Στο διαβιβαστικό της Δίωξης Οργανωμένου εγκλήματος όπου σχηματίστηκε και το μεγαλύτερο μέρος της δικογραφίας, αναφέρεται συγκεκριμένα:
«Ταυτόχρονα διενεργήθηκαν έλεγχοι στους οίκους ανοχής της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου (ισόγειο και πρώτος όροφος) όπου διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα: Στον οίκο ανοχής ισογείου επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου κατελήφθη να εκδίδεται έναντι του χρηματικού ποσού των δέκα ευρώ υπήκοος Αλβανίας. Ο υπάλληλος, έχοντας παραβιάσει τη σφράγιση που είχε τεθεί από 15-05-2014, υποδεχόταν τους «πελάτες», υποδείκνυε την εκδιδόμενη σε αυτούς, παραλάμβανε τα χρήματα από τα οποία όπως ανέφερε, παρακρατούσε για τον ίδιο το χρηματικό ποσό των 2 ευρώ, απέδιδε το χρηματικό ποσό των 5 ευρώ στην ανωτέρω εκδιδόμενη και τα υπόλοιπα στους εκμεταλλευτές του οίκου ανοχής. Στον οίκο ανοχής του πρώτου ορόφου επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου κατελήφθη να εκδίδεται έναντι του χρηματικού ποσού των 10 ευρώ υπήκοος Αλβανίας. Ο υπάλληλος, έχοντας παραβιάσει τη σφράγιση που είχε τεθεί από 24-11-2016, υποδεχόταν τους «πελάτες», υποδείκνυε την εκδιδόμενη σε αυτούς, παραλάμβανε τα χρήματα από τα οποία όπως ανέφερε, παρακρατούσε για τον ίδιο το χρηματικό ποσό των 2 ευρώ, απέδιδε το χρηματικό ποσό των 5 ευρώ στην ανωτέρω εκδιδόμενη και τα υπόλοιπα στους εκμεταλλευτές του οίκου ανοχής. Οι προσαχθείσες γυναίκες από τους ανωτέρω ανοχής αρνήθηκαν να καταθέσουν στην Υπηρεσία μας πιθανώς λόγω και του φόβου τους».
Προκύπτει λοιπόν ξεκάθαρα ότι ενώ απαγορεύεται η λειτουργία των συστεγασμένων οίκων ανοχής, εν τούτοις και ανοιχτοί είναι ανεμπόδιστα και οι εκδιδόμενες εξακολουθούν να εργάζονται υπό το ίδιο – κατ’ ουσίαν – καθεστώς.