Το φιλοβρετανικό Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα DUP της Βόρειας Ιρλανδίας μπλοκάρει την εκλογή προέδρου στη Στόρμοντ, την τοπική βουλή, μετά από συζήτηση λόγω διαμαρτυριών για τις εμπορικές ρυθμίσεις για το Brexit.
Οι ηγεσίες στο Μπέλφαστ και το Δουβλίνο καταδίκασαν το DUP λόγω της δραματικής κλιμάκωσης της εκστρατείας του κόμματος κατά του πρωτοκόλλου της Βόρειας Ιρλανδίας.
Η νίκη του Σιν Φέιν στις τοπικές βουλευτικές εκλογές στη Βόρεια Ιρλανδία ανέτρεψε 101 χρόνια ενωτικής και προτεσταντικής πλειοψηφίας στη χώρα, φέρνοντας μαζί της αβεβαιότητα για το μέλλον. Το εθνικιστικό κόμμα που κάποτε συνιστούσε την πολιτική πτέρυγα του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA) υποστηρίζει την αποχώρηση της Βόρειας Ιρλανδίας από το Στέμμα του Ηνωμένου Βασιλείου και την ένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.
Το κόμμα εξασφάλισε 27 έδρες στην τοπική εθνοσυνέλευση Στόρμοντ έναντι 25 του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP).
Η Πρόεδρος του Σιν Φέιν Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ δεν έκρυψε ότι θέλει εντός της επόμενης πενταετίας να έχει γίνει ο σχεδιασμός για ένα «συνοριακό δημοψήφισμα», το οποίο η ειρηνευτική συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής προνοεί μεν, αλλά μόνο εφόσον έχει διαφανεί στροφή της κοινής γνώμης υπέρ της ένωσης με την Ιρλανδία.
Ρεπουμπλικανοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι η ιστορική νίκη του Σιν Φέιν είναι η πιο ξεκάθαρη απόδειξη πως οι συνθήκες ωριμάζουν για ένα τέτοιο δημοψήφισμα, ωστόσο οι ενωτικοί πολιτικοί και οι αναλυτές στη Μεγάλη Βρετανία παραπέμπουν σε δημοσκοπήσεις που επιμένουν ότι απέχουμε ακόμα από μια πλειοψηφία πολιτών στη Βόρεια Ιρλανδία υπέρ της ένωσης με το νότιο τμήμα του σμαραγδένιου νησιού. Η πιο πρόσφατη δημοσκόπηση, τον Απρίλιο, τοποθέτησε την υποστήριξη στην ένωση με την Ιρλανδία περίπου στο 1/3 του πληθυσμού.
Σε κάθε περίπτωση το δημοψήφισμα δεν είναι υπόθεση των επόμενων λίγων ετών. Άλλωστε η Αντιπρόεδρος του Σιν Φέιν Μισέλ Ο’Νιλ που θα λάβει το χρίσμα της νέας Πρωθυπουργού της τοπικής κυβέρνησης, της πρώτης Πρωθυπουργού από την καθολική κοινότητα των ρεπουμπλικανών, στις δηλώσεις της μετά από την εκλογική νίκη έκανε μεν λόγο για «στιγμή πραγματικής αλλαγής», αλλά επικεντρώθηκε στην ανάγκη προώθησης της κοινωνικής δικαιοσύνης και αντιμετώπισης των καθημερινών προβλημάτων των πολιτών, όπως το αυξημένο κόστος διαβίωσης.
Για να φτάσει όμως η κα Ο’Νιλ να κυβερνήσει τη Βόρεια Ιρλανδία, θα πρέπει το δεύτερο σε δύναμη κόμμα από τις εκλογές, το DUP, να δεχθεί να ορίσει Αναπληρωτή Πρωθυπουργό.
Η ειρηνευτική συμφωνία του 1998 ορίζει ότι η τοπική διακυβέρνηση ασκείται από κοινού από τα μεγαλύτερα κόμματα της κάθε κοινότητας. Αν το ένα δε συμμετέχει, δεν μπορεί να συγκροτηθεί εκτελεστική εξουσία, όπως πολλές φορές έχει συμβεί στην πράξη τα τελευταία χρόνια με διάφορες αφορμές.
Πιο πρόσφατα, μόλις τον Φεβρουάριο, το DUP απέσυρε τον Πρωθυπουργό του διαμαρτυρόμενο για τους ελέγχους σε προϊόντα που μετακινούνται από τη Μεγάλη Βρετανία προς τη Βόρεια Ιρλανδία, όπως προβλέπει το Πρωτόκολλο Βόρειας Ιρλανδίας της συμφωνίας του Brexit που υπέγραψε ο Μπόρις Τζόνσον. Κατά τους ενωτικούς, το πρωτόκολλο υποσκάπτει ή και καταργεί ντε φάκτο την υπόσταση της Βόρειας Ιρλανδίας ως χώρας που συναπαρτίζει το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο ηγέτης του DUP σερ Τζέφρι Ντόναλντσον απέφυγε να δεσμευθεί ότι θα συναινέσει στη λειτουργία μιας νέας κυβέρνησης με Πρωθυπουργό από την εθνικιστική παράταξη, επισημαίνοντας την ανάγκη αλλαγών στο πρωτόκολλο της συμφωνίας του Brexit. Πάντως πρόσφατη νομοθετική αλλαγή επιτρέπει τη λειτουργία τοπικής Κυβέρνησης χωρίς Πρωθυπουργό και Αναπληρωτή Πρωθυπουργό.
Η αβεβαιότητα αυτή προκάλεσε την παρότρυνση του Βρετανού Υπουργού Βόρειας Ιρλανδίας Μπράντον Λιούις για σχηματισμό Κυβέρνησης το συντομότερο δυνατό. Ο κ. Λιούις θα έχει συνάντηση με τους ηγέτες των κομμάτων εντός των ημερών.
«Ζωτικής σημασίας για την πρόοδο και την ευημερία όλων στη Βόρεια Ιρλανδία» χαρακτήρισε από το Δουβλίνο το σχηματισμό Κυβέρνησης και ο Ιρλανδός Πρωθυπουργός Μίχαλ Μάρτιν, ενώ ανάλογη παρότρυνση έγινε και από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Σε περίπτωση που δεν προκύψει συγκυβέρνηση εντός έξι μηνών, θα πρέπει να διεξαχθούν εκ νέου εκλογές ή να βρεθεί κάποια άλλη λύση από τον Υπουργό Βόρειας Ιρλανδίας στο Γουέστμινστερ.
Η εκλογική νίκη του Σιν Φέιν ήδη έχει αυξήσει τις εντάσεις γύρω από το πρωτόκολλο. Η κεντρική Κυβέρνηση στο Γουέστμινστερ απηύθυνε νέα προειδοποίηση προς τις Βρυξέλλες ότι υπό την παρούσα μορφή το πρωτόκολλο δεν είναι βιώσιμο.
Η Υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας, όπως και ο Πρωθυπουργός Τζόνσον, κλιμακώνουν τη ρητορική τους ως προς την προοπτική μονομερούς άρσης ισχύος των ελέγχων που προβλέπεται από το πρωτόκολλο στο εμπόριο με τη Βόρεια Ιρλανδία, διακινδυνεύοντας «νομικό πόλεμο» με την ΕΕ.
Αυτή η συνολική κατάσταση, σύμφωνα με τους Βρετανούς σχολιαστές, δεν προμηνύει σταθερότητα στη Βόρεια Ιρλανδία. Ενδεικτικά, στο κύριο άρθρο των Times τη Δευτέρα επισημαίνεται ότι το Σιν Φέιν θέλει να σχηματίσει μια Κυβέρνηση που πιστεύει ότι σε βάθος χρόνου δεν πρέπει να υφίσταται, ενώ το DUP ανθίσταται στη λειτουργία αυτής της κυβέρνησης που αποτελεί θεσμό εντός του Ηνωμένου Βασιλείου που με τόση θέρμη υποστηρίζει. «Η Βόρεια Ιρλανδία θα κυβερνηθεί πολύ άσχημα, αν κυβερνηθεί καθόλου, για αρκετό διάστημα», είναι η ετυμηγορία των Times.
Η εφημερίδα επισημαίνει πάντως ότι και το Σιν Φέιν δεν μιλά πολύ για την ένωση με την Ιρλανδία, με τη Μισέλ Ο’Νιλ, κόρη μέλους του IRA που έχει χάσει συγγενείς από παραστρατιωτικές οργανώσεις των ενωτικών, να αποτελεί «ενσάρκωση της εξέλιξης του κόμματος», προωθώντας κυρίως μια κοινωνικά φιλελεύθερη ατζέντα και προοδευτικές οικονομικές πολιτικές.
Επομένως, κρίνει η εφημερίδα, παρά τη «σεισμική» αλλαγή στο πολιτικό τοπίο της χώρας, «το άμεσο πρόβλημα της Βόρειας Ιρλανδίας είναι το φαινομενικά απροσπέλαστο μονοπάτι μεταξύ του εκλογικού αποτελέσματος και μιας λειτουργικής κυβέρνησης».
Διαβάστε επίσης
Ο Μπόρις Τζόνσον στο Μπέλφαστ την Δευτέρα μετά τη νίκη του Σιν Φέιν στις εκλογές
Οι κρίσιμες εκλογές στη Βόρεια Ιρλανδία και η διαφαινόμενη νίκη του Σιν Φέιν