Από τη… Σκύλα στη Χάρυβδη πηγαίνει η Δημόσια Υγεία, με τις νοσοκομειακές λοιμώξεις να εξελίσσονται στη νέα πανδημία των superbugs, τώρα που η πανδημία του κορωνοϊού έχει κοπάσει, χωρίς ωστόσο να έχει περάσει.
Της ΑΛΕΞΙΑΣ ΣΒΩΛΟΥ
Oι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις τον πρώτο χρόνο της πανδημίας ευθύνονταν για το 33% των θανάτων σε ΜΕΘ
Οι νοσοκομειακές λοιμώξεις αποτελούν ένα παγκόσμιο πρόβλημα Δημόσιας Υγείας, με την Ελλάδα να έχει χριστεί «πρωταγωνίστρια» στην κατάχρηση των αντιβιοτικών στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2019, και την πανδημία COVID τα δυόμισι τελευταία χρόνια να έχει επιδεινώσει την κατάσταση, με τον φονικό μύκητα Candida auris, για τον οποίο μας προειδοποίησαν πρόσφατα οι επιστήμονες της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων, να αποτελεί μονάχα την κορυφή του παγόβουνου.
Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις κατέγραψαν αύξηση 50% από το 2020 έως σήμερα, ενώ αντίστοιχα ευρωπαϊκή μελέτη που ανακοινώθηκε το 2021 με αφορμή την Παγκόσμια Εβδομάδα Ευαισθητοποίησης για την Ορθολογική Χρήση των Αντιβιοτικών έδειξε ότι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις κατά τον πρώτο χρόνο της πανδημίας ευθύνονταν για το 33% των θανάτων στους ασθενείς που νοσηλεύονταν διασωληνωμένοι με κορωνοϊό σε ΜΕΘ.
Στα χρόνια του κορωνοϊού πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στο να αυξηθεί πολύ το πρόβλημα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, όπως είναι η αφόρητη πίεση που δέχτηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, με συνέπεια να εκτοξευθεί η χρήση μιας πληθώρας αντιβιοτικών. Στη αύξηση των λοιμώξεων από τα superbugs ευθύνονται και οι πολυήμερες νοσηλείες στις Μονάδες, καθώς και οι μεταφορές ασθενών από κλινικές COVID σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και αντιστρόφως.
Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και το γεγονός ότι πριν από την πανδημία το ΕΣΥ υπέστη ένα σοβαρότατο πλήγμα διαρκείας από τα μνημονιακά χρόνια καθώς η έλλειψη πόρων αποδυνάμωσε ολόκληρα τμήματα, δημιούργησε πολλά κενά σε ανθρώπινο προσωπικό και οδήγησε στην υποβάθμιση των υπηρεσιών υγείας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν ακόμα πιο πολυανθεκτικά μικρόβια και η διασπορά τους να επεκταθεί πρακτικά και στο τελευταίο τμήμα του τελευταίου νοσοκομείου της επικράτειας.
Το 10% ασθενών
Σύμφωνα με τα στοιχεία που είχαν δημοσιευθεί από το 2019, το ποσοστό των νοσηλευόμενων ασθενών στην Ευρώπη που κολλούσαν μικροβιακή λοίμωξη ενώ παρέμεναν στο νοσοκομείο για νοσηλεία διαμορφωνόταν περίπου στο 5,5% έως 6%, ενώ στην Ελλάδα είχε εκτιναχθεί στο 10% έως 11%, ήταν δηλαδή σχεδόν διπλάσιο, εξαιτίας κυρίως της διασποράς των Gram αρνητικών μικροβίων ήδη προτού εισβάλλει ο ιός Sars Cov 2 στη ζωή μας. Με άλλα λόγια, ήδη πριν από την πανδημία ένας στους δέκα νοσηλευόμενους ασθενείς κολλούσε ενδονοσοκομειακή λοίμωξη.
Τα πιο επικίνδυνα πολυανθεκτικά νοσοκομειακά μικρόβια εκτός από τον φονικό μύκητα Candida auris, τον οποίο πρόσφατα έμαθε το ευρύ κοινό από τον καθηγητή Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων ΕΚΠΑ Νίκο Σύψα, περιλαμβάνουν την ψευδομονάδα, το acetobacter, την κλεμψιέλλα και τον πνευμονιόκοκκο. Η εκτίμηση της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων πριν ξεσπάσει η πανδημία του κορωνοϊού ήταν πως ετησίως τουλάχιστον 1.600 ασθενείς στην πατρίδα μας χάνονται από νοσοκομειακή λοίμωξη, ενώ, όπως αναφέρουν οι ειδικοί του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, όταν ένας ασθενής εμφανίζει νοσοκομειακή λοίμωξη, που συνήθως οφείλεται σε πολυανθεκτικό μικρόβιο το οποίο δεν αντιμετωπίζεται με τα συνήθη αντιβιοτικά, τότε η νοσηλεία του παρατείνεται, με συνέπεια η μέση νοσηλεία να διαμορφώνεται τουλάχιστον στις 10 μέρες, αντί για τις πέντε που είναι η συνήθης διάρκεια νοσηλείας.
Μία από τις πιο έγκριτε ιατρικές επιθεωρήσεις παγκοσμίως, το «Lancet», αναφέρει ότι προτού ξεσπάσει η πανδημία καταγράφονταν στην Ευρώπη ετησίως 33.000 θάνατοι λόγω λοιμώξεων από ανθεκτικά στις αντιβιώσεις μικρόβια. Η Ελλάδα ήταν η δεύτερη (μετά την Ιταλία) χώρα με το μεγαλύτερο πρόβλημα σε αναλογία με τον πληθυσμό της, γεγονός που καθιστά απόλυτη ανάγκη να ληφθούν (από χθες) μέτρα που θα περιορίσουν το φαινόμενο αυτό, αρχής γενομένης από την απλή τήρηση των κανόνων υγιεινής στα νοσοκομεία, όπως είναι το σωστό και συστηματικό πλύσιμο των χεριών.
Πριν από την πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογιζόταν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ότι περισσότεροι από 700.000 άνθρωποι έχαναν τη ζωή τους ετησίως λόγω της μικροβιακής αντοχής στα αντιβιοτικά. Για να αντιληφθούμε πόσο βαρύς είναι αυτός ο φόρος αίματος, αρκεί να αναλογιστούμε πως χάρη στα εμβόλια που έχουμε εδώ και τόσα χρόνια στη φαρέτρα -χωρίς να λάβουμε υπόψη τα τελευταία εμβόλια του κορωνοϊού- ετησίως σώζονται περισσότερες από 3 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές και περισσότερα από 700.000 παιδιά γλιτώνουν σοβαρές και ισόβιες αναπηρίες.
Πρόγραμμα επιτήρησης
Η αντιμετώπιση και η πρόληψη των νοσοκομειακών λοιμώξεων απαιτούν ως πρώτο βήμα την επιτήρηση που αποτελεί «προσωπικό στοίχημα» του υπουργού Υγείας Θάνου Πλεύρη, αφού και ο ίδιος νόσησε με σήψη εξαιτίας νοσοκομειακής λοίμωξης μετά από χειρουργική επέμβαση. Σε πρώτο στάδιο έχει δημιουργηθεί ηλεκτρονική πλατφόρμα δεδομένων όπου καταχωρίζονται τα στοιχεία για τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, και η πλατφόρμα αυτή πρόκειται να λειτουργήσει σε πανελλαδικό επίπεδο, προσφέροντας πρόγραμμα επιτήρησης των superbugs.
Στο πιλοτικό ξεκίνημα της πλατφόρμας έχουν ενταχθεί 10 ελληνικά νοσοκομεία, μεταξύ των οποίων ο «Ευαγγελισμός», ο «Άγιος Σάββας» και το Παίδων «Αγία Σοφία». Η δημιουργία ενός προγράμματος -και δικτύου- επιτήρησης μαζί με την εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών για την αποφυγή της διάδοσης των νοσοκομειακών λοιμώξεων και την αποφυγή της κατάχρησης των μικροβίων θα οδηγήσουν σε κάμψη του φαινομένου. Ωστόσο για να υπάρξει δραματική μείωση των νοσοκομειακών λοιμώξεων οι επιστήμονες της Ελληνικής Εταιρείας Λοιμώξεων υπογραμμίζουν ότι θα χρειαστεί να προσληφθούν περισσότεροι λοιμωξιολόγοι στα νοσοκομεία και να συμπληρωθούν τα κενά που έχουν δημιουργηθεί σε πολλά τμήματα λόγω της μεταφοράς των ειδικών από Μονάδες Λοιμώξεων σε ΜΕΘ Covid και κλινικές Covid.
Οι οργανικές θέσεις λοιμωξιολόγων στα νοσοκομεία πρέπει να αποτελέσουν υψηλή προτεραιότητα στον σχεδιασμό του νέου Εθνικού Συστήματος Υγείας, ώστε τα νοσοκομεία να απαλλαγούν από αυτή την πανδημία των ανθεκτικών μικροβίων που δεν θα περάσει καθόλου εύκολα σε σύγκριση με την πανδημία του κορωνοϊού.