Ανοσία εμβόλια: Έρευνα ΕΚΠΑ σε υγιείς και ανοσοκατασταλμένους για την ανοσολογική απόκριση μετά τον εμβολιασμό έναντι του νέου κορονοϊούΗ Θεραπευτική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, από την αρχή των εμβολιασμών του ελληνικού πληθυσμού, ξεκίνησε εκτενή προοπτική μελέτη καταγραφής της ανοσολογικής απόκρισης στον εμβολιασμό έναντι του SARS-CoV-2 σε υγιείς λήπτες, αλλά και ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες ή καρκίνο υπό διάφορες θεραπείες.
Εμβολιασμοί Λινού: Να μη χορηγείται το Johnson & Johnson σε γυναίκες κάτω των 50
Σκοπός της προοπτικής μελέτης που πραγματοποιείται στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» είναι η εκτίμηση της κινητικής των αντισωμάτων έναντι του RBD της πρωτεΐνης Spike (S-RBD) και των εξουδετερωτικών αντισωμάτων (NAbs) έναντι του ιού SARS-CoV-2 σε υγειονομικούς, σε ηλικιωμένους άνω των 80 ετών, και σε ασθενείς με νεοπλασματικές παθήσεις μετά τον εμβολιασμό τους με το εμβόλιο mRNA της Pfizer. Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα, που έχουν δημοσιευτεί σε έγκριτα διεθνή περιοδικά, συνοψίζουν οι καθηγητές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευάγγελος Τέρπος, Ιωάννης Τρουγκάκος και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ).
Στη μελέτη μετείχαν αρχικά 255 υγειονομικοί και 112 εθελοντές ηλικίας άνω των 80 ετών, χωρίς γνωστή κακοήθη νόσο ή νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου. Τα αντισώματα προσδιορίστηκαν τις ημέρες 1 (D1, πρώτη δόση του εμβολίου), D8, D22 (δεύτερη δόση), D36 και D50 για τους υγειονομικούς και τις ημέρες D1, D22 και D50 για τους ηλικιωμένους.
Κορονοϊός εμβόλιο: Αυτοί θα χρειαστούν και τρίτη δόση εμβολίου
Οι υγειονομικοί, οι οποίοι στην έναρξη της μελέτης δεν είχαν αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης S-RBD του ιού την D1, στη συνέχεια παρουσίασαν αύξηση των αντισωμάτων τη D22, έφτασαν το ζενίθ μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου (D36) και παρουσίασαν ήπια πτώση τη D50. Ωστόσο, όλοι οι υγειονομικοί είχαν τιμές πάνω από την τιμή που χαρακτηρίζει υψηλούς τίτλους αντισωμάτων για αυτήν τη μέθοδο, σύμφωνα με το FDA. Όσον αφορά τα NΑbs, αυτά παρουσίασαν σημαντική αύξηση τη D22 και έφτασαν τη μέγιστη τιμή τους μετά τη δεύτερη δόση (D36) και παρέμειναν σε υψηλές τιμές τη D50 (διάμεση τιμή εξουδετέρωσης ≥ 95%). Η αύξηση του τίτλου των S-RBD IgG αντισωμάτων ήταν μικρότερης τάξης μεγέθους στα άτομα ηλικίας 51-70 ετών συγκριτικά με αυτά ηλικίας 20-50 ετών, τις ημέρες D22 και D36. Αυτή η παρατήρηση ίσχυε και για τα NΑbs.
Οι ηλικιωμένοι άνω των 80 ετών εμφάνισαν τους χαμηλότερους τίτλους αντισωμάτων συγκριτικά με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες. Επιπλέον, οι ηλικιωμένες γυναίκες είχαν υψηλότερο τίτλο αντισωμάτων τη D22 και D50 συγκριτικά με τους ηλικιωμένους άνδρες. Γενικά, όλοι οι υγειονομικοί (25-70 ετών) και το 90% των ηλικιωμένων άνω των 80 ετών, την ημέρα 50, είχαν εξουδετερωτικά αντισώματα σε πολύ υψηλούς τίτλους. Αυτό το αποτέλεσμα δηλώνει την υψηλή αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού και δείχνει ότι οι υγιείς συμπολίτες μας δεν χρειάζεται να κάνουν εξετάσεις αντισωμάτων, καθώς η πιθανότητα να μην έχουν αναπτύξει υψηλούς τίτλους είναι σχεδόν μηδενική.
Η έγκαιρη, βάσει των διαθέσιμων μελετών, δεύτερη δόση του εμβολίου είναι απαραίτητη για όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά κυρίως για τους πιο ηλικιωμένους. Το επίπεδο παραγωγής αντισωμάτων έναντι του ιού φαίνεται να είναι, ανεξαρτήτως ηλικιακής ομάδας, πιο υψηλό στις γυναίκες και μειώνεται όσο αυξάνεται η ηλικία.
Οι υγειονομικοί που είχαν αντισώματα έναντι του ιού την ημέρα 1, δηλαδή είχαν εκτεθεί στον ιό, με την πρώτη δόση του εμβολίου όλοι ανέπτυξαν εξουδετερωτικά αντισώματα ήδη την ημέρα 8 και διατήρησαν πολύ υψηλές τιμές (>90%) πριν τη δεύτερη δόση. Άρα όσοι έχουν αντισώματα την ημέρα 1, χρειάζονται μόνο μία δόση του εμβολίου για να πετύχουν υψηλούς τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι αν κάνουν τη δεύτερη δόση του εμβολίου, όπως όλοι οι υγειονομικοί στη μελέτη, θα έχουν το οποιοδήποτε πρόβλημα. Κανείς από τους υγειονομικούς με αντισώματα την ημέρα 1 δεν είχε κάποια παρενέργεια από τις δύο δόσεις του εμβολίου.
Μετά από πρόσφατη ανάλυση των αντισωμάτων 3 μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου διαπιστώθηκε μικρή μείωση του τίτλου των αντισωμάτων αλλά το 95% των υγειονομικών εξακολουθεί να έχει προστατευτικούς τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων.
Παράλληλα πραγματοποιείται μελέτη σε ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες, όπως πολλαπλούν μυέλωμα (ν=276), λεμφώματα (ν=170), χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία (ν=106) και συστηματική αμυλοείδωση (ν=86). Τα αποτελέσματά δείχνουν ότι το 40% των ασθενών με τα παραπάνω νοσήματα δεν αναπτύσσουν εξουδετερωτικά αντισώματα. Αυτά τα νοσήματα, από τη φύση τους, συνοδεύονται από σοβαρή ανοσοκαταστολή, ενώ και οι θεραπείες που χορηγούνται επηρεάζουν σημαντικά τη χημική ανοσολογική ανταπόκριση, δηλαδή την παραγωγή αντισωμάτων. Ιδιαίτερα αυτοί που λαμβάνουν θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα που στοχεύουν το CD20, το CD38 και το BCMA, αναπτύσσουν εξουδετερωτικά αντισώματα μετά τον εμβολιασμό σε μικρά ποσοστά (κάτω του 20%).
Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η αντιμετώπιση αυτών των ασθενών που δεν αναπτύσσουν αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2, όπως αναφέρουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ. Δεν γνωρίζουμε, σημειώνουν, εάν μία πιθανή τρίτη δόση του ίδιου ή άλλου εμβολίου θα ήταν αποτελεσματική. Μελέτες για την προληπτική χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι του ιού, κάθε μήνα, είναι σε εξέλιξη με στόχο την προφύλαξη αυτών των ασθενών.
«Εάν κρίνουμε από τα αποτελέσματα σε Έλληνες ασθενείς που νόσησαν από COVID-19 και το 75% διατήρησε τα εξουδετερωτικά αντισώματα τουλάχιστον οκτώ μήνες μετά το πρώτο σύμπτωμα, είναι πολύ πιθανό τα αντισώματα από τον εμβολιασμό να κρατήσουν για τουλάχιστον ένα έτος. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι εμβολιασθέντες αναπτύσσουν τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων πολύ υψηλότερους ακόμη και από όσους νόσησαν από COVID-19 και χρειάστηκαν νοσηλεία», τονίζουν.
Η έρευνα της Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ θα συνεχιστεί με τη μελέτη όλων των εμβολίων και την αποτελεσματικότητά τους μέχρι και 18 μήνες μετά την πρώτη δόση τους.
Κορονοϊός εμβόλιο: Αυτοί θα χρειαστούν και τρίτη δόση εμβολίου
Κορονοϊός εμβόλιο: Μια τρίτη δόση εμβολίου μπορεί να ενισχύσει την προστασία των μεταμοσχευμένων
Μειωμένη ως ανύπαρκτη ανοσιακή απάντηση στους μεταμοσχευμένους που πιθανώς οφείλεται στα ανοσοτροποποιητικά φάρμακα που παίρνουν όσοι έχουν κάνει μεταμόσχευση.
Οι άνθρωποι που έχουν κάνει μεταμόσχευση οργάνου, πιθανώς θα χρειαστούν μια επιπρόσθετη τρίτη ενισχυτική δόση εμβολίου Covid-19, η οποία είναι ασφαλής και μπορεί να αυξήσει την προστασία τους έναντι του κορονοϊού, όπως δείχνει μια νέα μικρή αμερικανική επιστημονική μελέτη, η πρώτη του είδους της.
AstraZeneca Βατόπουλος: Πόσο πιθανή είναι η θρόμβωση στη 2η δόση
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ειδικό στις μεταμοσχεύσεις καθηγητή Ντόρι Σεγκέβ του Τμήματος Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “Annals of Internal Medicine”, σύμφωνα με το “Science”, μελέτησαν 30 μεταμοσχευμένους, οι οποίοι είχαν όλοι εμφανίσει μειωμένη ανοσιακή απόκριση μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου Pfizer/BioNTech ή Moderna, σε σχέση με τη μέση απόκριση των εμβολιασμένων στο γενικό πληθυσμό. Ορισμένοι μάλιστα είχαν ακόμη αρνητικά επίπεδα αντισωμάτων κατά του κορονοϊού.
Η μειωμένη ως ανύπαρκτη ανοσιακή απάντηση πιθανώς οφείλεται στα ανοσοτροποποιητικά φάρμακα που παίρνουν όσοι έχουν κάνει μεταμόσχευση, προκειμένου να κατασταλεί η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος τους για να μην απορρίψει το νέο όργανο. Μετά όμως από τη χορήγηση μιας έξτρα δόσης εμβολίου και οι 30 ασθενείς πέτυχαν επαρκές επίπεδο ανοσιακής απόκρισης, χωρίς επίσης να εμφανίσουν σοβαρές παρενέργειες, πέρα από τις συνήθεις ήπιες (πονοκέφαλος, ρίγη, χαμηλός πυρετός, ερεθισμός στο σημείο του εμβολίου).
Οι μεταμοσχευμένοι χρειάζονται ενισχυτικές δόσεις και άλλων εμβολίων (π.χ. κατά της ηπατίτιδας Α και Β), ενώ το ίδιο πιθανώς ισχύει για όσους παίρνουν παρόμοια ανοσοτροποιητικά/ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, όπως οι ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση και με ρευματοειδή αρθρίτιδα.
«Οι τρίτες δόσεις αναμφίβολα θα βελτιώσουν την ανοσιακή απόκριση στα ανοσοκατεσταλμένα άτομα. Τα ευρήματα μας είναι ενθαρρυντικά και μας δίνουν ελπίδα ότι οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς θα μπορούν τελικά να πετύχουν ένα λογικό επίπεδο προστασίας μέσω του εμβολιασμού τους», δήλωσε ο δρ Σεγκέβ.
Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται περαιτέρω μελέτη για να επιβεβαιωθεί ότι μια τρίτη δόση είναι ασφαλής και αποτελεσματική στους μεταμοσχευμένους, κάτι που θα διερευνηθεί μέσα από μεγαλύτερες κλινικές μελέτες, οι οποίες ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη σε Γαλλία, Γερμανία και άλλες χώρες.
Στη Γαλλία οι υγειονομικές Αρχές ήδη συνέστησαν μια τρίτη δόση για όλους τους μεταμοσχευμένους της χώρας, κάτι που ήδη ξεκίνησε να γίνεται. Δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί τα σχετικά αποτελέσματα, αλλά οι πρώτες ενδείξεις είναι εξίσου ενθαρρυντικές με αυτές της αμερικανικής έρευνας, καθώς η ενισχυτική δόση φαίνεται να ενισχύει την ανοσιακή απόκριση του οργανισμού των ασθενών αυτών στον κορονοϊό.
Οι μεταμοσχευμένοι, όσοι έχουν αυτοάνοσες παθήσεις και οι καρκινοπαθείς που εμβολιάστηκαν κατά της Covid-19 ενόσω έκαναν χημειοθεραπεία, είναι οι τρεις μεγάλες κατηγορίες των ανθρώπων που ανησυχούν πόσο αποτελεσματικό θα είναι το εμβόλιο γι’ αυτούς. Οι κλινικές μελέτες με ενισχυτικές δόσεις θεωρούνται κρίσιμες για να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
Πάντως στην περίπτωση της τρίτης κατηγορίας (των καρκινοπαθών σε χημειοθεραπεία), μια πρόσφατη ισραηλινή έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο αμερικανικό περιοδικό ογκολογίας “JAMA Oncology”, κατέληξε στην καθησυχαστική διαπίστωση ότι το 90% των εμβολισμένων μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου Pfizer/BioNTech παρήγαγαν επαρκή αντισώματα κατά του κορονοϊού. Ενώ και μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε επίσης το Μάιο στο περιοδικό “Cancer Cell”, βρήκε ότι το 94% των καρκινοπαθών είχαν αντισώματα μετά τον εμβολιασμό τους.