Το Νόμπελ Ιατρικής απονεμήθηκε φέτος στην Καταλίν Κάρικο και τον Ντρου Γουάισμαν χάρη στις προσπάθειές τους στον τομέα του mRNA, κάτι που άνοιξε τον δρόμο για τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού.
Μάλιστα, οι νέοι κάτοχοι του Νόμπελ Ιατρικής δεν σκέφτονται να επαναπαυθούν στις δάφνες τους αλλά έχουν σκοπό να καταφέρουν να βρουν τον τρόπο να δημιουργηθεί ένα εμβόλιο που θα είναι αποτελεσματικό κατά όλων των μορφών κορωνοϊού.
«Έχουν υπάρξει τρεις πανδημίες ή επιδημίες (κορωνοϊών) κατά τη διάρκεια των 20 τελευταίων ετών», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στο AFP τον Σεπτέμβριο 2021, ο 64χρονος Ντρου Γουάισμαν. «Πρέπει να εκκινήσουμε από την υπόθεση ότι θα υπάρξουν και άλλες».
«Μπορούμε είτε να περιμένουμε την επόμενη επιδημία ή πανδημία κορονοϊού και να περάσουμε ενάμισι χρόνο για να δημιουργήσουμε ένα εμβόλιο, είτε να αναπτύξουμε ένα τώρα και να το έχουμε στη διάθεσή μας ή και να το χρησιμοποιήσουμε τώρα», σημείωνε ο ανοσολόγος του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια.
Από το «δεν χτυπάνε τα τηλέφωνα» στο Νόμπελ Ιατρικής
Ο γεννημένος στη Μασαχουσέτη Ντρου Γουάισμαν περιέγραφε πως όταν ήταν 5 ετών, είχε διαγνωστεί με διαβήτη τύπου 1. «Εκείνη την εποχή μου εξέταζαν τα ούρα και έκανα ενέσεις ινσουλίνης πολλές φορές την ημέρα», θυμάται, βλέποντας στη δοκιμασία αυτή που πέρασε μία πιθανή εξήγηση για την επιλογή καριέρας που έκανε.
Αφού πήρε το διδακτορικό του στην ανοσολογία στο πανεπιστήμιο της Βοστώνης, εργάστηκε στον τομέα του AIDS στο εργαστήριο του Άντονι Φάουτσι πριν μεταφερθεί στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια όπου και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του.
Εκεί συνάντησε τη μετανάστρια από την Ουγγαρία, Καταλίνα Κάρικο, μία ερευνήτρια που είχε αφοσιωθεί στο να χρησιμοποιήσει το mRNA στον τομέα της ιατρικής.
Τελικά, αυτό επιτεύχθηκε την εποχή του κορωνοϊού, καθώς η μελέτη των δύο ερευνητών οδήγησε στην τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε για τα εμβόλια mRNA. Αυτό όμως δεν φαινόταν πως θα συνέβαινε όταν πρωτοσυνεργάστηκαν καθώς η επιστημονική κοινότητα είχε αφοσιωθεί στην ανάλυση του DNA. «Αρχίσαμε να εργαζόμαστε μαζί το 1998, χωρίς πολλή χρηματοδότηση, ούτε προσβάσεις στον κόσμο των επιστημονικών επιθεωρήσεων», διηγείται.
Το 2005, οι Γουάισμαν και Κάρικο κατάφεραν να βρουν έναν τρόπο τροποποίησης του συνθετικού RNA έτσι ώστε να εμποδίζεται η μαζική φλεγμονώδη αντίδραση που είχε διαπιστωθεί στα πειράματα με ζώα.
«Μόλις πριν από τη δημοσίευση της έρευνάς μας, είπα “τα τηλέφωνά μας δεν θα σταματούν να χτυπούν», θυμάται ο Ντρου Γουάισμαν. «Αλλά περιμέναμε τα τηλέφωνά μας να χτυπήσουν επί πέντε χρόνια… και δεν χτύπησαν ποτέ!».
Στη συνέχεια, κατάφεραν να τοποθετήσουν το mRNA σε «λιπιδικά νανοσωματίδια», μία κάλυψη που εμποδίζει τον ταχύ εκφυλισμό τους και διευκολύνει την είσοδό τους στα κύτταρα. Τα αποτελέσματά τους αυτά δημοσιεύθηκαν το 2015. Με αυτά τα δύο επιτεύγματα άνοιξε ο δρόμος για τη δημιουργία των εμβολίων κατά του κορωνοϊού.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει ο Ντρου Γουάισμαν, πέραν των εμβολίων, η τεχνολογία του mRNA είναι υποψήφια για να φέρει την επανάσταση σε όλους τους τομείς της ιατρικής.