«Αδύνατον» λένε οι εργοδότες, την ώρα που η αγοραστική ικανότητα των μισθωτών είναι στο ναδίρ, πίσω από Ρουμανία, Κροατία, Λιθουανία, Σλοβενία και Πολωνία
Στις 22 Μαρτίου η κυβέρνηση Μητσοτάκη θ’ αποφασίσει σε υπουργικό συμβούλιο ποιος θα είναι ο νέος κατώτατος μισθός των υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, ο οποίο θα τεθεί σε ισχύ την Πρωταπριλιά.
Ερώτημα είναι ποια θα είναι η τελική απόφαση. Πρόσφατες εξαγγελίες «έδειχναν» νέο κατώτατο μισθό κοντά στα 830 ευρώ, αλλά στις τελευταίες δηλώσεις του ο πρωθυπουργός αρκέστηκε να τον τοποθετήσει πάνω από τα 800, την ίδια στιγμή που η αγοραστική ικανότητα των μισθωτών είναι στο ναδίρ, πίσω από Ρουμανία, Κροατία, Λιθουανία, Σλοβενία και Πολωνία, όπως μπορείτε να δείτε στους ακόλουθους πίνακες.
Γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού ή σοβαρός κίνδυνος βάθυνσης της φτώχειας
Εργοδότες που έχουν βγάλει υπερκέρδη μες στην -πάρα πολύ μεγάλη πια- χρονική περίοδο της τρομακτικής ακρίβειας (και λόγω αναποτελεσματικότητας των ελέγχων), δηλώνουν από την πλευρά τους ότι δεν δύνανται να δώσουν κατώτατο μισθό μεγαλύτερο των 810 ευρώ.
Πάνω από 3%-3,5% δεν μπορούν να δώσουν, λένε στις σχετικές εκθέσεις τους οι εργοδοτικές οργανώσεις. Πλην του ΣΕΤΕ, που έχει ήδη δηλώσει υπέρ αύξησης 5% κι έχει προνοήσει για την κάλυψή της έχοντας υπογράψει σχετική κλαδική σύμβαση.
«Να κινηθεί σε εύρος από 3,6%-3,8%, ούτως ώστε να αναπληρωθούν οι απώλειες των εισοδημάτων για το 2023 κατά τη διάρκεια του 2024. Αυτό πρακτικά σημαίνει κατώτατος μισθός περί τα 810 ευρώ», λέει για την αύξηση ο σύνδεσμος των βιομήχανων.
Αλλά ακόμη και η ΓΣΕΒΕΕ είναι υπέρ μικρής αύξησης, παρότι τα έσοδα των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων -των οποίων τα συμφέροντα υποστηρίζει- εξαρτώνται από των αγοραστική ικανότητα των μισθωτών, λέγοντας ότι οι αυξήσεις δεν γίνεται να είναι πάνω από το πληθωρισμό (3,5% το 2023) και ότι οι εργοδότες πιέζονται ασφυκτικά λόγω του νέο φορολογικού νόμου.
Ωστόσο, ανάλυση της ΓΣΕΕ για τον κατώτατο μισθό καταδεικνύει ότι πρέπει να είναι 908 ευρώ, ειδάλλως ο μισθωτός δεν θα μπορεί ν’ αντεπεξέλθει στη σημερινή ακρίβεια. Το νούμερο προκύπτει από το ότι ο κατώτατος μισθός πρέπει ν’ αντιστοιχεί στο 60% του μεικτού διάμεσου μισθού πλήρους απασχόλησης (που το 2023 ήταν 1.443 ευρώ), σε αυτόν να προστεθεί ένα 2,5% από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, καθώς και ένα 2,6% από τον προσδοκώμενο πληθωρισμό. Όπως τονίζεται, εάν δεν γίνει η εν λόγω αντιστοίχιση, τότε ο κατώτατος μισθός δεν θα επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών του μισθωτού.
Το μέγεθος του προβλήματος σε αριθμούς
Τα στοιχεία της Eurostat καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος στη χώρα μας:
- H Ελλάδα έχει το 4ο υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. ως προς τη συνολική δαπάνη των πιο φτωχών νοικοκυριών για είδη διατροφής και μη αλκοολούχα ποτά, καθώς απορροφούσε το 36,9% του διαθέσιμου εισοδήματός τους,
- με βάση στοιχεία του 2022, στην Ελλάδα το ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετώπιζαν συνθήκες σοβαρής και υλικής στέρησης ήταν 44,5%, δηλαδή 25,8 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. των 27,
- το ποσοστό των ατόμων για τα οποία το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους ξεπερνούσε το 77,3%,
- το α’ εξάμηνο του 2024 ο μηνιαίος κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, αν και αυξημένος έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος, διαμορφώνεται στις 1.031 μονάδες, επίπεδο που είναι το 8ο χαμηλότερο μεταξύ των 22 κρατών-μελών για τα οποία υπάρχουν επικαιροποιημένα στοιχεία.