Τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από Ευρωπαίους κλιματικούς επιστήμονες έδειξαν ότι ο Μάιος ήταν ο 12ος συνεχόμενος μήνας κατά τον οποίο η μέση παγκόσμια θερμοκρασία ξεπέρασε όλες τις παρατηρήσεις από το 1850, και πιθανώς οποιαδήποτε αντίστοιχη περίοδο τα τελευταία 100.000 χρόνια
Τα αλλεπάλληλα ρεκόρ ζέστης που ξεκίνησαν από πέρυσι το καλοκαίρι συνεχίζονται, μέχρι σήμερα, σε ολόκληρο τον πλανήτη, ωθώντας τον πλανήτη πιο κοντά σε ένα επικίνδυνο όριο που τα έθνη έχουν δεσμευτεί να μην ξεπεράσουν.
Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, σύμφωνα με την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι παγκόσμιες θερμοκρασίες ήταν κατά μέσο όρο 1,6 βαθμούς Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Το γεγονός ότι ο πλανήτης ξεπέρασε αυτό το όριο για δώδεκα μήνες δεν ισοδυναμεί με μόνιμη μετατόπιση, αλλά οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι είναι πιθανό να συμβεί ξανά – μέσα σε λίγα χρόνια.
Ενώ οι επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και οι οικονομικές επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών και των ακραίων κυμάτων καύσωνα μπορεί να είναι δύσκολο να μετρηθούν, η ταχύτητα όμως με την οποία λησμονούνται είναι ανησυχητική.
Αυτό αντικατοπτρίζει τον κύκλο πανικού και παραμέλησης που συχνά ακολουθεί τις πανδημίες: οι κοινωνίες ξεχνούν τα μαθήματα που πήραν από προηγούμενες κρίσεις υγείας και πιάνονται απροετοίμαστες όταν φτάσει η επόμενη.
Όμως φέτος με τις ακραίες θερμοκρασίες και τους παρατεταμένους καύσωνες να επικρατούν παντού όπως μάθαμε και βελτιώσαμε την ετοιμότητά μας για την πανδημία του κορωνοϊού, πρέπει να μάθουμε και να μετριάζουμε τους κινδύνους για την υγεία που ενέχουν οι απειλητικές πια για τη ζωή μας θερμοκρασίες.
Καθώς η κλιματική αλλαγή επιταχύνεται, τα κύματα καύσωνα αναμένεται να γίνονται ολοένα και πιο συχνά και έντονα.
Για να επιβιώσουμε από αυτό το «νέο φυσιολογικό», δεν μπορούμε να βασιστούμε σε ανεπαρκείς κατευθυντήριες γραμμές δημόσιας υγείας, όπως το να πίνουμε περισσότερο νερό και να μένουμε σε κλιματιζόμενους χώρους, σαν να έχει η συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού πρόσβαση σε κλιματισμό ή ακόμη και σε καθαρό νερό.
Αντίθετα, πρέπει να υιοθετήσουμε μια πιο προορατική προσέγγιση και να επιταχύνουμε τις προσπάθειες για την οικοδόμηση μέτρων ανθεκτικότητας στις ακραίες θερμοκρασίες.
Μέχρι να χτυπήσει το επόμενο ιστορικό κύμα καύσωνα, κάθε χώρα πρέπει να έχει ένα εθνικό σχέδιο για την αντιμετώπισή του, μαζί με μέτρα προσαρμογής για τις τοπικές κοινότητες.
Στην πραγματικότητα, κάθε πτυχή της χάραξης πολιτικής θα πρέπει να αντιμετωπίζεται μέσα από το πρίσμα της ανθεκτικότητας.
Πέρα από τον τομέα της υγείας, οι κορυφαίες προτεραιότητες θα πρέπει να είναι η στέγαση, οι μεταφορές και το νερό – τα οποία είναι όλα στόχοι στο πλαίσιο των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Η στέγαση πρέπει να είναι πρώτη. Πολλοί από τους πιο ευάλωτους ανθρώπους των μεγάλων πόλεων είτε είναι άστεγοι, είτε ζουν σε κακώς αεριζόμενες κατοικίες ή σε πυκνοκατοικημένες παραγκουπόλεις.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, περίπου 1,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από ανεπαρκείς συνθήκες διαβίωσης.
Δεδομένου ότι τέτοιες έρευνες συνήθως δεν λαμβάνουν υπόψη τον αερισμό, αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα υποτιμημένο νούμερο.
Και εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως πάντα υπάρχουν προτάσεις για πιο βιώσιμες επιλογές προσαρμογής από το να συμβουλεύουμε τους ανθρώπους να περνούν τα κύματα καύσωνα φιλοξενούμενοι σε δημόσια κλιματιζόμενα κτίρια.
Για να μην σημειώσουμε πως εκτός του ότι είναι δαπανηρά, τα κλιματιστικά καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας, με τους ερευνητές να υπολογίζουν ότι ευθύνονται για το 3,9% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Αντί να καίμε περισσότερα ορυκτά καύσιμα για την κάλυψη αυτής της αυξημένης ενεργειακής ζήτησης, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να ξανασκεφτούν την αστική ανάπτυξη για να προστατεύσουν τόσο τον πλανήτη όσο και τη δημόσια υγεία.
Για παράδειγμα, ορισμένες χώρες στην Ασία, συμπεριλαμβανομένης της Ινδονησίας και της Σιγκαπούρης, άρχισαν να χρησιμοποιούν χαμηλού κόστους προστατευτική βαφή των εξωτερικών επιφανειών αλλά και της οροφής για να μειώσουν τις εσωτερικές θερμοκρασίες χωρίς την ανάγκη της χρήσης των κλιματιστικών.
Οι μεταφορές είναι ένας άλλος τομέας ευαίσθητος στη θερμότητα. Είτε ταξιδεύουν σε υπερπλήρη λεωφορεία (τις περισσότερες φορές παλιάς τεχνολογίας) είτε περιμένουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στις στάσεις που δοκιμάζονται από τον δυνατό ήλιο κατά την διάρκεια της ημέρας, οι μετακινούμενοι πολίτες, συνήθως χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος συχνά εκτίθενται σε ακραίες θερμοκρασίες.
Η επένδυση σε βιώσιμα συστήματα μεταφορών που παρέχουν επίσης άνεση κατά τη διάρκεια των κυμάτων καύσωνα είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη ζωτικών στόχων για το κλίμα και τη δημόσια υγεία.
Για να οικοδομήσουν ανθεκτικότητα στη θερμότητα, οι κυβερνήσεις πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια κρίση νερού. Αν και η ενυδάτωση είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία από την υπερβολική ζέστη, σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό. Τα πλαστικά μπουκάλια νερού μιας χρήσης δεν είναι η απάντηση. Όπως και ο κλιματισμός, είναι δαπανηρά, καιτα πλαστικά… ρυπαίνουν.
Τα προγράμματα ετοιμότητας για τη θερμότητα πρέπει να επικεντρώνονται σε πολύ ευάλωτες ομάδες, όπως αγρότες και ψαράδες, εργάτες κατασκευών και εργοστασίων, ηλικιωμένους και άτομα με συννοσηρότητες.
Αυτή η προσπάθεια πρέπει επίσης να επεκταθεί σε μετανάστες (στρατόπεδα φιλοξενίας με υποτυπώδεις συνθήκες διαβίωσης) οι οποίοι συχνά περιορίζονται σε εξαιρετικά ζεστούς, στενούς χώρους.
Όπως τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης καταιγίδων και πανδημιών, η ετοιμότητα για τη υψηλή θερμοκρασία πρέπει να ενσωματωθεί στις πολιτικές υγείας.
Για το σκοπό αυτό, τα συστήματα παρακολούθησης ασθενειών θα πρέπει να ενημερωθούν για να λάβουν υπόψη τις ασθένειες που σχετίζονται με τη ζέστη προτού οι υγειονομικές υπηρεσίες κληθούν να αντιμετωπίσουν άλλο ένα ιστορικό κύμα καύσωνα. Η διατήρηση επαρκών προμηθειών ιατρικού εξοπλισμού, από βασικά είδη όπως ενδοφλέβια υγρά έως γιλέκα ψύξης, είναι επίσης ζωτικής σημασίας.
Επιπλέον, οι πιθανές επιπτώσεις της ακραίας ζέστης πρέπει να ενσωματωθούν στην εκπαίδευση και την κατάρτιση των γιατρών έκτακτης ανάγκης, των εργαζομένων στην υγεία και των παρόχων πρωτοβάθμιας περίθαλψης, οι οποίοι είναι συχνά το πρώτο σημείο επαφής για τους μη προνομιούχους ασθενείς.
.
Τέλος, οι ερευνητές πρέπει να επικεντρωθούν όχι μόνο στην επιδημιολογία της ζέστης, αλλά και στην αποτελεσματικότητα των πολιτικών και των παρεμβάσεων μας.
Με τις παγκόσμιες θερμοκρασίες να αυξάνονται με ανησυχητικό ρυθμό, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να προσαρμοστούμε σε έναν θερμότερο κόσμο, έναν αρκετά πιο “ζεστό” πλανήτη.
Ταυτόχρονα, η επιτάχυνση της απανθρακοποίησης θα μπορούσε να μας επιτρέψει να μειώσουμε τη συχνότητα και την ένταση των ακραίων κυμάτων καύσωνα. Πιέζοντας τις κυβερνήσεις και τις εταιρείες να σταματήσουν την καύση ορυκτών καυσίμων, και υιοθετώντας πιο “πράσινες” πολιτικές μπορούμε να οικοδομήσουμε πραγματική ανθεκτικότητα στη θερμότητα και να βελτιώσουμε την υγεία του πλανήτη.
Διαβάστε επίσης
Κλειστοί όλοι οι αρχαιολογικοί χώροι από 12:00 έως 17:00 λόγω καύσωνα
Καιρός – Καύσωνας: Καμίνι η χώρα με 43αρια και ισχυρούς ανέμους