Η Ευρώπη κάποτε κυριάρχησε στον κόσμο χάρη στην τεχνολογική της καινοτομία.
Τώρα, ωστόσο, η έλλειψη δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης (R&D) έχει καταστήσει τις ευρωπαϊκές εταιρείες μη ανταγωνιστικές έναντι των απειλών από την Κίνα.
Η μακροχρόνια προσέγγιση της Ευρώπης για την εξωτερική ανάθεση των οικονομικών αναγκών, συμπεριλαμβανομένης της μεταποίησης, στην Κίνα και η εξάρτησή της από τις Ηνωμένες Πολιτείες για μια εξαγωγική αγορά την έχουν φέρει πίσω. Ενώ οι φθηνές εισαγωγές από την Κίνα κατακλύζουν τις ευρωπαϊκές αγορές εις βάρος των ευρωπαίων κατασκευαστών, η απειλή των δασμών του εισερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προκαλεί ένα περαιτέρω πλήγμα.
Η Ευρώπη μια “έρημος” καινοτομίας
Η Ευρώπη κυβέρνησε τον κόσμο κατά τον 19ο αιώνα και επίσης το μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα με μια σειρά από πρωτοποριακές εφευρέσεις — από το νέο αυτοκίνητο μέχρι το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τα φαρμακευτικά προϊόντα. Ωστόσο, η Ευρώπη είναι πλέον μια έρημος καινοτομίας.
Η έκθεση του πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας και κεντρικού τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, λέει ότι η Ευρώπη έχει μόνο τέσσερις από τις 50 κορυφαίες εταιρείες τεχνολογίας στον κόσμο. Δεν έχει ούτε μία εγγραφή ανάμεσα στα 15 ηλεκτρικά οχήματα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις.
Ο Ντράγκι είπε ότι αυτή η έλλειψη έρευνας και καινοτομίας είναι μια «υπαρξιακή πρόκληση» για την Ευρώπη. «Εάν η Ευρώπη δεν μπορεί να γίνει πιο παραγωγική, θα αναγκαστούμε να επιλέξουμε. Δεν θα μπορέσουμε να γίνουμε, αμέσως, ηγέτης στις νέες τεχνολογίες, φάρος ευθύνης για το κλίμα και ανεξάρτητος παίκτης στην παγκόσμια σκηνή. Δεν θα μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο. Θα πρέπει να περιορίσουμε ορισμένες, αν όχι όλες, από τις φιλοδοξίες μας. Αυτή είναι μια υπαρξιακή πρόκληση» ανέφερε ο Ντράγκι στην έκθεσή του.
Ο Ντράγκι είπε περαιτέρω ότι εάν η οικονομική ανάπτυξη δεν διατηρηθεί, τότε δεν θα πραγματοποιηθούν οι αξίες της ευημερίας, της ισότητας, της ελευθερίας, της ειρήνης και της δημοκρατίας σε ένα βιώσιμο περιβάλλον που πρεσβεύει η Ευρώπη.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ είπε σε εκδήλωση στο Παρίσι τον Νοέμβριο ότι το περίφημο κοινωνικό μοντέλο της Ευρώπης θα κινδύνευε αν δεν αλλάξει γρήγορα πορεία. Είπε, «Ζούμε μια περίοδο ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών, που οδηγούνται ιδιαίτερα από την πρόοδο στην ψηφιακή καινοτομία και σε αντίθεση με το παρελθόν, η Ευρώπη δεν βρίσκεται πλέον στην πρώτη γραμμή της προόδου».
Υπερεξάρτηση από τις ΗΠΑ
Η ΕΕ εξάγει περισσότερα από 500 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένας δασμός 20 τοις εκατό από τον Τραμπ θα σήμαινε οικονομική καταστροφή για την Ευρώπη όταν οι μεγαλύτερες οικονομίες της -Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία- αγωνίζονται όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι θα τερματίσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Πέρυσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μερίδιο 20 τοις εκατό στις εξαγωγές της ΕΕ.
Κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, επιβλήθηκαν δασμοί σε χάλυβα και αλουμίνιο από την Ευρώπη. Καθώς αναμένονται παρόμοιες κινήσεις τώρα, η Ευρώπη έχει λίγες επιλογές να καθησυχάσει τον Τραμπ κυρίως ενέργεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην πρώτη της απάντηση στην επανεκλογή του Τραμπ, πρότεινε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αρχίσει να αγοράζει περισσότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τις Ηνωμένες Πολιτείες για να ευχαριστήσει τον Τραμπ, ώστε η ΕΕ να κερδίσει χρόνο για να διορθώσει τα προβλήματά της. ξεκάθαρα μια στρατηγική που προδίδει την ακραία απόγνωση των ηγετών της ΕΕ.
Το χαμένο έδαφος
Κατά την περίοδο 2010-2023, ο σωρευτικός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ έφτασε το 34 τοις εκατό στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε σύγκριση με μόλις 21 τοις εκατό στην ΕΕ. Το χάσμα στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, για παράδειγμα, έχει διπλασιαστεί κατά ορισμένες μετρήσεις στο 30%, κυρίως λόγω της χαμηλότερης αύξησης της παραγωγικότητας στην ΕΕ.
Μια έκθεση του ΔΝΤ αναφέρει ότι οι αγοραίες αποτιμήσεις (αγοραία αξία μετοχών) των εταιρειών που είναι εισηγμένες στις ΗΠΑ έχουν υπερτριπλασιαστεί από το 2005, ενώ οι ευρωπαϊκές έχουν αυξηθεί μόνο κατά 60%.
Οι Ευρωπαίοι είναι «τεμπέληδες»
Η έκθεση του ΔΝΤ, η οποία ήρθε μετά και ως απάντηση στην έκθεση του Ντράγκι προς την ΕΕ, επεσήμανε τη χαμηλή παραγωγικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε σύγκριση με τις αμερικανικές.
Η έκθεση αναφέρει ότι ενώ η παραγωγικότητα για τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 40 τοις εκατό από το 2005, ενώ δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου για τις ευρωπαϊκές εταιρείες. Η παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε κατά 22 τοις εκατό στις Ηνωμένες Πολιτείες και 5 τοις εκατό στην ευρωζώνη.
Τα αίτια για τα δυσμενή αποτελέσματα που εμφανίζει η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, που παρασύρει και την υπόλοιπη Ήπειρο σε χαμηλές πτήσεις, είναι γνωστά και διαχρονικά. Χαμηλή παραγωγικότητα, γερασμένος πληθυσμός, απαρχαιωμένες υποδομές, ενεργειακή ανεπάρκεια, κρατική γραφειοκρατία καθώς και μεγάλο τεχνολογικό κενό σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της.
Μειωμένο σύνολο δεξιοτήτων και χαμένοι επενδυτικοί στόχοι έρευνας και ανάπτυξης
Το χάσμα μεταξύ του συνόλου δεξιοτήτων των Ευρωπαίων εργαζομένων και των Αμερικανών ή Κινέζων εργαζομένων έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Μια έκθεση της γαλλικής Polytechnique insights νωρίτερα φέτος ανέφερε ότι μπορεί να εξηγηθεί από την ανεπαρκή επένδυση σε νέες τεχνολογίες στην Ευρώπη.
Σε όλες τις ονομαζόμενες τεχνολογίες του μέλλοντος, όπως: Τεχνητή Νοημοσύνη, ανάπτυξη νέας γενιάς ημιαγωγών, Κβαντική τεχνολογία, 5G, Βιοτεχνολογία, υπάρχει μεγάλη υστέρηση. Σε πρόσφατη σχετική μελέτη του Australian Strategic Policy Institute, που αναλύονται τα επιτεύγματα των επιμέρους χωρών σε 44 σύγχρονες τεχνολογίες, στις 37 προηγούνται οι Κινέζοι, σε 7 οι Αμερικανοί, ενώ η Ευρώπη σε καμία.
Εκεί που διαπιστώνεται χάος σε σχέση κυρίως με τις ΗΠΑ είναι στη λεγόμενη οικονομία των διαδικτυακών πλατφορμών, όπως είναι η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Οι γίγαντες του χώρου, Google, Facebook και Amazon έχουν εδραιωθεί σε μια νέα αγορά, όπου συνδυάστηκε με ευκολία ανθρώπινο κεφάλαιο με εύκολη χρηματοδότηση και κυρίως με όραμα και τη διάθεση για ανάληψη υψηλού ρίσκου. Κάτι που η γηραιά Ευρώπη, έχει μεν να επιδείξει σπουδαίες επιτυχίες στη βασική έρευνα, υστερεί όμως στην επιχειρηματική αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της.
Η χαμένη ευκαιρία της Λισαβόνας
Το 2000, η ΕΕ ενέκρινε τη στρατηγική της Λισαβόνας για να καταστήσει την «οικονομία της Ευρώπης την πιο ανταγωνιστική στον κόσμο» με «ένα αποφασιστικό άλμα στις επενδύσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία». Η Ευρώπη είχε ως στόχο να δαπανήσει το 3% του ΑΕΠ του μπλοκ σε έρευνα και ανάπτυξη, αναγνωρίζοντάς την ως τον κύριο μοχλό οικονομικής καινοτομίας.
Ωστόσο, ένα τέταρτο του αιώνα μετά, η Ευρώπη όχι μόνο δεν κατάφερε να επιτύχει τον στόχο της, αλλά έχει μείνει αρκετά πίσω τόσο από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από την Κίνα, σύμφωνα με το Politico. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι δαπάνες για έρευνα νέων τεχνολογιών από ευρωπαϊκές εταιρείες και τον δημόσιο τομέα δεν έχουν επιτύχει ποτέ τον επιδιωκόμενο στόχο, παραμένοντας περίπου στο 2% — σχεδόν στο σημείο που ήταν το 2000 όταν εγκρίθηκε η Στρατηγική της Λισαβόνας.
Υπάρχουν ελπίδες
Παρ’ όλα αυτά για τους συγκεκριμένους τομείς, όπως για παράδειγμα η ευρωπαϊκή ηλεκτροκίνητη αυτοκινητοβιομηχανία, υπάρχουν ελπίδες, ότι μπορεί να υπάρξει επανάκαμψη, αν η Ευρώπη Ένωση προχωρήσει σε τολμηρές και φιλικές προς την καινοτομία αποφάσεις. Αυτές δεν πρέπει να περιορισθούν στην εξάλειψη μόνο των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων, αλλά η Ευρώπη θα πρέπει να προχωρήσει το γρηγορότερο σε μια ριζική επανεκκίνηση στο πνεύμα των προτάσεων Draghi και Letta, όχι μόνο για να καταστεί ανταγωνιστική στο διεθνές περιβάλλον, αλλά και για να είναι σε θέση να προστατέψει την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών της από τις επερχόμενες προκλήσεις.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Έκθεση Ντράγκι: Η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετωπίζει «υπαρξιακή πρόκληση»
Γαλλία: Ανακοινώθηκε η νέα κυβέρνηση – Ποιους επέλεξε ο Μπαϊρού