Στα όρια της παράνοιας και της αυθαιρεσίας οδηγεί τους ελεγκτές της Εφορίας η πίεση της κυβέρνησης για περισσότερα έσοδα και πρόστιμα. Από άγνοια ή «άνωθεν εντολές», εφοριακοί υπάλληλοι στήνουν στο απόσπασμα όσους πούλησαν σπίτι και δεν φορολογήθηκαν ως εταιρείες!
Αφ’ ενός πωλήσεις ακινήτων δεν γίνονται πια και αφ’ ετέρου, με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υπεραξία από πωλήσεις ακινήτων στις ημέρες μας δεν υπάρχει για να φορολογηθεί, στο υπουργείο Οικονομικών ανακάλυψαν έναν άλλον τρόπο για να εισπράξουν: βάζουν ελεγκτές να επιβάλλουν φόρους και πρόστιμα σε ό,τι ακίνητο βλέπουν ότι πουλήθηκε την τελευταία δεκαετία!
Έτσι, έχει ξεκινήσει μια φάμπρικα προστίμων πρώτα σε όσους δέχονται τακτικό έλεγχο της Εφορίας. Ωστόσο, αργά ή γρήγορα απειλεί να πλήξει κάθε απλό ιδιοκτήτη και κάθε ελληνική οικογένεια.
Κίνδυνο όμως να κατηγορηθούν για αυθαιρεσία ή παράβαση καθήκοντος διατρέχουν και οι υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών που εφαρμόζουν «τον δικό τους νόμο» κατά το δοκούν, χωρίς γραπτές οδηγίες της ηγεσίας.
Αν και είναι ευθύνη του υπουργείου Οικονομικών και της κυβέρνησης, για αδιευκρίνιστους λόγους η πολιτική ηγεσία αποφεύγει να εκδώσει εδώ και χρόνια σαφείς και γραπτές οδηγίες, παρά τα ερωτήματα που φτάνουν από τα Κέντρα Ελέγχου των φυσικών προσώπων (ΚΕΦΟΜΕΠ, ΔΟΥ κ.λπ.).
Έτσι, αλλόφρονες ελεγκτές ζητούν να φορολογηθούν απλοί πολίτες σαν να ήταν μέτοχοι σε εταιρείες απλώς και μόνο επειδή πούλησαν κάποιο ακίνητο στο παρελθόν! Μάλιστα, σε μια επίδειξη παραλογισμού, τους αντιμετωπίζουν ως «άτυπη εταιρεία». Τους επιβάλλουν δηλαδή και πρόστιμα αναδρομικά επειδή δεν έκαναν έναρξη στην Εφορία, ενώ δεν αναγνωρίζουν προς έκπτωση και το κόστος για το σπίτι που έκτισαν, διότι δεν τήρησαν βιβλίο εσόδων – εξόδων!
«Έμπορος» όποιος πούλησε σπίτι!
Στα ελεγκτικά κέντρα ξεσπούν καθημερινά διαμάχες μεταξύ ελεγκτών διότι πολλοί φοβούνται ότι θα βρεθούν κατηγορούμενοι αν εφαρμόσουν νόμο που ποτέ δεν ψηφίστηκε προκειμένου να επιβάλουν αναδρομικά φόρους σε ιδιώτες σαν να ήταν εταιρεία.
Στη μανία τους να φορολογήσουν, οι ελεγκτές βρίσκουν πάτημα σε μια ασαφή διάταξη που προϋπήρχε του Φόρου Υπεραξίας και δεν αφορούσε τα φυσικά πρόσωπα αλλά τα νομικά (επιχειρήσεις). Ψάχνουν αν ο ελεγχόμενος έχει πουλήσει σπίτι κατά τα προηγούμενα δέκα χρόνια, αν και ο Φόρος Υπεραξίας για κέρδη από πωλήσεις ακινήτων ισχύει επισήμως από φέτος, ενώ ακόμη δεν έχει καν προλάβει να εφαρμοστεί.
Μέσα στη σύγχυση, ελεγκτές υποστηρίζουν ότι όσοι ιδιώτες πούλησαν σπίτια στο παρελθόν θα έπρεπε να είχαν δηλώσει στο έντυπο Ε1 τα χρήματα που εισέπραξαν ως κέρδος από επιχείρηση (κωδικός 401) και όχι ως χρηματικό εισόδημα από διάθεση περιουσιακών στοιχείων (κωδικός 781), όπως κάθε απλός πολίτης έκανε για να καλύψει μελλοντικά «πόθεν έσχες».
Χωρίς γραπτές εντολές
Με τις αλλεπάλληλες αλλαγές στους νόμους ουδείς γνωρίζει τι τελικά ισχύει και πότε. Έτσι, οι ελεγκτές διενεργούν πλέον τακτικούς ελέγχους – με άλλα μέτρα και σταθμά ο καθένας!
Καθώς οι μεταξύ τους διαφωνίες είναι καθημερινό φαινόμενο, οι ίδιοι έχουν ζητήσει από το 2010 διευκρινίσεις από το υπουργείο Οικονομικών, όταν ξεκίνησαν μαζικά οι έλεγχοι δεκαετίας. Έλαβαν όμως μόνο προφορικές διευκρινήσεις.
Παρότι έκτοτε έχουν εκδοθεί 4.000 γραπτές εντολές και εγκύκλιοι, οι ελεγκτές δεν πήραν ποτέ από το υπουργείο επίσημη απάντηση αν και υπό ποιες προϋποθέσεις το τίμημα που εισπράττουν φυσικά πρόσωπα από πώληση ακινήτου πρέπει να φορολογείται ως… εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις!
Προφορικώς μόνο τους δόθηκε προ διετίας μια διευκρίνιση-οδηγία (από στελέχη που έχουν πια αποχωρήσει από την υπηρεσία) να επιβάλουν πρόσθετο φόρο για εισόδημα από πώληση ακινήτου, ακόμα και αν κάποιος πούλησε ένα μόλις σπίτι μέσα στην τελευταία δεκαετία!
Φόροι από το πουθενά!
Στην πραγματικότητα, λένε έμπειροι ελεγκτές, το υπουργείο Οικονομικών ανακάλυψε έναν φόρο ο οποίος… δεν υπάρχει! Οπως τονίζουν, ποτέ δεν ψηφίστηκε νόμος που να προβλέπει ότι όποιο φυσικό πρόσωπο πουλήσει ακίνητο πρέπει υποχρεωτικά να φορολογηθεί για το εισόδημα αυτό.
Ακόμα και αν ένας απλός πολίτης διαβάσει ολόκληρο τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, δεν θα βρει πουθενά ότι πρέπει να πληρώσει φόρο για το σπίτι ή το οικόπεδο που πούλησε.
Ωστόσο, στο υπουργείο Οικονομικών αποφάσισαν σιωπηρώς να εφαρμόσουν διασταλτικά (και αναδρομικά) μια άλλη διάταξη νόμου, που όμως περιλαμβάνεται στον Κώδικα Φορολογίας Νομικών Προσώπων και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο φορολογούνται οι επιχειρήσεις!
Οι «φορομπήχτες» ελεγκτές επικαλούνται το άρθρο 28 του νόμου 2398/94, όπου υπάρχει μια ασαφής διατύπωση που ορίζει ως «εμπορική» κάθε πράξη «μεμονωμένη ή συμπτωματική με σκοπό το κέρδος».
Πατώντας σε αυτό, όμως, οι ελεγκτές ράβουν κουστούμι για όλους όσοι εισέπραξαν έσοδα από πώληση ακινήτων αλλά δεν τα δήλωσαν ως κέρδος επιχείρησης για να φορολογηθούν ανάλογα! Με την παράλειψη αυτή ο φόρος μπορεί να ξεπεράσει το 50% μαζί με τις προσαυξήσεις.
Το πλέον παράλογο είναι ότι η διάταξη αυτή αποσκοπούσε στο να καταστήσει σαφές τι είναι κέρδος για μια επιχείρηση και όχι για τον απλό ιδιώτη.
Το άρθρο του νόμου, η ερμηνεία και τα πρόστιμα
Το «επίμαχο» άρθρο τον Ν. 2398 του 1994 ορίζει ότι «επιχείρηση αποτελεί και μεμονωμένη ή συμπτωματική πράξη που αποβλέπει στην επίτευξη κέρδους, καθώς και η πώληση μέσα σε δύο (2) χρόνια από την απόκτηση εξ επαχθούς αιτίας εδαφικών εκτάσεων που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως και έχουν μεγάλη αξία». Βάζει όμως ταυτόχρονα και κάποιες παραμέτρους, όπως π.χ. για ακίνητο «εκτός σχεδίου», «μεγάλης αξίας» κ.λπ.
Η διάταξη αποτελεί μεταφορά λέξη προς λέξη από νόμο του 1968 (άρθρο 7 του Αναγκαστικού Νόμου 285/68) που εισήχθη απλώς και μόνο για να ξεκαθαρίσει στη φορολογική νομοθεσία τον όρο «επιχείρηση». Το άρθρο αυτό αναφερόταν μόνο στις εταιρείες (νομικά πρόσωπα) επειδή πρωτύτερα δεν οριζόταν η έννοια της επιχείρησης στον φορολογικό νόμο. Έως τότε μια εταιρεία έβρισκε πάτημα να ζητά να φορολογηθεί μόνο για το επιχειρηματικό αντικείμενο που δήλωνε και όχι για την πώληση ακινήτων της. Αυτό αποδεικνύεται και από τη σχετική εγκύκλιο που εκδόθηκε πριν από 46 χρόνια και ορίζει επίσης ότι, προκειμένου για ακίνητα, «επιχείρηση υφίσταται ου μόνον η κατά σύστημα άσκησις πλειόνων πράξεων αγοράς και πωλήσεως ακινήτων, αλλά οσάκις διενεργείται και μία μόνο πώλησις».
Από τις διατάξεις αυτές ουδέποτε ετέθη θέμα φορολόγησης των απλών πολιτών ως επιχείρηση για μία μόνο πώληση ακινήτου. Αυτό συνέβη μόνο το 2005 για πρώτη φορά, επί Γιώργου Αλογοσκούφη, όταν θεσπίστηκε (για λίγο καιρό τότε) ο Φόρος Υπεραξίας από πώληση ακινήτων στο Εισόδημα Φυσικών Προσώπων.
Εκεί καθορίστηκε ότι θα πληρώνουν Φόρο Εισοδήματος και μεμονωμένοι πολίτες που δεν μετέχουν σε εταιρείες, αν και εφόσον όμως αποκομίσουν κέρδος από πώληση ακινήτων. Και τότε πάλι όμως, επειδή η υπεραξία υπολογιζόταν με βάση τις αντικειμενικές αξίες στα συμβόλαια, σπανίως προέκυπτε υπερκέρδος για να φορολογηθεί κάποιος.
Ουδείς εφοριακός διανοήθηκε και τότε πάλι να επιβάλει φόρο και πρόστιμα σε όποιον πήγαινε στην Εφορία για να συμπληρώσει και να καταθέτει τη φορολογική του δήλωση, χωρίς να συμπληρώσει στον κωδικό 401 το έσοδο από το σπίτι που πούλησε, όπως αναδρομικά έπειτα από χρόνια ζητούν πλέον οι ελεγκτές.
πηγή: protothema.gr