο «θείος», ο οποίος βρίσκεται, πλέον, εκεί ψηλά και ίσως ετοιμάζεται για άλλο ένα ραδιοφωνικό show… Διότι κι εκεί που πηγαίνει κάποιος όταν εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο, ο «θείος» τα ίδια θα κάνει. Όπως, άλλωστε, λέει και ο λαός «πρώτα βγαίνει η ψυχή του ανθρώπου και μετά το χούι».
Το κισμέτ
Για τον Τράγκα η ενασχόληση με το ραδιόφωνο, τις εφημερίδες και λιγότερο με την τηλεόραση ήταν χούι. Ήταν το κισμέτ. Από τότε που θυμόταν τον εαυτό του ήθελε να γίνει δημοσιογράφος. Κι έγινε! Διότι, όπως περιέγραφε ο ίδιος τον εαυτό του, «ήμουν τσιπαρισμένος από μικρός». Φράση που συνόδευε με μία κίνηση του χεριού του, για να δείξει πού ακριβώς του είχαν εμφυτεύσει το τσιπάκι.
Ο Τράγκας ήταν… και του αλωνιού και του σαλονιού. Μεγάλωσε στο Μεταξουργείο και εκεί για να σταθεί κάποιος έπρεπε να ’ναι έξυπνος, αλλά και μπεσαλής. Δεν είχε σημασία αν ο πατέρας του είχε κλινική. Στα σουλάτσα μετρούσε ο δικός του τρόπος σκέψης. Η δική του θεώρηση των πραγμάτων και ο τρόπος που προσέγγιζε τους πάντες.
Στο πατρικό του, στην οδό Θερμοπυλών, ο Γιώργος Τράγκας είχε καλύτερα παιδικά χρόνια από τους περισσότερους συνομήλικούς του. Κι ας έγινε κατά καιρούς αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα στους χωρισμένους γονείς του, τον γυναικολόγο Ιωάννη Τράγκα και τη μητέρα του, την Ευθυμία, την οποία έχασε πριν από 10 χρόνια. Πέρα από τη… στρωμένη δουλειά του πατέρα του, ο «θείος» είχε και τον παππού, ο οποίος ως φούρναρης φρόντιζε για την οικογένεια.
Ο μικρός Γιώργος, βέβαια, είχε το μικρόβιο της δημοσιογραφίας από τα εφηβικά χρόνια του. Κι ας έκανε το… παπαδοπαίδι πότε στον Άγιο Γεώργιο και ενίοτε στον Προφήτη Δανιήλ. Εκείνη την εποχή ήταν που ρώτησε έναν από τους κορυφαίους του χώρου για τα προσόντα που πρέπει να έχει ένας νέος ώστε να γίνει ρεπόρτερ. «Θράσος, όπως έχεις εσύ», ήταν η απάντηση. Από τότε, το θράσος έγινε alter ego του ονόματός του. Κάπως έτσι έφτασε το 1988 στο Χέρφιλντ και έστειλε τις εντελώς αντίθετες ανταποκρίσεις από εκείνες που επιθυμούσε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ για την πορεία της υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου. Πήγε κόντρα στο ρεύμα, αν και συνεργαζόταν με την κρατική ΕΡΤ. Τα ρεπορτάζ του, βέβαια, τα έστελνε στον «Ελεύθερο Τύπο» και μπήκε στο στόχαστρο του Μιχάλη Ζιάγκα. Το «δεξί χέρι» του Ανδρέα Παπανδρέου όχι μόνο επιτέθηκε και χτύπησε τον δημοσιογράφο, αλλά τον κυνήγησε και στους κήπους του νοσοκομείου. Ήταν μία κίνηση που εξελίχθηκε σε μπούμερανγκ για τον Ζιάγκα, αλλά και για τον ίδιο τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Ο Τράγκας έγινε λαϊκός ήρωας. Η αναγνωρισιμότητά του απογειώθηκε, ενώ ο Ανδρέας Παπανδρέου υποχρεώθηκε σε εκείνο το νεύμα προς τη Δήμητρα Λιάνη κατά την προσγείωση του αεροπλάνου που τον έφερε στην Ελλάδα από το Λονδίνο μετά την επέμβαση στην καρδιά.
Ο Γιώργος Τράγκας, πάντως, είχε μπει στη δημοσιογραφία από πολύ νωρίς. Γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1949 και πριν από τα 20 χρόνια του είχε αρχίσει να γράφει αγώνες στα αθλητικά της «Μεσημβρινής», αλλά και ρεπορτάζ για το περιοδικό «Εικόνες». Αργότερα, ασχολήθηκε με το αστυνομικό ρεπορτάζ και έμεινε σ’ αυτό σχεδόν 22 χρόνια πριν πάρει μεταγραφή για τις πολιτικές σελίδες. Ούτε τα αθλητικά παραμέλησε, βέβαια, ούτε και τις πηγές του στο αστυνομικό ρεπορτάζ. Η φωτογραφία του με τον «καλπάζοντα συνταγματάρχη» Φέρεντς Πούσκας δέσποζε στο γραφείο του. Κάπως έτσι, άλλωστε, αποφάσισε το 2000 να εκδώσει μία αθλητική εφημερίδα, το «Derby», με τη σύμπραξη του Άγγελου Φιλιππίδη και του Πέτρου Στάθη. Η εφημερίδα προοριζόταν να γίνει το στήριγμα του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ. Τελικά, έγειρε οριστικά προς τους «πράσινους», έπειτα από εκείνο το επικό Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός 1-4 μέσα στο «Απόστολος Νικολαΐδης». Αργότερα, βέβαια, ο Τράγκας έβγαλε και το «Score». Αρχικά με στόχο να φτιάξει τη… «L’Équipe» της Ελλάδας, αλλά εντέλει αντιλήφθηκε ότι ήταν προτιμότερη η στροφή προς την ΑΕΚ. Κάποια στιγμή, έπειτα από έξι χρόνια, αποφάσισε να βγάλει και το «Νταμπλ» με στόχο τους οπαδούς του Ολυμπιακού. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που δεν άκουσε την άποψη εκείνου που του έδειξε τον δρόμο για να πετύχουν το «Derby» και το «Score». Μοιραία, το «Νταμπλ» κράτησε μία εβδομάδα.
Αναγνωρισιμότητα
Η αναγνωρισιμότητα που του απέφερε η επίθεση του Ζιάγκα εξαργυρώθηκε από τον Τράγκα στο ραδιόφωνο. Με την εκπομπή «Εν Αθήναις» στον ΣΚΑΪ, ο δημοσιογράφος έγινε το σημείο αναφοράς στις πρωινές ζώνες. Η ακροαματικότητά του ξεπερνούσε το 50%. Κι όπως έλεγε, «εγώ και ο Κακαουνάκης ρίξαμε τον Μητσοτάκη». Ίσως και να ’χε δίκιο. Με τον Κρητικό, πάντως, δεν τα είχαν και ιδιαίτερα καλά. Στις αρχές του 2000 έφτασαν μέχρι τα δικαστήρια. Ο Τράγκας, άλλωστε, ήταν ταγμένος στη Νέα Δημοκρατία, ενώ ο Κακαουνάκης μόνο που δεν κυκλοφορούσε με T-shirt του ΠΑΣΟΚ.
Το όνειρο του Γιάννη Τράγκα ήταν να γίνει ο γιος του γιατρός. Τον έστειλε, μάλιστα, για σπουδές στην Ιταλία. Ο «θείος», όμως, είχε τα δικά του σχέδια. Κατά την παραμονή του στη χώρα της μόδας ασχολήθηκε με αυτόν τον τομέα. Επηρεάστηκε η εμφάνισή του, αλλά και ο τρόπος σκέψης του. Όπως και η φρασεολογία του. Όχι, όμως, η ιδεολογία του. Κυρίως αντιλήφθηκε πώς λειτουργεί το marketing. Έτσι, όταν έβγαλε τη «Χώρα», αν και ήταν ταγμένος στην καραμανλική πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας, έκανε την έκπληξη και στο πρώτο φύλο της εφημερίδας φιλοξένησε συνέντευξη της Ντόρας Μπακογιάννη.
Ήταν μία κίνηση καλής θέλησης απέναντι στην οικογένεια Μητσοτάκη. Γνώριζε από τέτοια τρικ ο Τράγκας. Μπορεί να το επιβεβαιώσει και η Δήμητρα Λιάνη, η οποία ήταν ορκισμένη εχθρός του. Αλλά μια βραδιά στο σπίτι του Αλέξανδρου Λυκουρέζου και της Ζωής Λάσκαρη, ο Τράγκας έτεινε χείρα φιλίας στη Λιάνη και την κάλεσε να χορέψουν στο διπλανό κτήμα. Κατά σύμπτωση υπήρχε ένας παπαράτσι και η φωτογραφία του έγινε πρωτοσέλιδο στο περιοδικό «Crash» του… Γιώργου Τράγκα.
Ακριβοπληρωμένος
Ο συγκρουσιακός χαρακτήρας του δημοσιογράφου τον οδηγούσε συχνά – πυκνά σε αλλαγή εργοδότη. Πάντα, όμως, με το κατάλληλο πριμ. Ήταν από τις αρχές των 90s ο πιο ακριβοπληρωμένος ραδιοφωνικός παραγωγός. Παράλληλα, όμως, άρχισε και την τηλεόραση. Πότε με την εκπομπή «Χωρίς αναισθητικό», αλλά και με το show «Viva». Στις αρχές της πρώτης τετραετίας του Κώστα Σημίτη αποφάσισε να γίνει… αφεντικό. Συνεταιρίστηκε με τον επιχειρηματία του τουρισμού Κώστα Μήτση και εξέδωσαν τη «Βραδυνή», η οποία αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες αγάπες του Γιώργου Τράγκα. Δούλεψε, άλλωστε, αρκετά χρόνια σε αυτήν.
Κάποια στιγμή τα έσπασε με τον Μήτση και σχεδίασε την έκδοση της «Χώρας». Ήξερε, άλλωστε, ότι μπορούσε να σταθεί απέναντι στον Κακαουνάκη, ο οποίος είχε προχωρήσει τρεις μήνες νωρίτερα στην έκδοση της εφημερίδας «στο Καρφί», που ήταν καθημερινή.
Στα χρόνια της «Βραδυνής», τον Τράγκα συνόδευε η ιστορία ότι κάποια στιγμή επικαλέστηκε ληστεία της χρηματαποστολής που μετέφερε τη μισθοδοσία των εργαζομένων. Με συνέπεια, βέβαια, την έναρξη των καθυστερήσεων στις πληρωμές. Εκείνη την περίοδο ο δημοσιογράφος μπήκε και στο στόχαστρο αγνώστων που θέλησαν να τον σκοτώσουν με εκρηκτικό μηχανισμό. Τη βόμβα-αρκουδάκι είχε εντοπίσει ο τότε επικεφαλής της φρουράς του, ο μακαρίτης Πολύβιος.
Αργότερα, στη «Χώρα», ο Τράγκας είδε τον Κακαουνάκη να τον κάνει πρωτοσέλιδο «στο Καρφί», ακριβώς κάτω από τον Κώστα Καραμανλή. «Απίστευτο: ο Τράγκας δεν πλήρωσε το δώρο στους εργαζομένους στη ‘‘Χώρα’’», ήταν ο τίτλος στις 23 Δεκεμβρίου 2000. Ημέρα που η εφημερίδα του Κρητικού δημοσιογράφου έκανε ρεκόρ πωλήσεων, μια και άτομα από τη φρουρά του «θείου» αγόρασαν 100άδες φύλλα από το κέντρο της Αθήνας. Ήταν η εποχή που ο Κακαουνάκης ενίσχυσε την επιχειρηματολογία του για το παρατσούκλι «Φράγκας».
Η επιτυχία της «Χώρας», η καλή πορεία του «Derby» και η σταθεροποίηση του «Score» οδήγησαν στην έκδοση του «Financial Box», που απευθυνόταν κυρίως σε συνδρομητές, όπως για παράδειγμα ο Ανδρέας Μαρτίνης, καθώς στο «Ερρίκος Ντυνάν» πήγαιναν καθημερινά 100 φύλα της εφημερίδας. Έβγαλε και την «Ανεξαρτησία», αλλά χωρίς επιτυχία.
Το «Crash»
Από τις αρχές των 90s ο Γιώργος Τράγκας αποφάσισε να εκδώσει και το περιοδικό «Crash». Το οποίο, όμως, δεν είχε περιοδικότητα. Άλλοτε έβγαινε συνεχόμενους μήνες, έπειτα σταματούσε την έκδοση. Αλλά ήταν το εργαλείο του μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί εξέφρασε τον καημό του για τα μνημόνια. Εκεί φωτογραφήθηκε ντυμένος τσολιάς που σήκωνε τη φουστανέλα και έδειχνε στην Άνγκελα Μέρκελ τα απόκρυφά του. Πάνω στο περιοδικό έφτιαξε και το σάιτ «Crashonline», αλλά και το ιντερνετικό ραδιόφωνο όταν ολοκληρώθηκαν οι συνεργασίες του με τα «Παραπολιτικά» και με τον «Ελλάδα FM».
Πριν από την επιστροφή του στην αγορά ραδιοφωνικής εργασίας, βέβαια, ο Τράγκας είχε αποκτήσει δικό του σταθμό, τον Profit, αλλά και τηλεοπτικό σταθμό, το «Κανάλι 10». Όλα, όμως, τα πούλησε! Μαζί με τις εφημερίδες. Κάποια Μέσα στο δίδυμο των Πέτρου Κυριακίδη – Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, αλλά και στον Αντώνη Δελατόλα, ακόμα και στον νυν λογογράφο του Κυριάκου Μητσοτάκη, τον Γιάννη Βλαστάρη, εκχώρησε κάποια έντυπά του.
Ήξερε πότε να πουλήσει. Όπως και πότε να αγοράσει. Αλλά κυρίως. Για παράδειγμα, ο Τράγκας είχε σπίτια στη Γαλλία. Όπως είχε και μία βίλα στην Κηφισιά. Την πήρε κοψοχρονιά, επειδή τη συνόδευαν… φαντάσματα από το ξεκλήρισμα μιας ολόκληρης οικογένειας, σε ένα από τα χειρότερα εγκλήματα στην Ιστορία της Ελλάδας.
Στην προσωπική ζωή του ο Γιώργος Τράγκας υπήρξε λάτρης των γυναικών. Του άρεσε, άλλωστε, ο κινηματογράφος και οι σταρ της μεγάλης οθόνης είχαν ανάλογη συμπεριφορά. Γι’ αυτό παντρεύτηκε τρεις φορές και, μάλιστα, την τρίτη γυναίκα του, τη Μαρία Καρρά με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Τη μία στο Δημαρχείο, τη δεύτερη στην εκκλησία και την τρίτη στο Λας Βέγκας, υπό το βλέμμα του… Έλβις Πρίσλεϊ και του αγαπημένου του σκυλάκου Αστερίξ. Από τους δύο πρώτους γάμους του, με τη Βίκυ Μαρκουλιδάκη και την Ντόρα Σοϊμίρη, απέκτησε δύο γιους, τον Γιάννη και τον Φρέντυ. Ο πρωτότοκος, μάλιστα, τον είχε κάνει και παππού. Με τη Μαρία Καρρά δεν είχε παιδί, αλλά οι δυο τους δέθηκαν τόσο που ενέταξαν στην οικογένειά τους τον τετράποδο Αστερίξ. Ο Τράγκας, μάλιστα, τον έκανε διάσημο με διαρκείς αναφορές του σε ραδιόφωνο, τηλεόραση και εφημερίδες.
Η έξοδος από τα μνημόνια συνέπεσε ουσιαστικά με την πανδημία του κορωνοϊού. Εξαρχής ο «θείος» αμφισβήτησε τις επιπτώσεις και το πρώτο διάστημα αναφερόταν σε μία βαριά γρίπη. Σταδιακά, βέβαια, υπαναχώρησε και αντιλήφθηκε πόσο ύπουλη είναι η ασθένεια. Αλλά όταν εμφανίστηκαν τα εμβόλια, άρχισε αμέσως την αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητάς τους. Όταν, μάλιστα, αντιλήφθηκε ότι ανάλογη άποψη έχουν εκατομμύρια Έλληνες, αποφάσισε να κινηθεί… πολιτικά. Ίδρυσε το κόμμα «Ελεύθεροι Άνθρωποι», καθώς διέκρινε το μονοπάτι που θα τον οδηγούσε στο Κοινοβούλιο. Έτσι, απέφυγε να κάνει το εμβόλιο. Αν και σε κάποιες ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, ελάχιστες ως καλεσμένος, ο έμπειρος δημοσιογράφος ξεκαθάρισε ότι δεν ήταν κατά των εμβολίων, αλλά διαφωνούσε με την υποχρεωτικότητα, με την επιβολή. Όσο περνούσε ο καιρός, μάλιστα, σκεφτόταν ολοένα και πιο συχνά να εμβολιαστεί. Αλλά φοβόταν επειδή είχε σακχαρώδη διαβήτη και σε ορισμένες περιπτώσεις αντιμετώπιζε προβλήματα και με κάποιες αλλεργίες.
Τελευταίο βάλς
Και, τελικά, την ημέρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε την επιβολή προστίμου στους ανεμβολίαστους άνω των 60 ετών, ο 72χρονος Γιώργος Τράγκας απάντησε με ανάρτηση ότι άρχισε να χορεύει «βαλς με τον κορωνοϊό». Κάποιοι θεώρησαν ότι ο μετρ της πολιτικής ίντριγκας προχωρούσε σε ένα πλάνο για να χτυπήσει την κυβέρνηση. Δυστυχώς, όμως, ο «θείος» έγραφε την αλήθεια. Από εκείνη την ημέρα άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Μέχρι τα ξημερώματα της Τρίτης, που άφησε την τελευταία πνοή του και έδωσε σε πολλούς την ευκαιρία να μιλήσουν για «αυτοκτονία» και για «χαρακίρι». Εκείνος, από ’κει ψηλά, πιθανότατα θα χαμογελάει και θα χρησιμοποιεί μία από τις αγαπημένες ατάκες του. «Χαιρετίσματα στη θεία από το Καμερούν…».