Η ακροδεξιά στην Ευρώπη έχει σημαντικές επιτυχίες, με αποκορύφωμα την πρωτιά της Μελόνι στην Ιταλία.
Τους τελευταίους μήνες η Ακροδεξιά στην Ευρώπη και τώρα και στην Ελλάδα, μπορεί να επιχαίρει για τα εκλογικά αποτελέσματά της.
Νίκος Βασιλειάδης
Στη Γαλλία η Μαρίν Λεπέν όχι μόνο πέρασε στον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών αλλά και πήρε εκεί πάνω από 41%, ποσοστό υψηλότερο από την προηγούμενη φορά που βρέθηκε σε δεύτερο γύρο. Στη Σουηδία οι «Σουηδοί Δημοκράτες» είναι το δεύτερο κόμμα στο κοινοβούλιο και η υποστήριξή του θα είναι καθοριστική για τη νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση. Στη Γερμανία καταγράφονται και πάλι τάσεις ενίσχυσης της ακροδεξιάς AfD. Στην Ισπανία δεν είναι χωρίς σημασία η εμφάνιση και κατοχύρωση του ακροδεξιού και «νεοφρανκικού» Vox. Και βέβαια στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι αναμένεται να είναι η πρώτη πρωθυπουργός γυναίκα πρωθυπουργός στην Ιταλία και η πρώτη πρωθυπουργός με πολιτική καταγωγή από νεοφασιστικό πολιτικό σχηματισμό.
Σε αυτά τα αποτελέσματα μπορεί κανείς να προσθέσει το γεγονός ότι στην Ουγγαρία ο Βίκτορ Όρμπαν παρά την κριτική που δέχεται από τις Βρυξέλλες παραμένει στην εξουσία, έχοντας μάλιστα και την απαιτούμενη πλειοψηφία για την αναθεώρηση του συντάγματος αλλά και το γεγονός ότι και στην Πολωνία επί της ουσίας η κυβέρνηση ακολουθεί μια ακροδεξιά πολιτική.
Αρκετοί είναι αυτοί που βλέπουν σε αυτά τα ρεύματα την επιστροφή μια εκδοχής φασισμού. Και όντως ορισμένα από τα κόμματα αυτά έχουν ως αφετηρία, ενίοτε και ως πυρήνα ανθρώπους που ήταν θαυμαστές του ναζισμού και του φασισμού. Ακόμη και η Μελόνι επιμένει να διατηρεί στο κομματικό σήμα των Αδελφιών της Ιταλίας την τρίχρωμη φλόγα που ήταν ιστορικά το σύμβολο του νεοφασιστικού και νεομουσολινικού MSI, από το οποίο άλλωστε προέρχεται και η ίδια.
Είναι προφανές λοιπόν ότι στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αποτυπώνεται έντονη απονομιμοποίηση των πολιτικών συστημάτων με τους πολίτες να έχουν μικρότερη εμπιστοσύνη σε κόμματα και θεσμούς.
Επιπλέον εδώ και αρκετά χρόνια δεν έχουμε στην Ευρώπη εκείνο το είδος των μεγάλων κομμάτων – παρατάξεων που είχαν εκτεταμένους κομματικούς μηχανισμούς και πραγματική επαφή με τη κοινωνία. Τα κόμματα κυρίως είναι σήμερα επικοινωνιακοί μηχανισμοί και στελεχώνονται από επαγγελματίες της πολιτικής και της επικοινωνίας, συχνά και με «περιστρεφόμενες θύρες» με τον κόσμο των επιχειρήσεων.
Αυτό οδηγεί στη διάρρηξη «ιστορικών» δεσμών που μπορεί να είχαν ψηφοφόροι με τα μεγάλα μαζικά ευρωπαϊκά κόμματα και τους κάνουν πιο επιρρεπείς να ψηφίσουν κάποια παραλλαγή της ακροδεξιάς που διαθέτει μια λαϊκιστική ρητορική φορώντας το προσωπείο «κατά του κατεστημένου».
Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ελλάδα δεν είναι πρωτοτυπία, απλά ακολουθεί το ρεύμα αυτό που υπάρχει και δυναμώνει σε ολόκληρη την Ευρώπη βάζοντας ουσιαστικά “φωτιά στα μπατζάκια” της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενόψει των Ευρωεκλογών το 2024.
Το πρόβλημα δεν το έχει η Ιταλία, ή η Σουηδία ή Γαλλία ή η Ελλάδα. Το πρόβλημα το έχουν οι Βρυξέλλες όπου πρέπει να δώσουν μια γενναία ευκαιρία να επιστρέψει η ΠΟΛΙΤΙΚΗ στα όργανά της με προγράμματα και οράματα για την κοινωνική πρόοδο που θα έδιναν ξανά βάθος στην «πολιτική συζήτηση» και θα επέτρεπαν τη διαμόρφωση πολιτικών σχηματισμών που να αντιστοιχούν σε προγράμματα και κοινωνικές εκπροσωπήσεις.