Οι Γερμανοί ψηφοφόροι έφεραν την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πρώτη με μεγάλη διαφορά στη Θουριγγία και να δίνει μάχη στήθος με στήθος με τη Χριστιανοδημοκρατική ένωση (CDU) στη Σαξονία. Και στις δύο περιπτώσεις το ακροδεξιό γερμανικό Κόμμα βρίσκεται πάνω από το 30%, με βάση τα ποσοστά του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.
Του Νίκου Βασιλειάδη
Οι Σοσιαλδημοκράτες αρκέστηκαν σε μονοψήφια ποσοστά ενώ προς πολιτική εξαφάνιση βαδίζουν οι συγκυβερνώντες στο Βερολίνο Φιλελεύθεροι.
Εκτός Βουλής μένουν σε αντίθεση με την πρωτοεμφανιζόμενη «αριστερο-συντηρητική» Συμμαχία της Σάρα Βάγκενκνεχτ (προερχόμενο από την Die Linke πρώην αριστερά) που κατέκτησε την τρίτη θέση με διψήφια ποσοστά (11,5 έως 14,5%),και της δίνουν το ρόλο του ρυθμιστή στις μετεκλογικές.
Τα εκλογικά αποτελέσματα χαρακτηρίστηκαν σαν “σεισμός που πρόκειται να προκαλέσει μετασεισμό στο Βερολίνο”, αφού η κατάσταση για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση “γίνεται χειρότερη σε κάθε εκλογές” και ότι οι κρατιδιακές κάλπες θα έχουν αναπόφευκτα συνέπειες στην ουσία της ομοσπονδιακής πολιτικής.
Η Θουριγγία που ανήκε στην Ανατολική Γερμανία πριν την ένωση των δύο Γερμανιών, είναι ένα αραιοκατοικημένο κρατίδιο με βαριά ιστορία. Ταυτίστηκε με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης , ενώ παλαιότερα στα εδάφη της είχε ακμάσει ο γερμανικός ιδεαλισμός και η λυρική ποίηση του Χέγκελ, του Σίλερ, του Σέλινγκ, και του Γκαίτε .
Ήταν εκεί που τον Δεκέμβριο του 1929 το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ κατάφερε για πρώτη φορά να μπει στο τοπικό κοινοβούλιο και να συγκυβερνήσει με το συντηρητικό κόμμα της εποχής. Η πρωτέυουσά της, η Ερφούρτη φιλοξενούσε μετά τον Β παγκόσμιο Πόλεμο και τις διαβόητες φυλακές της Στάζι την περίοδο της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Στο βεβαρυμένο ιστορικά λοιπόν έδαφός της λόγω της προιστορίας με το Ναζιστικό Κόμμα τώρα η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία, με επικεφαλής τον Μπιερν Χέκε που έχει καταδικασθεί από τη γερμανική δικαιοσύνη για ναζιστικούς χαιρετισμούς και συνθήματα εκμεταλευόμενο την απογοήτευση των ψηφοφόρων για τον υψηλό πληθωρισμό, τη στασιμότητα στην οικονομία και την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους κερδίζει τις εκλογές και η Γερμανία δείχνει να περνά στο πλέγμα του ακροδεξιού εξτρεμισμού
Παράγοντας που επέτρεψε να συμβεί αυτό είναι ίσως η πρόσφατη επίθεση με μαχαίρι στο Σόλινγκεν την περασμένη Παρασκευή, μετατρέποντας την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας σε έναν αγώνα δίχως αύριο που αφορούσε αποκλειστικά και μόνον την μεταναστευτική πολιτική. Από τη μία, η κυβέρνηση και από την άλλη η συντηρητική αντιπολίτευση του CDU να συναγωνίζονται για το ποιος θα προβάλει την πιο σκληρή ρητορική με στόχο να αποτρέψουν μια σαρωτική νίκη του AfD που σταθερά εύρισκε ευήκοα ώτα σε έναν πληθυσμό που αντιμετωπίζει μια ανεργία υψηλότερη από των υπολοίπων κρατιδίων αντιμετωπίζοντας έναν βαθιά ρατσιστικό τρόπο σκέψης που διαχωρίζει τους πρώην τους Ανατολικογερμανούς από τους Δυτικογερμανούς με τους Ανατολικογερμανούς να αισθάνονται πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Οι ψηοφόροι του AfD δεν είναι ναζιστές ή νοσταλγοί της χιτλερικής εποχής. Είναι εργάτες, άνεργοι, μέλη της ξεπεσμένης κατώτερης μεσαίας τάξης χωρίς δουλειά και δίχως μέλλον. Και ο εφιάλτης αυτών των ανθρώπων είναι η μετανάστευση, ο συνήθης ξένος που καθιστά τις πόλεις επικίνδυνες, στερεί δουλειές και καταχράται κοινωνικές υπηρεσίες (η περιοχή αποτελεί έναν μεταναστευτικό κόμβο, όπου συγκλίνουν οι μεταναστευτικές οδοί από τα Βαλκάνια και τη Λευκορωσία. Και μετά τους Σύρους και τους Αφγανούς καταφτάνουν τώρα και οι Ουκρανοί, ενώ οι Πολωνοί πλήρως πια ενσωματωμένοι είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της περιοχής. Δραστηριοποιούνται κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών και στην εστίαση και στη φιλοξενία). Κάπως έτσι το κίνημα του AfD βρέθηκε ψηλά σαν επιλογή, με το Μεταναστευτικό να έχει δώσει μια τρομερή ώθηση για τη συγκέντρωση ψήφων μεταξύ των συντηρητικών, των ηλικιωμένων και των ανασφαλών μικροαστών προσφέροντας προπαγανδιστικά επιχειρήματα ενάντια στην “εγωιστική και γραφειοκρατική” Ευρώπη.
Ένα κόμμα που βάλλει άλλοτε κατά του κοινού νομίσματος και άλλοτε καταγγέλλει τον εξισλαμισμό της Γερμανίας. Η άνοδός του βασίζεται σε εύκολα και χυδαία συνθήματα, από αντι-ισλαμική προπαγάνδα και αντισημιτικές θέσεις, αλλά και από μια ευφυή εκστρατεία πανεπιστημιακών καθηγητών και οικονομολόγων που συγκαταλέγονται μεταξύ των θεμελιωτών του κινήματος που βρήκε πρόσφορο έδαφος σε έναν εύθραυστο κοινωνικό ιστό με την αγανάκτηση και την απογοήτευση να καθίστανται σταδιακά κυρίαρχα συναισθήματα.
Ο πρώτος που είχε επισημάνει, μετά την πτώση του Τείχους, πως οι δύο Γερμανίες θα έπρεπε να αναπτυχθούν παράλληλα, ήταν ο Βίλι Μπραντ, ο ιστορικός Σοσιαλδημοκράτης πρώην καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας. Στην πραγματικότητα, όμως, το χάσμα μεταξύ των δύο Γερμανιών, αντί να γεφυρωθεί, διευρύνθηκε με την αναδιάρθρωση του απαρχαιωμένου και αναποτελεσματικού βιομηχανικού συστήματος της πρώην κομμουνιστικής Γερμανίας να είναι βάναυση, με χιλιάδες Ανατολικογερμανούς να χάνουν τη δουλειά τους ή να αναγκάζονται να μεταναστεύσουν στη δυτική επικράτεια της πατρίδας τους.
Τώρα η Γερμανία δρέπει τους καρπούς αυτής της άνισης μεταχείρισης με τους πολίτες των περιοχών αυτών να αναζητούν αποδιοπομπαίους τράγους, με νεαρούς νεοναζί, απογοητευμένους ψηφοφόρους της αριστεράς, περιθωριοποιημένους πρώην αξιωματούχους, ξενοφοβικούς και ρατσιστικούς κύκλους να ελκύονται από μια πολιτική πρόταση με στόχο την ανάκτηση και την προάσπιση της εθνικής τους ταυτότητας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σεισμός στη Γερμανία – Πρωτιά στη Θουριγγία για το ακροδεξιό AfD