Όσο δεν δίνονται απαντήσεις τόσο τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται κι άλλο τόσο φουντώνουν οι υποψίες για τη λειτουργία παράκεντρου παρακολούθησης ιδιωτών, επαγγελματιών, εταιρειών και φυσικά δημοσιογράφων.
Του Μιχ. Ι. Ασημάκη
Με επιστολή τους προς τον Πρωθυπουργό οι επικεφαλής επτά διεθνών δημοσιογραφικών οργανώσεων, ρωτούν ευθέως εάν χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό Predator για την υποκλοπή των τηλεφωνικών συνομιλιών!
Παρά δε τις πιέσεις από τις μεγαλύτερες δημοσιογραφικές ενώσεις παγκοσμίως, όπως το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (IPI) και την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων (EFJ), εντούτοις η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει ακόμη για «την επιβεβαιωμένη κρατική παρακολούθηση» του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, ούτε βέβαια είναι γνωστό σε ποιο σημείο βρίσκεται -αν βρίσκεται- η σχετική προκαταρκτική εξέταση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία διατάχθηκε στις 18 Απριλίου.
Κι όμως, το περιεχόμενο της επιστολής που απέστειλαν οι επικεφαλής των επτά ενώσεων στον πρωθυπουργό είναι σαφές, καθώς ρωτούν ευθέως εάν χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό Predator για την υποκλοπή των τηλεφωνικών συνομιλιών του Θ. Κουκάκη, ο οποίος ερευνούσε μείζονες οικονομικές υποθέσεις, ενώ σαφής ήταν και η ενημέρωση του δημοσιογράφου από το εργαστήριο Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο το οποίο επιβεβαίωσε, στις 22/3/2022, ότι στο κινητό του είχε παρεμβληθεί λογισμικό κατασκοπείας (spyware) «τουλάχιστον κατά το διάστημα 20/7-12/9/2021».
Εταιρείες
Το επίσης περίεργο είναι ότι από τον Οκτώβριο του 2020 λειτουργούν και στην Ελλάδα εταιρείες διαχείρισης τέτοιων λογισμικών, με έδρα το Κολωνάκι, ωστόσο αυτό παρέμενε άγνωστο έως πρόσφατα, όπως άγνωστο είναι για πόσους και ποιους έχει ανοίξει «ομπρέλα» εποπτείας από τέτοια παρακρατικά κέντρα. Η δε δικαιολογία ότι το Predator «είναι πανάκριβο για να αποκτηθεί από ιδιώτες» εξουδετερώνεται από τα «εργολαβικά συμβόλαια» που φαίνεται ότι έχουν υπογράψει με τις εν λόγω διαχειρίστριες στα υποκαταστήματα της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Ιδιότητα
Τα spyware είναι λογισμικά που μπορούν να εγκατασταθούν απομακρυσμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, tablets και έξυπνα κινητά χωρίς τη συγκατάθεση του χρήστη ή εν αγνοία του, με τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν «σιωπηλά» και με μη ανιχνεύσιμο τρόπο στη συσκευή και στις ρυθμίσεις της. Σκοπός είναι να συλλέγουν και να μεταδίδουν προσωπικά στοιχεία και δεδομένα (π.χ. γεωγραφικό στίγμα, κατάλογο επαφών) όπως και το περιεχόμενο των επικοινωνιών του στόχου (μηνύματα, ομιλία), ακόμη κι αν αυτές γίνονται μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών όπως π.χ. το Whatsapp.
To πιο γνωστό είναι το Pegasus και το πιο «ανερχόμενο» το Predator, στο οποίο πλέον έχουν αποκτήσει πρόσβαση και εγκληματικές – τρομοκρατικές οργανώσεις. Επί τούτο, μόνο τυχαία δεν ήταν η δήλωση, στις 21 Μαρτίου 2022, του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ο οποίος προειδοποιούσε για πιθανές κυβερνοεπιθέσεις. «Προτρέπω τους εταίρους μας στον ιδιωτικό τομέα να ενισχύσουν αμέσως την άμυνά τους στον κυβερνοχώρο», είχε πει προσθέτοντας ότι «όλοι πρέπει να κάνουν αυτό που τους αναλογεί, προκειμένου να αντιμετωπιστεί μία από τις καθοριστικές απειλές της εποχής μας».
Το μαύρο φορτηγάκι
Σύμφωνα με την έρευνα του Citizen Lab που δημοσιοποιήθηκε έναν χρόνο νωρίτερα και αναπαράχθηκε από μερίδα του Τύπου, πριν από τις αποκαλύψεις για τα καμώματα της ΕΥΠ και την παρακολούθηση του Θ. Κουκάκη, το Prediator αναπτύχθηκε από την εταιρεία Cytrox, που ιδρύθηκε το 2017 στα Σκόπια ως νεοφυής επιχείρηση (start up), έχει εταιρική παρουσία επίσης σε Ισραήλ και Ουγγαρία και στην πορεία εξαγοράστηκε από τον Ισραηλινό Ταλ Ντίλιαν έναντι ποσού μικρότερου των 5.000.000 δολαρίων. Η εξαγορά έγινε το 2018 μέσω της κυπριακής Wispear (μετονομάστηκε σε Passitora Ltd) συμφερόντων Ταλ Ντίλιαν, πρώην διοικητή μιας επίλεκτης μονάδας τεχνολογίας που υπάγεται στις μυστικές υπηρεσίες του ισραηλινού στρατού.
Νομικό κενό
Εκτός Ισραήλ, τονίζεται ακόμη στην έκθεση, η βιομηχανία των spyware είναι σε γενικές γραμμές αρρύθμιστη και επί της ουσίας λειτουργεί σε ένα νομικό κενό. Περιστατικά παραβίασης του απορρήτου των επικοινωνιών, καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταστρατήγησης της ιδιωτικότητας, όπως αυτά που καταγράφηκαν στην περίπτωση του Pegasus και τώρα του Predator, «κάνουν επιτακτική την ανάγκη ρύθμισης, ώστε να εξαλειφθεί ή έστω να περιοριστεί στο ελάχιστο η δυνατότητα κατάχρησης τέτοιων ισχυρών εργαλείων παρακολούθησης από αυθαίρετες κυβερνήσεις, απολυταρχικά καθεστώτα, ενδεχομένως και ιδιώτες που έχουν αρκετά λεφτά για να τα αγοράσουν». Κι αυτό το κενό εκμεταλλεύτηκαν στην Κύπρο οι διαχειριστές οι οποίοι δεν αντιμετωπίζουν καμία κατηγορία, παρότι εναντίον τους τότε είχε σχηματιστεί κακουργηματική δικογραφία. Κουκάκη
Στην Ελλάδα
Στις αρχές τις πανδημίας, τον Απρίλιο του 2020, εταιρείες από τον χώρο της κατασκοπευτικής τεχνολογίας προσέγγισαν διάφορες κυβερνήσεις λέγοντας ότι διαθέτουν την κατάλληλη τεχνογνωσία που θα μπορούσε να βοηθήσει στον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Μεταξύ των εταιρειών αυτών ήταν και η Intellexa, η οποία σύμφωνα με άλλες δηλώσεις του Ταλ Ντίλιαν στο Reuters βρισκόταν στη διαδικασία εγκατάστασης συστημάτων ιχνηλάτησης επαφών σε δύο χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στην Ελλάδα, τη δουλειά αυτήν, τουλάχιστον για το πρώτο διάστημα της πανδημίας, την πήρε η Palantir και αργότερα εντοπίστηκαν δύο ακόμη τέτοιες εταιρείες, η ιρλανδική Thalestris LTD «με αντικείμενο τις Υπηρεσίες Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Τεχνολογιών της Πληροφορίας για Εφαρμογές» και η Ferovevo LTD ως υποκατάστημα κυπριακής, με ειδίκευση στην «ανάπτυξη και αδειοδότηση προϊόντων λογισμικού ανάλυσης δεδομένων». Ποιος άραγε θα μπορούσε να πειστεί ότι η υπόθεση Κουκάκη τέθηκε στο μικροσκόπιο της έρευνας και δεν εγκαταλείφθηκε σε εγχώριο επίπεδο;