Με την παρουσία του υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη και του υφυπουργού Ιωάννη Μπούγα, διεξάγονται στην Αλεξανδρούπολη οι εργασίες του 15ου Πανελληνίου Συνεδρίου Δικηγορικών Συλλόγων, ενώ παραβρέθηκαν εκπρόσωποι του πολιτικού κόσμου, του δικαστικού σώματος, της τοπικής αυτοδιοίκησης και δικηγόροι.
Κατά τις εργασίες της Ολομέλειας, με θέμα «Από τη δικηγορία που ζούμε στη δικηγορία που αξίζουμε», κυριάρχησε το θέμα της εφαρμογής του νέου Δικαστικού Χάρτη και οι καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, Δημήτρης Βερβεσός, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, στην εισαγωγική του ομιλία, μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Μια πρωτοβουλία της κυβέρνησης, που προβλήθηκε ως σημαντική μεταρρύθμιση, αλλά αυτό που βιώνουμε, στην πρώτη φάση της εφαρμογής τουλάχιστον, είναι η βάναυση προσβολή της αξιοπρεπούς άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος, η απορρύθμιση της Δικαιοσύνης, η αφάνταστη ταλαιπωρία των εμπλεκομένων φορέων στην απονομή της, αλλά και των απλών πολιτών και η διαρκής αγωνία για τη δημιουργούμενη ανασφάλεια δικαίου και τον κίνδυνο απώλειας δικονομικών και ουσιαστικών δικαιωμάτων των διαδίκων.
Το βέβαιο είναι ότι η βεβιασμένη και πρόχειρη εφαρμογή του Δικαστικού Χάρτη, χωρίς την προηγούμενη ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης, χωρίς τη δημιουργία των απαραίτητων υλικοτεχνικών υποδομών, χωρίς την πρόσληψη του αναγκαίου αριθμού δικαστικών υπαλλήλων και τη θέσπιση των αναγκαίων ρυθμίσεων, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται προσπαθεί να επιλύσει. Η χαοτική και τριτοκοσμική κατάσταση που βιώνουμε καθημερινά είναι προφανές ότι δεν τιμά κανέναν. Ούτε την Πολιτεία, ούτε τους λειτουργούς και συλλειτουργούς της δικαιοσύνης ούτε τους πολίτες.
Παρότι, η επικαιρότητα του νέου Δικαστικού Χάρτη δικαιολογεί την πρόταξή του, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η σημερινή ημέρα επιβάλλει και το συλλογικό αναστοχασμό για τη δοκιμασία στην οποία υποβάλλονται οι θεσμοί στη χώρα μας, με αποτέλεσμα την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών, στο όνομα των οποίων -και μόνον- απονέμεται κατά το Σύνταγμα η Δικαιοσύνη.
Παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, διατηρείται στη χώρα μας το ευνοϊκό νομικό πλαίσιο προστασίας πολιτικών προσώπων ακόμη και για αδικήματα που δεν συνδέονται με την πολιτική δραστηριότητα. Το ίδιο συμβαίνει με τον ομφάλιο λώρο μεταξύ δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, που διατηρείται όχι μόνο με τον διορισμό της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων από την κυβέρνηση (που προβλέπεται θεσμικά), αλλά πρωτίστως με την παγιωμένη, απαράδεκτη πρακτική της τοποθέτησης αφυπηρετούντων δικαστών σε δημόσιες, αμειβόμενες, θέσεις σε Ανεξάρτητες Αρχές και άλλες θέσεις του δημόσιου τομέα και μάλιστα αμέσως μετά την αφυπηρέτησή τους.
Ως προς τις καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης η Ελλάδα, δυστυχώς, κατέχει τη θλιβερή ευρωπαϊκή πρωτιά στις καθυστερήσεις. Μάλιστα, σύμφωνα και με την όλως πρόσφατη έκθεση της ΕΕ Euroscoreboard, για το έτος 2024, αντί η κατάσταση να βελτιώνεται χειροτερεύει. Οι καθυστερήσεις αυτές συνεχίζουν να παρουσιάζονται και υπό το καθεστώς του νέου Δικαστικού Χάρτη, ιδίως μάλιστα σε υποθέσεις ιδιαίτερης κοινωνικής ευαισθησίας, (ανακοπές κατά πλειστηριασμών) που έχουν φθάσει να προσδιορίζονται το 2033, με αποτέλεσμα να καθίσταται γράμμα κενό το άρθρο 933 παρ. 2 και 6 ΚΠολΔ που επιβάλλουν τον υποχρεωτικό προσδιορισμό εντός 60 ημερών (!). Αν αυτό δεν είναι αρνησιδικία, τι είναι;
Στον μόνο τομέα που παρατηρείται επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης είναι στις υποθέσεις που έγινε μεταφορά δικαστηριακής ύλης σε δικηγόρους, μια από τις λίγες διαχρονικά προτάσεις μας που έγιναν δεκτές από την πολιτική ηγεσία. Τα αποτελέσματα είναι ήδη ενθαρρυντικά, καθώς έχουν ανατεθεί σε δικηγόρους περί τους 10.000 φακέλους, οι οποίοι διεκπεραιώνονται επιτυχώς στο προβλεπόμενο από το νόμο συντομότατο χρονικό διάστημα.
Γεγονός, πάντως παραμένει ο θλιβερός απολογισμός των καταδικών της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τόσο για τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, όσο και για τις λοιπές παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων: με βάση στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα το 2023, έχουν εκδοθεί 1.082 αποφάσεις ελληνικού ενδιαφέροντος, εκ των οποίων οι 969 διαπιστώνουν παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνει η ΕΣΔΑ. Δεν πρέπει λοιπόν να μας ξενίζει το γεγονός ότι στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δικαιοσύνη το 56% των Ελλήνων πολιτών τοποθετούνται αρνητικά (πολύ ή λίγο) ως προς την ανεξαρτησία της ελληνικής Δικαιοσύνης. Αυτή η έλλειψη αξιοπιστίας κλονίζει τα θεμέλια της Δημοκρατίας καθώς η αποστολή της Δικαιοσύνης είναι να αποτελεί το ασφαλές καταφύγιο κάθε πολίτη. Το ζήτημα είναι πρωτίστως ζήτημα Δημοκρατίας.
Γι’ αυτό είναι καθήκον του δικηγορικού σώματος να κρατάει ζωντανό τον δημόσιο διάλογο για τα ζέοντα αυτά θέματα, προκειμένου να περιστέλλει την θεσμική ύβρη και την ύβρη της εξουσίας, από όπου και αν προέρχονται.
Την ίδια στιγμή, κάποιοι προσπαθούν να στοχοποιήσουν τους δικηγόρους ως υπαίτιους για τα δεινά της ελληνικής Δικαιοσύνης. Κοντά στις αιτιάσεις για τις καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης λόγω των αναβολών που ζητούν οι δικηγόροι (!), προστέθηκε πρόσφατα και η αιτίαση ότι τα προβλήματα δημιουργούνται από τον υπερπληθυσμό των δικηγόρων (!). Ας κοιτάξουν να διορθώσουν πρώτα έκαστος τα του οίκου του και κατόπιν ας προβαίνουν σε τέτοιου είδους κριτικές. Η μετακύληση ευθυνών δεν είναι η καλύτερη λύση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Είναι πολλές οι συμπτώσεις για να θεωρηθούν τυχαίες οι επιθέσεις προς το δικηγορικό σώμα. Δεν γνωρίζω αν οι πολέμιοί μας είναι θιασώτες της ναπολεόντειας ρήσης που είχε διατρανώσει την επιθυμία του να κόψει τη γλώσσα όποιου δικηγόρου τη χρησιμοποιεί κατά της εξουσίας, εκείνο όμως που τους διαμηνύουμε είναι ότι είμαστε πολύ ανθεκτικοί και ότι θα συνεχίσουμε, δυστυχώς για αυτούς, να ενοχλούμε υπερασπιζόμενοι τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη, το Κράτος Δικαίου, τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα».
Ο πρόεδρος της Ολομέλειας επεσήμανε ότι «ήρθε η ώρα να αποτιμήσουμε τις δυσλειτουργίες που εμφανίζονται στον κλάδο μας και να λάβουμε σημαντικές αποφάσεις που θα μας οδηγήσουν στη δικηγορία του μέλλοντος. Με τολμηρή διάθεση και ενάντια σε καθεστηκυίες λογικές και αγκυλώσεις προσκολλημένοι στην ιλύ της συνήθειας.
Το ζήτημα του δικηγορικού υπερπληθυσμού αποτελεί θέμα συζήτησης από το 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο το 1910 ακόμα και μέχρι σήμερα.
Πρέπει να εμπνευστούμε από την ευρωπαϊκή δικηγορική οικογένεια, που σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις επιβάλλει τη διαρκή κατάρτιση και επιμόρφωση.
Το πειθαρχικό δίκαιο θα πρέπει να αναμορφωθεί για να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του κλάδου, που πλήττεται καίρια από συμπεριφορές συναδέλφων. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να προβούμε στην επέκταση του χρόνου παραγραφής των πειθαρχικών αδικημάτων και στη λυσιτελή λειτουργία των Πειθαρχικών Συμβουλίων.
Τα ασυμβίβαστα θα πρέπει να εξεταστούν υπό το πρίσμα αφενός του λειτουργηματικού χαρακτήρα του επαγγέλματος και αφετέρου των νέων συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στην οικονομία και την κοινωνία. Η εμμονή σε δογματικές αντιλήψεις ένθεν κακείθεν, παραγνωρίζει την πραγματικότητα, επιτείνει το πρόβλημα και δεν επιλύει την ανάγκη αξιοπρεπούς διαβίωσης των δικηγόρων και ιδίως των νέων.
Οι αμοιβές θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν, ώστε να ανταποκρίνονται στο έργο μας ως συλλειτουργών της δικαιοσύνης και νομικών παραστατών και να επιτρέπουν την αξιοπρεπή άσκηση του επαγγέλματος.
Τα δικαιώματα των ασκούμενων και των νέων δικηγόρων θα πρέπει να θεσμοθετηθούν νομοθετικά ώστε να μην είναι δυνατή η εκμετάλλευσή τους και να τους αποδίδεται ο σεβασμός που επιβάλλει η ιδιότητά τους με ταυτόχρονη εξασφάλιση κατάλληλων συνθηκών κατά την άσκησή τους. Η αλληλεγγύη στους πιο αδύναμους συναδέλφους πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για όλους μας και τούτο να αποτυπωθεί θεσμικά.
Η λειτουργία των οργάνων του δικηγορικού σώματος θα πρέπει να επανεξεταστεί, ιδίως σε σχέση με τη λυσιτελή λειτουργία τους και τη δημοκρατική αντιπροσωπευτικότητά τους.
Η δικηγορία του αύριο απαιτεί ειλικρινή αποτίμηση της υφιστάμενης κατάστασης και ουσιαστικές αλλαγές, ρήξεις και ανατροπές. Πρέπει να βγούμε από τον “αυτόματο πιλότο” της ευκολίας, της μικροσκοπικής και ενδοστρεφούς θεώρησης των πραγμάτων.
Έχουμε χρέος να αφήσουμε παρακαταθήκη δημοκρατίας και αξιοπρέπειας στις νεότερες γενιές».
Η πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αλεξανδρούπολης
Παράλληλα, η πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αλεξανδρούπολης Ζαχαρούλα Τσιρτσίδου, καλωσορίζοντας τους συνέδρους, μεταξύ των άλλων, επεσήμανε:
«Στην Αλεξανδρούπολη έχει συγκεντρωθεί η καρδιά του νομικού κόσμου της χώρας με στόχο τη συζήτηση κρίσιμων θεμάτων σχετικά με τον ρόλο των δικηγόρων ως συλλειτουργών της Δικαιοσύνης. Η παρουσία όλων ενισχύει και επιβεβαιώνει τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν οι δικηγόροι στην προάσπιση της Δημοκρατίας και των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Εξέφρασε δε την ικανοποίησή της για την εξαγγελία του υπουργού για την ανέγερση νέου Δικαστικού Μεγάρου στην Αλεξανδρούπολη».