Το καλοκαίρι που πέρασε, η Γερμανία φιλοξένησε το EURO24, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου. Από την πρώτη στιγμή έγινε εμφανής η προσπάθεια να… αναβιώσει με κάποιον τρόπο το “καλοκαιρινό παραμύθι” του 2006, τότε που η χώρα είχε φιλοξενήσει το Μουντιάλ και είχε κατακτήσει, όχι το τρόπαιο, αλλά πολλές συμπάθειες παγκοσμίως.
ΗΠΑ: «Εκτοξεύθηκε» σε νέο αρνητικό ρεκόρ ο αριθμός των άστεγων το 2024 – Ποιες είναι οι αιτίες
Ήταν δεδομένο ότι το ίδιο παραμύθι για δεύτερη φορά δεν μπορεί να έχει την ίδια γοητεία με την πρώτη. Ειδικά όταν η σημερινή Γερμανία είναι πολύ διαφορετική από εκείνη πριν από 18 χρόνια. Αυτήν τη φορά οι ξένοι επισκέπτες είδαν μια οικοδέσποινα, όπου τα τρένα… χάνονταν πριν τον σταθμό, ένα παραδοσιακό λουκάνικο κόστιζε όσο… ένα πιάτο σε εστιατόριο το 2006 και οι πολίτες δεν ήταν το ίδιο ευδιάθετοι και φιλικοί όπως ο “καλός Γερμανός”, που αναδείχθηκε τότε ως “η φυσιογνωμία της χρονιάς”.
Ο μύθος της “χρυσής εποχής”
Η μεγάλη διαφορά ήταν ότι τότε ξεκινούσε πρακτικά η “χρυσή εποχή” της Άνγκελα Μέρκελ, που χαρούμενη και συχνά ενθουσιώδης εμφανιζόταν στις εξέδρες των γηπέδων με τα σακάκια σήμα κατατεθέν της σε όλες σχεδόν τις αποχρώσεις του ουράνιου τόξου, σύμβολο ίσως μιας “πολυχρωμίας” που ήθελε να κάνει σημαία της η φιλόξενη Γερμανία. Σήμερα αυτό που καταρρέει με πάταγο είναι ακριβώς ο μύθος αυτής της εποχής, που τελικά δεν ήταν και τόσο χρυσή, όσο και αν η ίδια η Μέρκελ αποφεύγει να τοποθετηθεί επ΄αυτού.
Νοστράδαμος: Έρχεται το τέλος του κόσμου; Οι πέντε συγκλονιστικές προβλέψεις για το 2025 (βίντεο)
Η άδοξη πτώση της κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς δεν είναι μόνο το τέλος ενός πειράματος τρικομματικής διακυβέρνησης που φιλοδοξούσε να αποδείξει ότι είναι δυνατόν να συγκεραστούν ακόμα και οι πιο διαφορετικές απόψεις μεταξύ των κομμάτων. Είναι πολύ περισσότερο το τέλος μιας ολόκληρης περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας οι γερμανικές απόψεις έμοιαζαν ακλόνητες. Ήταν αδιαμφισβήτητες στην Ευρώπη. Ο καγκελάριος που αποχώρησε με το στίγμα του ηγέτη της χειρότερης μεταπολεμικής κυβέρνησης από τα γερμανικά ΜΜΕ ήταν, πριν εισέλθει στην καγκελαρία, ο υπουργός Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης, που είχε μετατρέψει σε δόγμα τη δημοσιονομική… σεμνότητα. Δεν τιμωρείται λοιπόν μόνο για την τρίχρονη, πρόωρα τερματισμένη θητεία του.
Μια βαριά κληρονομιά
Αυτό που βιώνει σήμερα η Γερμανία είναι ένα “μετατραυματικό στρες”, και μάλιστα πολλαπλών αιτιών. Οι περιορισμοί της πανδημίας που, όπως ομολόγησαν αργότερα ακόμα και υπουργοί, ίσως τελικά να χτύπησαν… πέραν του στόχου, κλόνισαν για ένα κομμάτι της κοινωνίας τη βεβαιότητα ότι ζουν σε μια απολύτως ελεύθερη και ασφαλή χώρα. Το δίλημμα που συχνά τίθεται πλέον, υπερβολικά συχνά, λόγω και των τρομοκρατικών απειλών, “περισσότερη ασφάλεια με κόστος για την ελευθερία” είναι κάτι που δεν χωνεύεται και τόσο εύκολα. Αν και μετά τα γεγονότα του Μαγδεμβούργου πριν από μερικές μέρες το θέμα φυσικά και θα επανέρθει στο προσκήνιο με απρόβλεπτες επιπτώσεις στην πολιτική αντιπαράθεση.
Κάτι επίσης καθόλου εύπεπτο για έναν Γερμανό είναι το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια υποχρεώθηκε να ζήσει με κάτι που πολλές γενιές είχαν την ψευδαίσθηση ότι είχαν “ξορκίσει” για πάντα από τη χώρα. Τον πληθωρισμό, αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης, αλλά και των προβλημάτων νωρίτερα από το “σπάσιμο” της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ήταν και αυτή μια συνέπεια της σχετικής “ανεμελιάς” περασμένων δεκαετιών που εξασφάλιζε η φτηνή ενέργεια από τη Μόσχα. Οι βεβαιότητες του παρελθόντος άρχισαν ξαφνικά να εκδικούνται την ενεργοβόρα βιομηχανία, τους τομείς των αυτοκινήτων, των χημικών, του χάλυβα, ακόμα και τη φαρμακοβιομηχανία. Τα ΜΜΕ βομβαρδίζουν κάθε εβδομάδα με ειδήσεις για επικείμενο κλείσιμο εργοστασίων και απώλειες δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Αν προσθέσει κανείς σε όλα αυτά και τα προβλήματα της καθημερινότητας από τη συσσωρευμένη έλλειψη επενδύσεων σε υγεία, παιδεία, συγκοινωνίες, τηλεπικοινωνίες, ψηφιοποίηση καταλαβαίνει ότι ο μέσος “βολεμένος μικροαστός” βίωσε το σοκ μιας πρωτόγνωρης πραγματικότητας να υψώνεται μπροστά του ως αδιαπέραστο τείχος. Και αποφάσισε ότι κάποιος θα πρέπει να τιμωρηθεί για αυτό. Ο Σολτς έτυχε να βρίσκεται τη συγκεκριμένη στιγμή στη θέση του “τιμονιέρη” και αποδείχτηκε πως δεν ήταν ούτε τόσο μεγάλος, ούτε τόσο επιδέξιος.
Ασυνήθιστο πολιτικό σκηνικό
Δεν θα μπορούσαν οι αλλαγές εποχής να μην γεννήσουν και ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό. Ο καιρός των δύο μεγάλων “λαικών κομμάτων” (Volksparteien) Χριστιανοδημοκρατίας (CDU/CSU) και Σοσιαλδημοκρατίας (SPD) έχει παρέλθει οριστικά, όπως προειδοποιούν ξανά και ξανά οι πολιτικοί επιστήμονες και δημοσκόποι. Η CDU/CSU που φαίνεται ότι θα κερδίσει τις εκλογές του Φεβρουαρίου δεν θα μπορέσει, ακόμα και στις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, να ξεπεράσει το 35%. Οι μονοκομματικές κυβερνήσεις αποτελούν μακρινή ανάμνηση, ενώ αμφίβολες φαντάζουν πλέον ακόμα και οι δικομματικές. Τα αποτελέσματα στις εκλογές ομόσπονδων κρατιδίωνν αποτελούν ηχηρή προειδοποίηση. Η εμφάνιση του πολιτικού… κομήτη “Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ” δείχνει ότι ένα κομμάτι της κοινωνίας θέλει να ακούσει κάτι διαφορετικό.
Η ενίσχυση της ακροδεξιάς AfD αφαιρεί αυτομάτως από τη μετεκλογική διαβούλευση ένα σημαντικό κομμάτι κοινοβουλευτικών εδρών, που θα ήταν απαραίτητες για την αναζήτηση πλειοψηφιών. Από την άλλη, η εμπειρία του “φωτεινού σηματοδότη” δείχνει πόσο δύσκολο είναι να συνυπάρξουν τρία διαφορετικά κόμματα, ειδικά σε συνθήκες κρίσης και όταν οι επόμενες κάλπες αρχίζουν να αχνοφαίνονται στον ορίζοντα. Οι πολιτικοί ζητούν από τους πολίτες να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα των πολέμων, των πανδημιών, της τρομοκρατίας, της τεχνητής νοημοσύνης, του… Ντόναλντ Τραμπ. Και συμπεριφέρονται οι ίδιοι ως… απροσάρμοστοι και κολλημένοι σε παλιά δόγματα, που σφυρηλάτησαν τα κόμματά τους τον περασμένο αιώνα. Αν δεν το καταλάβουν αυτό και δεν κάνουν κάτι για να αλλάξει, οι επόμενες χρονιές δεν θα είναι λιγότερο “πλούσιες” σε υπαρκτές ή απειλούμενες κρίσεις.
Πηγή: Deutsche Welle