Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις κατά σχεδόν 900 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως σε τομείς όπως η τεχνολογία και η άμυνα, σύμφωνα με μια πολυαναμενόμενη έκθεση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα (9/10) ως απάντηση στις αυξανόμενες ανησυχίες για την υστέρηση της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Αυτό, την ίδια στιγμή που η Γερμανία, ο πρώτος πυλώνας της ευρωπαϊκής οικονομίας, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας κρίσης που ανάλογή της δεν έχει βιώσει εδώ και πολλές δεκαετίες. Το ενεργειακό χτύπημα που έχει δεχτεί από την απομάκρυνσή της από τη Ρωσία, έχει πλήξει ακόμα και την περιβόητη αυτοκινητοβιομηχανία της – εξ ου και τα όσα ζήσαμε τον περασμένο Ιούνιο, με τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποτυγχάνουν να συμφωνήσουν σε νέες κυρώσεις κατά του κερδοφόρου τομέα υγροποιημένου φυσικού αερίου της Ρωσίας. Επί της ουσίας, η Γερμανία ήταν αυτή που τορπίλισε τη συμφωνία.
Το ακόλουθο ερώτημα αρχίζει να τίθεται ολοένα και πιο έντονα: κατά πόσο νομιμοποιούνται, πλέον, να χαράσσουν την κεντρική πολιτική «γραμμή» πάνω στην οποία θα πορευτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Η ουσία του πακέτου ήταν να απαγορεύσει στις χώρες να επανεξάγουν ρωσικό LNG από λιμάνια της ΕΕ και να χρηματοδοτήσουν προγραμματισμένους τερματικούς σταθμούς LNG της Αρκτικής και της Βαλτικής. Αυτό το νέο γερμανικό μπλόκο, ακύρωσε αυτό που θα αποτελούσε το 14ο ευρωπαϊκό πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας από τότε που ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν διέταξε την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022.
Ωστόσο, αυτή η κίνηση του Σολτς δεν απέτρεψε τη περαιτέρω βύθιση της δημοτικότητας του ίδιου και γενικότερα των προσώπων που κατέχουν θέσεις-κλειδιά στη διαχείριση της υφιστάμενης κρίσης.
Την Τρίτη (10/9), νέα έρευνα του του Ινστιτούτου Insa, που διεξήχθη για λογαριασμό της εφημερίδας BILD, έδειξε ότι υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των ποσοστών των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία μετά τα αρνητικά αποτελέσματα στις πρόσφατες κρατιδιακές εκλογές της Σαξονίας και της Θουριγγίας. Σε ό,τι αφορά τη δημοτικότητα των πολιτικών, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς και η υπουργός Εξωτερικών βρίσκονται στην 18η και στην 17η θέση αντίστοιχα, με καθοδική μάλιστα τάση.
Γίγαντες με πήλινα πόδια
Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα και για τον Εμανουέλ Μακρόν, του δεύτερου πυλώνα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μετά από τη νέα συντριπτική ήττα που υπέστη στις βουλευτικές εκλογές, το μέλλον του κεντρώου συνασπισμού του κρέμεται από μια κλωστή. Το γεγονός ότι με την επιλογή του Μισέλ Μπαρνιέ πραγματοποίησε ένα πολιτικό «πραξικόπημα», όπως του καταλογίζει η Αριστερά, του δίνει τη δυνατότητα να αναβάλει κάτι που επί του παρόντος μοιάζει τετελεσμένο: το πολιτικό του τέλος.
«Θα στηρίξουμε την Ουκρανία για όσο χρειαστεί», δήλωσαν προ ημερών ο Όλαφ Σολτς και ο Εμανουέλ Μακρόν, αλλά το ακόλουθο ερώτημα αρχίζει να τίθεται ολοένα και πιο έντονα: κατά πόσο νομιμοποιούνται, πλέον, να χαράσσουν την κεντρική πολιτική «γραμμή» πάνω στην οποία θα πορευτεί η Ευρωπαϊκή Ένωση; Σύμφωνα με τους NYT, η πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «υπαρξιακή», όπως δήλωσε τη Δευτέρα (9/9) στις Βρυξέλλες ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Εάν η Ευρώπη δεν μπορεί να ανταγωνιστεί αποτελεσματικά και, κατ’ επέκτασιν, να προσφέρει στους ανθρώπους της ασφάλεια και ευημερία, είπε, «θα έχει απωλέσει τον λόγο της ίδιας της ύπαρξης».
Ο κ. Ντράγκι είπε ότι, για να επιτύχει τους στόχους της έκθεσής του, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρειαστεί πρόσθετες ετήσιες επενδύσεις έως και 800 δισεκατομμυρίων ευρώ (884 δισεκατομμύρια δολάρια), ποσό που ισοδυναμεί με περίπου το 4,5% του περσινού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να γίνει αντιληπτό το δυσθεώρητο μέγεθος των αλλαγών που απαιτούνται, αξίζει να σημειωθεί ότι, συγκριτικά, οι επενδύσεις στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ από το 1948 έως το 1951 ήταν ισοδύναμες με περίπου 1,5% της οικονομικής παραγωγής της Ευρώπης.
Η ανάλυση είναι το αποτέλεσμα μιας ετήσιας μελέτης που ζήτησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα αίτια της κρίσης ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης και θα χρησιμεύσει ως οδηγός για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες, οι οποίοι σύντομα θα συναντηθούν για να καθορίσουν το επόμενο πενταετές στρατηγικό σχέδιο για τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε ενεργειακό αδιέξοδο η Ευρωπαϊκή Ένωση
Οι συνθήκες που συνέβαλαν στην ευημερία της ηπείρου έχουν αλλάξει ουσιαστικά μετά την πανδημία του κορονοϊού και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το φθηνό ρωσικό αέριο δεν είναι πλέον διαθέσιμο και οι τιμές της ενέργειας έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Αυτές οι τιμές έχουν ξεπεράσει το υψηλότερο σημείο τους, αλλά οι ευρωπαϊκές εταιρείες εξακολουθούν να πληρώνουν δύο έως τρεις φορές περισσότερα για ηλεκτρική ενέργεια από ό,τι οι αμερικανικές εταιρείες, σύμφωνα με την έκθεση, τονίζουν οι NYT.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επίσης αναγνωρίσει ότι χρειάζεται να αυξήσει σημαντικά τις στρατιωτικές δαπάνες, προστίθεται στο δημοσίευμα.
Όπως επισημαίνεται, ταυτόχρονα, η ανάπτυξη και οι επενδύσεις έχουν υποχωρήσει πίσω από αυτές των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, που και οι δύο συμμετέχουν σε προσπάθειες πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για να επεκτείνουν τις τεχνολογικές και πράσινες βιομηχανίες τους.
Οι εταιρείες μεταφέρονται σωρηδόν στις ΗΠΑ
Οι NYT υπογραμμίζουν ότι η Ευρώπη γνώρισε ασθενή ζήτηση για τις εξαγωγές της, ειδικά από την Κίνα, και η θέση της σε προηγμένες τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη μειώνεται: Μόνο τέσσερις από τις 50 κορυφαίες εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο είναι ευρωπαϊκές. Όπως συμπληρώνουν, σχεδόν το ένα τρίτο των λεγόμενων «μονόκερων» που ιδρύθηκαν στην Ευρώπη, δηλαδή των εταιρειών αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων που ιδρύθηκαν από το 2008 έως το 2021, έχουν μεταφέρει την έδρα τους στο εξωτερικό, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Armida van Rij, επικεφαλής του προγράμματος Ευρώπης για την ερευνητική ομάδα Chatham House, είπε ότι η έκθεση του κ. Ντράγκι ήταν σύντομη σε λεπτομέρειες σχετικά με την πηγή της τεράστιας επένδυσης που απαιτείται για την αναστροφή της οικονομικής παρακμής της Ευρώπης.
«Από πού θα έρθουν τα χρήματα;», διερωτήθηκε η κ. van Rij. «Αυτό είναι το καίριο ζήτημα, δεδομένης της βαριά πληγωμένης οικονομίας και της κακής κατάστασης στην οποίαν έχουν περιέλθει τα οικονομικά της Γερμανίας, που άλλοτε μπορεί να ήταν σε θέση να βρει λύσεις αλλά τώρα δεν είναι σε θέση να το κάνει». Ένας άλλος τρόπος άντλησης χρημάτων που προτιμά ο κ. Ντράγκι, η κοινή έκδοση ομολόγων (έκδοση κοινού χρέους), είναι αμφιλεγόμενος μεταξύ των κρατών-μελών.
Για να μεταμορφώσει την οικονομία της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αναπτύξει μια βιομηχανική στρατηγική που να περιλαμβάνει ένα κοινό ενεργειακό δίκτυο, κοινές στρατιωτικές προμήθειες καθώς και προηγμένα προγράμματα κατάρτισης για τους εργαζόμενους. Περίπου το ένα τέταρτο των ευρωπαϊκών εταιρειών δήλωσαν ότι δυσκολεύονταν να βρουν υπαλλήλους με τις απαραίτητες δεξιότητες, ειδικά σε διευθυντικό επίπεδο, σύμφωνα με την έκθεση.
«Τεράστιο πρόβλημα» η γραφειοκρατία
Σημειώνοντας ότι η ΕΕ εξαρτάται από μια χούφτα προμηθευτές -μεταξύ των οποίων η Κίνα- για κρίσιμες πρώτες ύλες, η έκθεση ζητεί επίσης περισσότερες προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες και επενδύσεις σε χώρες που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως εναλλακτικοί προμηθευτές.
Η έκθεση του κ. Ντράγκι επαναλαμβάνει την έκκληση προς τις ευρωπαϊκές χώρες να είναι πιο συντονισμένες στις πολιτικές που θεσπίζουν για την αντιμετώπιση των ελλείψεων στην ανταγωνιστικότητα.
«Το μέγεθος της γραφειοκρατίας που προτάθηκε από τις Βρυξέλλες τα τελευταία δύο χρόνια έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο πρόβλημα για την Ευρώπη να παραμείνει ανταγωνιστική», δήλωσε ο Simone Tagliapietra, ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Bruegel, ένα ευρωπαϊκό think thank.
Αλλά η πολιτική είναι πιο περίπλοκη τώρα. Ακροδεξιά κόμματα που ήταν εχθρικά απέναντι σε ορισμένες από τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιφυλακτικά απέναντι στην επέκταση των εξουσιών των Βρυξελλών, βρίσκονται στην κυβέρνηση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και κέρδισαν έδρες στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το περασμένο καλοκαίρι. Πολλές από τις προτάσεις του κ. Ντράγκι θα απαιτούσαν ομόφωνη συναίνεση από τα κράτη-μέλη και αρκετές χώρες έχουν εκφράσει αντιρρήσεις για ορισμένες από τις εν λόγω πολιτικές.
Οι πολιτικές διαιρέσεις εντός της Γερμανίας και της Γαλλίας, των δύο μεγαλύτερων παικτών της ΕΕ, περιπλέκουν περαιτέρω τις προσπάθειες χρηματοδότησης ενός μακροπρόθεσμου επενδυτικού προγράμματος.
Διευρύνθηκε το χάσμα μεταξύ ΗΠΑ-ΕΕ
«Μπορεί η έκθεση του κ. Ντράγκι να στέψει τα φώτα της δημοσιότητας σε αυτήν τη βραδυφλεγή κρίση τόσο ώστε να βγάλει την ΕΕ από την παράλυσή της;», αναρωτιέται ο Nicolai von Ondarza, επικεφαλής της ευρωπαϊκής έρευνας στο Γερμανικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων και Υποθέσεων Ασφάλειας.
Το χάσμα στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μεταξύ των 27 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό, διευρύνθηκε στο 30% το 2023 σε τιμές 2015, από λίγο πάνω από 15% του 2002, κυρίως λόγω της χαμηλότερης παραγωγικότητας στην Ευρώπη. Ένα σημαντικό μέρος του χάσματος παραγωγικότητας οφείλεται στο ότι ορισμένοι Ευρωπαίοι προτιμούν να εργάζονται λιγότερες ώρες, σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Ινστιτούτου McKinsey…