Η άφιξη τον περασμένο Οκτώβριο στην Αθήνα 800 γυναικών από το Αφγανιστάν -όλες μορφωμένες και με θέσεις ευθύνης στην κοινωνία της Καμπούλ- πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από τα μέσα ενημέρωσης. Κι όμως, αν προσπαθήσουμε να κάνουμε έναν απολογισμό της χρονιάς με τα μεγαλύτερα και συνταρακτικότερα -μέχρι στιγμής- γεγονότα στον κόσμο, η κατάληψη της εξουσίας στο Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν και οι απελπισμένοι Αφγανοί πολίτες στο αεροδρόμιο της Καμπούλ που έψαχναν αγωνιωδώς να φύγουν από την πατρίδα τους, δίχως άλλο φιγουράρουν στην κορυφή αυτής της μακράς -σίγουρα- λίστας.
Tου ΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑ∆Η
Πριν από λίγο καιρό μια Γερμανίδα συνάδελφος, η Βερένα Σέλτερ, ανταποκρίτρια της Deutsche Welle στην Αθήνα, συναντήθηκε με μία από αυτές τις 800 γυναίκες που ήρθαν στην Ελλαδα, τη Χομάιρα Αγιούμπι, και αποτύπωσε τον τρόμο και την αγωνία όσων έμειναν πίσω στην Καμπούλ μέσα από τη διήγηση της Χομάιρα.
Οι Ταλιμπάν
«Περάσαμε δύσκολες ημέρες αφότου οι Ταλιμπάν πήραν την εξουσία», είπε η Χομάιρα. «Αλλά μετά από έναν μήνα καταφέραμε να φύγουμε από το Αφγανιστάν. Εδώ αισθανόμαστε σιγουριά. Συναισθηματικά όμως είμαστε ακόμη στο Αφγανιστάν. Σου ματώνει η καρδιά να βλέπεις την κατάσταση εκεί».
Η Χομάιρα Αγιούμπι δεν είναι μια τυχαία γυναίκα από το Αφγανιστάν. Είναι καθηγήτρια Μαθηματικών και εργαζόταν 30 χρόνια σε σχολείο κοριτσιών μέχρις ότου εξελέγη στο αφγανικό Κοινοβούλιο. Ως βουλευτής στρατεύτηκε για τα γυναικεία δικαιώματα και έγινε πρόεδρος της Επιτροπής Καταπολέμησης της ∆ιαφθοράς. Όταν όμως ήρθαν οι Ταλιμπάν, η ζωή της μπήκε σε κίνδυνο.
Περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατεί στο Αφγανιστάν, επιβεβαιώνει όσα ο ΟΗΕ με αγωνία επισημαίνει στις συνεχείς του ανακοινώσεις σχετικά με την κρίση στη χώρα. Τα τρόφιμα δεν επαρκούν και 20.000.000 κάτοικοι είναι αντιμέτωποι με το φάσμα της πείνας. Γονείς από απελπισία πουλάνε τα παιδιά τους για λίγα χρήματα, για να ζήσουν την υπόλοιπη οικογένεια.
Η 9χρονη Παρβάνα
Τελευταίο παράδειγμα η Παρβάνα Μαλίκ, ένα 9χρονο κορίτσι από το Αφγανιστάν που ενώ θα έπρεπε να παίζει με τις φίλες της και να πηγαίνει σχολείο, η ζωή τής επεφύλασσε μια τραγική καθημερινότητα. Ο πατέρας της την πούλησε ως νύφη σε έναν 55χρονο άγνωστο άνδρα για να εξασφαλίσει τροφή για την οικογένειά του, η οποία κατοικεί σε μια μικρή καλύβα με χωμάτινους τοίχους.
Ο άντρας που θέλησε να αγοράσει την 9χρονη υποστηρίζει ότι είναι 55 ετών, αλλά για εκείνη είναι «ένας γέρος» με λευκά φρύδια και πυκνή, λευκή γενειάδα, όπως ανέφερε στο CNN, και ανησυχεί ότι θα τη χτυπήσει και θα την αναγκάσει να δουλέψει στο δικό του σπίτι.
Οι γονείς της υποστήριξαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή. Για τέσσερα χρόνια, η οικογένειά της ζούσε σε έναν καταυλισμό Αφγανών εκτοπισμένων στη βορειοδυτική επαρχία Μπαντγκίς, επιζώντας μέσω ανθρωπιστικής βοήθειας και εργασίας, κερδίζοντας λίγα δολάρια την ημέρα. Αλλά η ζωή έγινε πιο δύσκολη από τότε που οι Ταλιμπάν ανέλαβαν την εξουσία στο Αφγανιστάν στις 15 Αυγούστου. Καθώς η οικονομία της χώρας κατέρρευσε, η οικογένεια δεν ήταν σε θέση να προμηθευθεί ακόμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, όπως τρόφιμα. Ο πατέρας της πούλησε ήδη τη 12χρονη αδελφή της πριν από αρκετούς μήνες και τώρα είχε έρθει η σειρά της Παρβάνα.
Ο Αμπντούλ, ο πατέρας της, δήλωνε πως είναι συντετριμμένος από ενοχές, ντροπή και ανησυχία και ότι προσπάθησε να αποφύγει να την πουλήσει – ταξίδεψε στην πρωτεύουσα της επαρχίας Κάλα-ε-Νάου για να ψάξει ανεπιτυχώς για δουλειά, δανειζόμενος ακόμη και «πολλά χρήματα» από συγγενείς και η σύζυγός του εκλιπαρούσε άλλους κατοίκους του καταυλισμού για φαγητό.
Στο τέλος δεν είχε άλλη επιλογή αν ήθελε να ταΐσει την οικογένειά του. «Είμαστε οκτώ μέλη», είπε στο CNN. «Πρέπει να την πουλήσω για να κρατήσω ζωντανά τα άλλα μέλη της οικογένειας».
Τα χρήματα από την πώληση της Παρβάνα -περίπου 2.200 δολάρια, που αντιστοιχούν τόσο σε μετρητά όσο και σε πρόβατα και γη- θα συντηρήσουν την οικογένεια μόνο για λίγους μήνες, προτού ο Αμπντούλ Μαλίκ χρειαστεί να βρει άλλη λύση.
Η μικρή Παρβάνα ήλπιζε να αλλάξουν γνώμη οι γονείς της, καθώς το όνειρό της ήταν να γίνει δασκάλα και δεν ήθελε να εγκαταλείψει την εκπαίδευσή της. Όμως τα παρακάλια της ήταν μάταια. Στην ανταλλαγή έκρυψε το πρόσωπό της και κλαψούρισε, καθώς ο πατέρας της που έκλαιγε είπε στον αγοραστή: «Αυτή είναι η νύφη σου. Φρόντισέ την, σε παρακαλώ, είσαι υπεύθυνος για αυτήν τώρα, σε παρακαλώ μην τη χτυπάς».
Η 9χρονη Παρβάνα στάθηκε στο τέλος, ευτυχώς, τυχερή, αντίθετα από πολλά άλλα κορίτσια της ηλικίας της, και επέστρεψε τελικά στους δικούς της μετά από παρέμβαση δημοσιογράφων αλλά και μιας ΜΚΟ. Ένας Αμερικανός δωρητής προσέφερε 10.000 δολάρια ώστε να αποπληρώσει ο πατέρας της το χρέος που είχε προς τον 55χρονο άντρα, πριν καν αυτός την παντρευτεί ή την εκμεταλλευθεί για άλλους σκοπούς.
Πόσα όμως ακόμη κορίτσια δεν μπορούν να έχουν την τύχη της μικρής Παρβάνα, καθώς γονείς απεγνωσμένοι, αφού ξεπουλήσουν όλα τους τα υπάρχοντα, πουλάνε και τα παιδιά τους για να επιβιώσουν τα άλλα μέλη της οικογένειας; «Αν η ζωή συνεχίσει να είναι τόσο φριχτή, θα σκοτώσω τα παιδιά μου και θα αυτοκτονήσω», δήλωνε στη «Wall Street Journal» η Σαλέχα, που πούλησε την 3χρονη κόρη της για 550 δολάρια. «∆εν ξέρω καν τι θα φάμε απόψε»…
Η πείνα θερίζει!
Το Αφγανιστάν βιώνει τώρα μία από τις χειρότερες ανθρωπιστικές κρίσεις στον κόσμο -αν όχι τη χειρότερη- και η διατροφική ασφάλεια έχει σχεδόν καταρρεύσει. Αυτόν τον χειμώνα εκατομμύρια Αφγανοί θα αναγκαστούν να διαλέξουν μεταξύ μετανάστευσης και λιμοκτονίας. Τουλάχιστον ο μισός πληθυσμός της χώρας κινδυνεύει να πεθάνει από πείνα εξαιτίας συγκρούσεων (και αιματηρών τρομοκρατικών επιθέσεων), οικονομικής κρίσης (η οποία επιτείνεται ραγδαία μετά την επικράτηση των Ταλιμπάν τον Αύγουστο) και παρατεταμένης ξηρασίας (επιδεινούμενης από την κλιματική αλλαγή), που δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο την όποια πρόσβαση σε τρόφιμα.
Μετά το πάγωμα της διεθνούς οικονομικής βοήθειας προς τους Ταλιμπάν, δημόσιοι υπάλληλοι και άλλοι εργαζόμενοι παραμένουν επί μήνες απλήρωτοι. Πάνω από 2.000 κλινικές σε όλη τη χώρα έχουν κλείσει από έλλειψη χρηματοδότησης, την ώρα που 3.500.000 άνθρωποι παραμένουν εσωτερικά εκτοπισμένοι και διαβιούν σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς, χωρίς κανένα εισόδημα και μέσο βιοπορισμού. «Σταγόνα στον ωκεανό» ένα σχέδιο των Ταλιμπάν να δώσουν δουλειά για δύο μήνες σε 40.000 άντρες στην Καμπούλ, πληρώνοντάς τους όμως με σιτάρι αντί για λεφτά, αφού τα μετρητά είναι δυσεύρετα.
Παραβιάσεις
∆εν φτάνει όμως μόνο η πείνα που χτυπά ανελέητα τη χώρα. Η κατάσταση έχει γίνει πλέον αφόρητη, καθώς οι Ταλιμπάν «ξηλώνουν κατά συστηματικό τρόπο την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τα τελευταία 20 χρόνια». Οι Ταλιμπάν προσπάθησαν να πείσουν τον κόσμο ότι θα σέβονταν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά οι πληροφορίες που προέρχονται από εκεί δείχνουν μία τελείως διαφορετική πραγματικότητα.
Καθημερινά συντελείται μια πλειάδα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: εκφοβισμός και καταστολή των δικαιωμάτων των γυναικών, αντίποινα κατά των δημοσίων υπαλλήλων της προηγούμενης κυβέρνησης, επιθέσεις κατά της ελευθερίας της έκφρασης, με τη ζωή χιλιάδων γυναικών και ανδρών που διακινδύνευσαν για να υπερασπισθούν τα ανθρώπινα δικαιώματα να κρέμεται από μια κλωστή».
«Radio Begum», ένα ραδιόφωνο από γυναίκες για γυναίκες
Πολλές από αυτές τις πληροφορίες για το τι συμβαίνει στη χώρα μεταδίδονται από το επαναστατικό ραδιόφωνο «Radio Begum». Έναν ραδιοφωνικό σταθμό που σε πείσμα της κατάστασης που επικρατεί συνεχίζει να εκπέμπει και να δίνει στις γυναίκες του Αφγανιστάν την ανάσα που χρειάζονται με ένα πρόγραμμα ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι. Εκπαιδευτικές εκπομπές, ανάγνωση βιβλίων και συμβουλευτική ψυχολογία, από γυναίκες για γυναίκες.
Από τον περασμένο Αύγουστο που ο στρατός των ακραίων Ισλαμιστών ανακατέλαβε την εξουσία, από τους κατοίκους του Αφγανιστάν εκείνοι που επλήγησαν περισσότερο από αυτή την αλλαγή ήταν οι γυναίκες, οι οποίες είδαν εν μία νυκτί τις όποιες ελευθερίες τους να περιορίζονται στο ελάχιστο.
Ο Begum FM 90.1 όμως αντιστέκεται στην υποβάθμιση των γυναικών και τις βοηθάει όχι μόνο να ψυχαγωγηθούν και να μορφωθούν, αλλά και να μιλήσουν για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Ιδρύθηκε πριν από μερικούς μήνες, την ημέρα της Γυναίκας, στις 8 Μαρτίου 2021.
Εκποµπές
Το πρόγραμμά του απαρτίζεται από εκπαιδευτικές εκπομπές, αναγνώσεις βιβλίων και εξ αποστάσεως ψυχοθεραπεία, από γυναίκες παραγωγούς σε γυναίκες ακροάτριες. Επιπλέον, δύο φορές κάθε μέρα, οι εγκαταστάσεις του μετατρέπονται σε σχολείο.
Ιδρύτρια του σταθμού είναι η Χαμιντά Αμάν, η οποία μεγάλωσε ως μετανάστρια στην Ελβετία μετά την εισβολή των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν.
«Πρέπει να δείξουμε ότι δεν χρειάζεται να φοβόμαστε», είπε η Αμάν, η οποία επέστρεψε μετά την ανατροπή του πρώτου καθεστώτος των Ταλιμπάν το 2001 από ξένες δυνάμεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
«Χρυσή ευκαιρία»
Η Μουρσάλ, ένα 13χρονο κορίτσι, πηγαίνει στο στούντιο για να διαβάσει από τότε που οι Ταλιμπάν εμπόδισαν την επαναλειτουργία ορισμένων σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
«Το μήνυμά μου στα κορίτσια που δεν μπορούν να πάνε σχολείο είναι να ακούσουν το πρόγραμμά μας προσεκτικά, να χρησιμοποιήσουν αυτή τη χρυσή ευκαιρία, την οποία μπορεί να μην το έχουν ξανά», δηλώνει στο Al Jazeera η μικρή Μουρσάλ.
Υπάρχουν και on-air μαθήματα για ενήλικες. Σε ένα τέτοιο μάθημα, ο διευθυντής του σταθμού Saba Chaman, 24 ετών, διάβασε την αυτοβιογραφία της Michelle Obama στο Dari. Είναι ιδιαίτερα περήφανη για μια εκπομπή όπου οι ακροατές καλούν για ψυχολογική συμβουλευτική.
Το μέλλον ωστόσο του Begum FM 90.1 παραμένει αβέβαιο. Από τη μία o ραδιοσταθμός δεν έχει διαφημιστικά έσοδα και από την άλλη οι διώξεις των δημοσιογράφων στο Αφγανιστάν τείνουν να παγιωθούν ως πρακτική για να κλείσουν τα «ανυπάκουα» στόματα.
∆ιώξεις
Σύμφωνα με τη Ραβίνα Σαμντασάνι, εκπρόσωπο του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι δημοσιογράφοι στο Αφγανιστάν βρίσκονται σε καθεστώς συνεχούς απειλής, προσβολών και έχει καταγραφεί τουλάχιστον ένα περιστατικό κατά το οποίο δημοσιογράφος απειλήθηκε με αποκεφαλισμό, ενώ συνελήφθη μαζί με συνάδελφό του που επίσης προπηλακίστηκε, ξυλοκοπήθηκε και απειλήθηκε.
Η Σαμντασάνι κάλεσε τους Ταλιμπάν «να σταματήσουν αμέσως τη χρήση βίας και τις παράνομες συλλήψεις και διώξεις πολιτών που έχουν το δικαίωμα του συνέρχεσθαι ειρηνικά, αλλά και των δημοσιογράφων», που όπως είπε «απλώς κάνουν τη δουλειά τους». Παρά όμως τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις τους, οι Ταλιμπάν έχουν προχωρήσει σε ευρείες επιχειρήσεις καταστολής και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τις καταγγελίες που έχει λάβει ο ΟΗΕ να περιλαμβάνουν εξωδικαστικές εκτελέσεις, συλλήψεις, βία και καταπίεση του δικαιώματος της έκφρασης και των δικαιωμάτων των γυναικών.
O Αχμέντ Ρασίντ, Πακιστανός δημοσιογράφος και συγγραφέας, γνωρίζει πολύ καλά πώς λειτουργούν οι Ταλιμπάν, τους οποίους παρακολουθεί στενά τα τελευταία 30 χρόνια. Το βιβλίο του «Οι Ταλιμπάν», που πρωτοεκδόθηκε το 2000 και ανατυπώθηκε το 2001, πριν από τα τραγικά γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, αποτελεί το προϊόν μιας 20χρονης συστηματικής μελέτης της ταλαίπωρης αυτής χώρας. Τώρα μετά την ανακατάληψη της εξουσίας ο Αχμέντ Ρασίντ κρούει και πάλι τον κώδωνα του κινδύνου αναφέροντας την πρώτη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν, ενός μυστικοπαθούς, συγκεντρωτικού και απολυταρχικού καθεστώτος τρόμου που επέβαλε διά της βίας ένα πουριτανικό Ισλάμ ανάλογο με αυτό του 7ου αιώνα μ.Χ.
Ένα καθεστώς που συνοδευόταν από δημόσιες εκτελέσεις και απαγχονισμούς στο στάδιο της Καμπούλ, το κλείσιμο των σχολείων για τα κορίτσια και την απαγόρευση εργασίας για τις γυναίκες, της μουσικής, της τηλεόρασης, του κινηματογράφου, ακόμη και των χαρταετών. Τότε που οι περισσότερες γυναίκες κατάντησαν ζητιάνες, εκλιπαρώντας για την επισιτιστική βοήθεια του ΟΗΕ και των ανθρωπιστικών οργανώσεων για να επιζήσουν.
Τώρα, αναφέρει ο Ρασίντ, «έχουν υποσχεθεί ότι θα επιτρέψουν την περιορισμένη εκπαίδευση των κοριτσιών. Αυτό σημαίνει ότι τα κορίτσια θα μπορούν να πηγαίνουν σχολείο μέχρι την πέμπτη ή την έκτη τάξη, αλλά όχι περισσότερο από αυτό. Πρέπει ακόμη να φανεί ποιες πολιτικές θα ακολουθήσουν στη λεγόμενη κοινωνία των πολιτών, για τις γυναίκες, τους εκπαιδευτικούς. Οι γυναίκες αποτελούν το 40-45% των εκπαιδευτικών στα σχολεία. Οι γυναίκες είναι νοσοκόμες και γιατροί. Και αν οι Ταλιμπάν αποσύρουν όλες αυτές τις γυναίκες από το εργατικό δυναμικό, αυτό θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για αυτούς». Μια κατάσταση που η Δύση, συνυπεύθυνη για την καταστροφή του Αφγανιστάν, πρέπει να αντιμετωπίσει. Πριν να είναι πολύ αργά…