Στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (πρόεδρος η Μαρία Γεωργίου) συζητήθηκε η διαφωνία που έχει ανακύψει μεταξύ αφενός των «funds» και των τραπεζών και αφετέρου των δανειοληπτών κόκκινων δανείων, για το ποίο νομοθετικό πλαίσιο πρέπει να εφαρμόζεται, δηλαδή αυτό του 2003 ή αυτό του 2015 για τις Εταιρείες Απαιτήσεων Δανείων (funds) και εάν τα τελευταία μπορούν να προβαίνουν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς ακινήτων, κ.λπ. δανειοληπτών κόκκινων δανείων.
Παράλληλα, ο εισαγγελέας της έδρας, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Πάνος Παναγιωτόπουλος, στην πρότασή του υποστήριξε ότι μπορεί να γίνεται από τα «funds» ταυτόχρονα η χρήση και των δύο νόμων, δηλαδή του 2003 και του 2015. Διευκρινίζεται, ότι με το προγενέστερο παλαιό νομοθετικό πλαίσιο (3156/2003) δεν μπορούσαν να προβούν σε δικαστικές ενέργειες οι servicers ή «funds» εφόσον τα καθυστερούμενα δάνεια (κόκκινα δάνεια) τους είχαν μεταβιβαστεί-πωληθεί. Αντίθετα, με το μεταγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (ν. 4354/2015) δεν μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης (Τράπεζας). Δηλαδή, ο νόμος του 2003 δεν επέτρεπε στα «funds» να γίνονται διάδικοι και να πραγματοποιούν δικαστικές ενέργειες, ενώ ο νόμος του 2015 άναψε το πράσινο φως στους servicers να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς, κ.λπ.
Σήμερα, στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (πρόεδρος η Μαρία Γεωργίου και 66 αντιπρόεδροι και αρεοπαγίτες) οι δικηγόροι αφενός των «funds» και των Τραπεζών και αφετέρου των δανειοληπτών κόκκινων δανείων, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και Αιγίου, Επιμελητήρια, επιχειρήσεις, κ.λπ., αναφέρθηκαν στην μη ορθή λειτουργία των «funds». Ειδικότερα, οι 5 συνήγοροι των «funds» και των τραπεζών, ανέφεραν ότι από τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων έχουν διευθετηθεί από τους δανειολήπτες απαιτήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ από τις αρχικές οι οποίες ανερχόντουσαν στο ποσό των 60 δισ. ευρώ.
Επίσης, συνήγοροι των Τραπεζών ανέφεραν ότι με το νόμο 2003 η πολιτεία προέβη σε μια πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση απαιτήσεων των τραπεζικών κόκκινων δάνειων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια δευτερογενής αγορά απαιτήσεων έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα υποβολής ευνοϊκών όρων δανείων.
Ο νόμος του 2003 θεσμοθετήθηκε προκειμένου να μπορέσουν τα τραπεζικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν το δανειακό της χαρτοφυλάκιο, να πάρουν χρήματα από εταιρείες ειδικού σκοπού οι οποίες στη συνέχεια να εκδώσουν ομόλογα και έτσι να αποτελέσει αυτός ο τρόπος ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για την εθνική οικονομία, για τις επιχειρήσεις, κ.λπ., ανέφεραν οι δικηγόροι των «funds» και προσέθεσαν ότι πρέπει να δούμε ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη πριν και ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη μεταγενέστερα σε μία περίοδο της υπό κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος με πληθώρα κόκκινων δανείων, προσέθεσαν οι συνήγοροι των Τραπεζών.
Στην συνέχεια η πλευρά των δανειοληπτών, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι, κ.λπ. υποστήριξαν ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds) δεν μπορεί να είναι διάδικοι σε δίκες, πολύ περισσότερο όταν δεν πληρώνουν έμμεσους φόρους και τέλη (φόρος μεταβίβασης, τέλη χαρτοσήμου, δικαιώματα συμβολαιογράφων, κ.λπ.) και ανέφεραν ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να γίνονται όπως απαιτεί η νομοθεσία, δηλαδή να δίνεται προηγούμενα η δυνατότητα στον οφειλέτη να προβαίνει στον διακανονισμό.
Σε άλλο σημείο ανέφεραν ότι τα κόκκινα δάνεια (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και τα ροζ δάνεια (ημιεξυπηρετούμενα δάνεια) σύμφωνα και με την Τράπεζα Ελλάδος, ανέρχονται στα 87 δισ. ευρώ και οι φοροαπαλλαγές των funds ανέρχονται στα 58,80 δισ. ευρώ και προσέθεσαν ότι δεν επιδέχονται μεταβίβαση οι απαιτήσεις των Τραπεζών και το Σύνταγμα απαγορεύει να μεταφέρονται δικονομικές απαιτήσεις στα funds.
Η απόφαση της Ολομέλειας αναμένεται μέσα στο επόμενο δίμηνο.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών
Ο ΔΣΑ σε ανακοίνωσή του αναφέρει:
«Συζητήθηκε σήμερα ενώπιον της πλήρους Ολομελείας του Αρείου Πάγου η Πρόσθετη Παρέμβαση που άσκησε κατ´ άρθρο 90 παρ.ζ ΚωδΔικ, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, υπέρ των δανειοληπτών και κατά των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds), προς υποστήριξη της 822/2022 απόφασης του Α2 Τμήματος του Αρείου Πάγου για το ζήτημα που έχει ανακύψει αναφορικά με τη νομιμοποίηση των συγκεκριμένων εταιρειών για τη διενέργεια δικονομικών πράξεων σε βάρος των δανειοληπτών.
Συγκεκριμένα, όπως τεκμηριωμένα αναπτύχθηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αντίθετα από τη μέχρι τώρα πρακτική των Εταιριών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.), οι τελευταίες δεν διαθέτουν κατά νόμο κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση για την άσκηση διαδικαστικών εν γένει πράξεων (έκδοση διαταγής πληρωμής, επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης κλπ), στις περιπτώσεις που η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η αντίστοιχη ανάθεση της διαχείρισης προς αυτές γίνεται με βάση τις διατάξεις για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων του Ν. 3156/2003.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, εκπροσωπήθηκε από τον Πρόεδρο του και Πρόεδρο της Ολομέλειας των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, Δημήτρη Βερβεσό, ενώ νομικοί παραστάτες ήταν ο Ομ. Καθηγητής Ν. Κλαμαρής, ο Αν. Καθηγητής, Ι. Δεληκωστόπουλος, ο Προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας του ΔΣΑ Αν. Καθηγητής, Πάνος Νικολόπουλος καθώς και οι δικηγόροι, Δ. Σκαρίπας και Γ. Κοπακάκης, τους οποίους ευχαριστούμε θερμά.
Η εκδικασθείσα παρέμβαση εντάσσεται στη συνεπή δράση του δικηγορικού σώματος, δια των θεσμικών του οργάνων, στο πλευρό των οικονομικά αδύναμων συμπολιτών μας και των ευάλωτων νοικοκυριών. Το δικηγορικό σώμα είναι και θα είναι παρόν για να προασπίζει το κράτος δικαίου και θα μάχεται για αυτό μέχρι την τελική δικαίωση».