Η τήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι η μόνιμη επωδός της κυβέρνησης με τον πρωθυπουργό να μεταβαίνει στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης έχοντας στη βαλίτσα του υπέρβαση των εσόδων αλλά «μικρό καλάθι» για τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις που στενάζουν από τις πληθωριστικές πιέσεις και όχι μόνο.
Αυτό μπορεί να έχει εξήγηση γιατί παρά το κλίμα αισιοδοξίας που καλλιεργείται συστηματικά η πορεία για την ελληνική οικονομία αναμένεται να είναι δύσβατη, καθότι πέραν της ανάπτυξης και της καλής πορείας του τουρισμού, υπάρχουν μια σειρά από ζητήματα, τα οποία θα δημιουργήσουν προβλήματα στην κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση καλλιεργεί συστηματικά κλίμα αισιοδοξίας αλλά οι κίνδυνοι παραμονεύουν
Βασικό «αγκάθι» αποτελεί η τεράστια ακρίβεια που πλήττει τη χώρα μας με την κυβέρνηση να αναγνωρίζει μεν το πρόβλημα αλλά να προσπαθεί να πείσει πόσο καλά πάνε τα πράγματα με όσα ήδη κάνει, αλλά και αυτά που πρόκειται να κάνει στο άμεσο μέλλον.
Κάτι ανάλογο θα επιχειρήσει να κάνει και στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός για να τονώσει την τραυματισμένη εικόνα της κυβέρνησης που αποτυπώνεται τόσο στην κοινωνία όσο και δημοσκοπικά.
Οι εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες
Μια πληρέστερη εικόνα, όχι ωραιοποιημένη όπως επιτάσει ο μανδύας της πολιτικής, έχουμε σε μία από τις τελευταίες δημόσιες τοποθετήσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα. Σε άρθρο του σε εβδομαδιαία εφημερίδα, ο διοικητής της ΤτΕ τονίζει πως «δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού» σημειώνει πως «ελληνική οικονομία έχει σημαντικές θετικές προοπτικές» εκτιμά πως «η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί τα επόμενα έτη» αλλά χτυπά και «καμπανάκια» για τις εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αναμένεται αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, κατά 2,2% το 2024, 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026. Βασικές κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδύσεις, η ιδιωτική κατανάλωση και οι εξαγωγές. Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σημαντικά τα δύο επόμενα έτη, ενώ μεσοπρόθεσμα εκτιμάται ότι θα συγκλίνει προς το στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για 2%.
Ωστόσο, «σε ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από νέες αβεβαιότητες και γεωπολιτικές εντάσεις, καθώς και τεχνολογικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις», σημειώνει ο Γιάννης Στουρνάρας, «δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού».
Επίσης, αναφέρει πως «η ενεργοποίηση των νέων ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων περιορίζει τη δυνατότητα αξιοποίησης των υπερβάσεων των εσόδων έναντι των στόχων για τη χρηματοδότηση νέων δαπανών (…)».
Ο διοικητής της ΤτΕ σε άλλο σημείο του άρθρου του απαριθμεί τις οκτώ «πληγές» της ελληνικής οικονομίας που είναι: «Η έλλειψη ανταγωνισμού σε πολλούς κλάδους της οικονομίας, η οποία επιδεινώνει το διεθνές, και άρα εισαγόμενο, πρόβλημα της ακρίβειας, το υψηλό δημόσιο χρέος, το μεγάλο επενδυτικό κενό, η χαμηλή αποταμίευση, η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, η υψηλή ανεργία και η γήρανση του πληθυσμού».
Παροτρύνει ώστε «η οικονομική πολιτική να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της αποτελεσματικής χρήσης των διαθέσιμων εγχώριων και ευρωπαϊκών πόρων και της δημοσιονομικής υπευθυνότητας» και υπογραμμίζει πως «η σημασία της δημοσιονομικής υπευθυνότητας αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην αγορά κεφαλαίων και κρατικών ομολόγων της ζώνης του ευρώ, με τα περιθώρια (spreads) να αυξάνονται σημαντικά ακόμη και για κρατικά ομόλογα χωρών-μελών πολύ υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης, επειδή οι αγορές τιμολογούν υψηλότερα τον κίνδυνο παραβίασης του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου λήψης αποφάσεων».