Ο εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου
με πολλές υποσχέσεις τις οποίες όλοι περιμένουν να τηρήσει. Στην προεκλογική του
εκστρατεία δεσμεύτηκε αρκετές φορές πως θα θεσπίσει χωρίς καθυστέρηση νέες πολιτικές
που θα απομακρύνουν τις ΗΠΑ από την τρέχουσα πορεία που έχει χαράξει η μέχρι τώρα
πολιτική του Προέδρου Τραμπ και θα αλλάξουν το πρόσωπο της Αμερικής παγκοσμίως.
Του Νίκου Βασιλειάδη
Κατά καιρούς αναφέρθηκε σε δεκάδες μακροχρόνια και φιλόδοξα σχέδια, που κυμαίνονται
από οικονομικές και περιβαλλοντικές πρωτοβουλίες μεγάλης κλίμακας έως ευρείες δράσεις
που αφορούν τη φυλετική δικαιοσύνη, την εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, με
κύριο χαρακτηριστικό τους την αναστροφή των θέσεων που έλαβε η κυβέρνηση Τραμπ,
ειδικά στο μεταναστευτικό και την εξωτερική πολιτική. Μόνο για τη μετανάστευση, έχει
προτείνει περισσότερες από δώδεκα πρωτοβουλίες που προτίθεται να ολοκληρώσει εντός
100 ημερών από την ανάληψη της θητείας του, ένα φιλόδοξο σχέδιο, που για πολλούς είναι
πολύ δύσκολο να υλοποιηθεί. Αυτό, πάντως, που για τους περισσότερους στο επιτελείο του
θα αποτελέσει άμεση προτεραιότητα είναι τα ζητήματα που αφορούν την παροχή
ανακούφισης από τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19.
Πανδημία
Ο Μπάιντεν έχει ήδη υποσχεθεί πως την πρώτη κιόλας μέρα που θα πάρει την εξουσία στα
χέρια του θα προχωρήσει στη σύνταξη μιας ειδικής ομάδας συμβούλων για την
αντιμετώπιση του κορωνοϊού, που θα ηγηθεί της πανδημικής απάντησής του μόλις
αναλάβει τα καθήκοντά του. «Το Συμβούλιο αυτό θα βοηθήσει στη διαμόρφωση της
προσέγγισής μου για τη διαχείριση της αύξησης των λοιμώξεων, διασφαλίζοντας ότι τα
εμβόλια είναι ασφαλή και αποτελεσματικά, διανέμονται δίκαια και δωρεάν και
προστατεύουν πληθυσμούς σε κίνδυνο», δήλωσε ο Μπάιντεν πρόσφατα αναφερόμενος σε
αυτή την πρώτη του ως προέδρου κίνηση.
Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας, ο εκλεγμένος πρόεδρος υποσχέθηκε επίσης να
αρχίσει να εργάζεται σε ένα νέο πακέτο βοήθειας για την αντιμετώπιση της κρίσης από την
πανδημία δεσμευόμενος να συντονιστεί με κυβερνήτες, δημάρχους και άλλους τοπικούς
πολιτικούς όπως επίσης και να επαναφέρει τις ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας,
μετά την απόσυρση στην οποία προχώρησε ο Ντ. Τραμπ το περασμένο καλοκαίρι,
διατηρώντας τον Α. Fauci, τον κορυφαίο εμπειρογνώμονα των μολυσματικών ασθενειών της κυβέρνησης, στη θέση του ως διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και
Λοιμωδών Νοσημάτων, μια θέση που κατέχει από το 1984.
Αναφορικά με την εξωτερική πολιτική, ο Τζο Μπάιντεν προεκλογικά υποσχέθηκε να θέσει
τέλος στην απομονωτική, διασπαστική προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ στις παγκόσμιες
σχέσεις.
Αλλά μια προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να αποκαταστήσει την αμερικανική ηγεσία
θα απαιτήσει χρόνο και πολιτικό κεφάλαιο σε μια εποχή που ο παγκόσμιος ρόλος της
Αμερικής ως υπερδύναμης είναι αμφίβολος τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Αν και οι διπλωμάτες θα σταματήσουν να ακούν τη φράση «Πρώτα η Αμερική» ο Μπάιντεν
έχει μπροστά του πολλές προκλήσεις όπως η αντιμετώπιση της Κίνας, η νέα πυρηνική
συμφωνία με το Ιράν, από την οποία αποχώρησε ο Τραμπ, η επαναφορά των καλών
σχέσεων των ΗΠΑ με την Ευρώπη και η αντιμετώπιση της Ρωσίας.
Όλοι πιστεύουν πως ο Μπάιντεν είναι πρόθυμος – και αυτό, άλλωστε, έχει δηλώσει – να
ανοικοδομήσει από την αρχή τις ευρωπαϊκές συμμαχίες που επανειλημμένα έχει
υπονομεύσει με κάθε τρόπο στο παρελθόν ο Τραμπ. Η εκλογή του Μπάιντεν θα
καταστήσει ευκολότερο για την ΕΕ και τις ΗΠΑ να σφυρηλατήσουν μια ενιαία διατλαντική
προσέγγιση απέναντι στις πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.
Σε αντίθεση με τον προκάτοχο του, ο Μπάιντεν δεν θα προσπαθήσει να υπονομεύσει την ΕΕ
ή το ΝΑΤΟ. Είναι πιστός στην αξία των διεθνών θεσμών. Η νίκη του σηματοδοτεί ήττα για
τους Ευρωπαίους λαϊκιστές, οι οποίοι πλέον δεν θα μπορούν να ενθαρρύνονται από τον
Αμερικανό πρόεδρο όταν αμφισβητούν τις αξίες της ΕΕ, όπως τον σεβασμό στο κράτος
δικαίου.
Εντάσεις
Αυτό που η Ευρώπη περιμένει από τον Μπάιντεν είναι να μειώσει τις εμπορικές εντάσεις,
επιλύοντας ορισμένες μεγάλες διαφωνίες, συμπεριλαμβανομένης της συζήτησης σχετικά
με τον τρόπο φορολόγησης των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας και να ασχοληθεί
περισσότερο με την αντιμετώπιση περιφερειακών κρίσεων, από τη Λευκορωσία έως την
Ανατολική Μεσόγειο. Οσον αφορά ένα άλλο φιλόδοξο σχέδιο του Μπάιντεν, που αφορά
την κλιματική αλλαγή, ο νέος πρόεδρος έχει δεσμευθεί να επανέλθει στη Συμφωνία του
Παρισιού για την αλλαγή του κλίματος, από την οποία αποχώρησαν οι ΗΠΑ. Σε αντίθεση με
την παιδαριώδη στάση του Τραμπ στο ζήτημα του περιβάλλοντος, ο Μπάιντεν έχει
αναφερθεί στην κλιματική αλλαγή ως μια «υπαρξιακή απειλή» .
Το επιτελείο του υποστηρίζει πως ο νέος πρόεδρος σκοπεύει να ενσωματώσει στόχους για την κλιματική αλλαγή σε κάθε πτυχή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, της εθνικής ασφάλειας και του εμπορίου. Έχει θέσει ως στόχο τις καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050 για τις ΗΠΑ και ορκίστηκε να βασιστεί εξ ολοκλήρου – και ακόμη και στην εξαγωγή – καθαρής ενέργειας. Αυτό, πάντως, που θέλουν οι χώρες της ΕΕ και χρειάζονται είναι να επιστρέψουν οι ΗΠΑ στον διεθνή συνασπισμό για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ανακτώντας τον ηγετικό μανδύα στην παγκόσμια διπλωματία για το κλίμα.
Σε γενικές γραμμές η «εποχή Μπάιντεν» δείχνει να υπόσχεται μια επιστροφή σε μια πιο
φυσιολογική σχέση, ιδιαίτερα της Ευρώπης με τις ΗΠΑ. Εξάλλου, είναι κοινή η αίσθηση πως
μια δεύτερη θητεία Τραμπ θα είχε ρισκάρει να βάλει το τέλος στη διατλαντική εταιρική
σχέση. Ωστόσο, η Ευρώπη θα πρέπει να παραμείνει επιφυλακτική. Διαφωνίες μεταξύ ΗΠΑ –
ΕΕ υπήρχαν και πριν από τον Τραμπ και θα συνεχίσουν και μετά από αυτόν.
Επιπλέον, ας έχουμε πάντα στο μυαλό μας πως ο νέος πρόεδρος στην πρώτη του αυτή
θητεία, θα εστιάσει συντριπτικά στην καταπολέμηση του κορωνοϊού και των συνεπειών της
πανδημίας και θα προσπαθήσει να γιατρεύσει τον πολιτικό διχασμό που σοβεί στις ΗΠΑ
μετά από μια πολύ δύσκολη και περιπετειώδη προεκλογική και μετεκλογική περίοδο. Τα
προβλήματα της Ευρώπης για τον Μπάιντεν πιθανότατα θα αποτελέσουν δεύτερης
γραμμής ζήτημα.
Το ελληνοτουρκικό ζήτημα, οι ισορροπίες στη Μ.Ανατολή και η επανασύνδεση με το ΝΑΤΟ
Ειδικά για την Ανατολική Μεσόγειο και τα ελληνοτουρκικά, ο Μπάιντεν ήδη ως υποψήφιος
είχε προχωρήσει σε ξεκάθαρες εξαγγελίες για θέματα που αφορούν την Τουρκία και τον
Ερντογάν, που συνεχίζει να προκαλεί στέλνοντας Ναυτικό και Αεροπορία στη διαμάχη του
με Ελλάδα και Κύπρο για το φυσικό αέριο.
Σε ανακοίνωση για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις που είχε εκδώσει τον Οκτώβριο, η
προεκλογική ομάδα του Μπάιντεν αναφέρεται ότι σε αντίθεση με τον Τραμπ, ο Τζο
Μπάιντεν θα αντιταχθεί στη συμπεριφορά της Τουρκίας, για παράδειγμα στην παραβίαση
του ελληνικού εναέριου χώρου, η οποία προσκρούει στο διεθνές δίκαιο και στις
υποχρεώσεις της Τουρκίας ως χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ. Δεν είναι απίθανο, λοιπόν, να
δούμε τις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας να περνούν δύσκολες στιγμές.
Οι ημερομηνίες
Σαν πρώτη νευραλγική ημερομηνία που θα δείξει τις διαθέσεις της η κυβέρνηση Μπάιντεν,
αναφέρεται η 24η Απριλίου 2021. Την ημέρα αυτή οι Αρμένιοι τιμούν τη μνήμη
συμπατριωτών τους που έπεσαν θύματα μαζικής δολοφονίας από τα οθωμανικά
στρατεύματα το 1915. Τον Απρίλιο ο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί ότι, αν εκλεγεί, θα
αναγνωρίσει εκ μέρους των ΗΠΑ τη γενοκτονία των Αρμενίων. Η Τουρκία αγωνίζεται
διεθνώς να αποτρέψει τη χρήση του όρου, ενώ η κυβέρνηση Ερντογάν διώκει και στο
εσωτερικό της χώρας όποιον τον χρησιμοποιεί δημοσίως. Αν ο Μπάιντεν υλοποιήσει την
εξαγγελία του, για παράδειγμα στην επόμενη επέτειο, θεωρείται βέβαιη μία οξεία
αντίδραση της Άγκυρας. Η άλλη αναμενόμενη δοκιμασία για τις διμερείς σχέσεις είναι η 1η
Μαρτίου 2021. Τότε συνεχίζεται στη Νέα Υόρκη η δίκη της τουρκικής τράπεζας Halkbank, η
οποία κατηγορείται ότι έχει παρακάμψει τις αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν.
Επίσης, αυτό που αναμένεται από τον Μπάιντεν είναι πως θα προσπαθήσει να επανασυνδέσει τις ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και στην υπεράσπιση των συμμάχων του και μπορεί επίσης να επανεξετάσει ορισμένες από τις αποφάσεις αποχώρησης στρατευμάτων από την
Ευρώπη που έλαβε η κυβέρνηση Τραμπ. Αλλά οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να πιέζουν τους
Ευρωπαίους προκειμένου οι τελευταίοι να τηρήσουν τη δέσμευσή τους για αμυντικές
δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ.
Στη Μέση Ανατολή, ο Μπάιντεν έχει επίσης δεσμευθεί να επαναφέρει τις σχέσεις σε καλό
επίπεδο με τη Σαουδική Αραβία και να επαναφέρει τη συμφωνία σχετικά με τα πυρηνικά
όπλα του Ιράν. Εδώ η νέα κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να εργαστεί γρήγορα για νέαπροσέγγιση με την Τεχεράνη, σε συνεργασία με τους Ευρωπαίους που συμμετέχουν στη
συμφωνία, δηλαδή το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τη Γερμανία.
Η «γραμμή» για Ρωσία και Κίνα
Ένα άλλο θέμα που θα αντιμετωπίσει ο Μπάιντεν είναι οι σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία. Ο
Μπάιντεν προεκλογικά έχει υποσχεθεί να σκληρύνει τη γραμμή των ΗΠΑ στη Ρωσία και να
«επιβάλει πραγματικό κόστος» στη χώρα για τις παραβιάσεις των διεθνών κανόνων. Η
υποστήριξη που έχει εκφράσει για ένα ισχυρό ΝΑΤΟ στοχεύει ρητά στην καταπολέμηση της
ρωσικής επιθετικότητας και έχει δεσμευτεί να σταθεί με τη ρωσική κοινωνία των πολιτών
ενάντια σε αυτό που αποκαλεί «κλεπτοκρατικό αυταρχικό σύστημα» του προέδρου
Βλαντιμίρ Πούτιν. Ωστόσο, όλοι ξέρουν πως θα πρέπει να ανοίξει γρήγορα
διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα για να επεκτείνει τη συνθήκη για τη μείωση των πυρηνικών
όπλων New Start, πριν αυτή λήξει στις 5 Φεβρουαρίου 2021.
Οι εμπορικές εντάσεις με την Κίνα είναι πιθανό να συνεχιστούν. Ανεξάρτητα από το ποιος
θα ήταν ο νικητής των εκλογών στις ΗΠΑ, η στάση απέναντι στο Πεκίνο είναι πολύ δύσκολο
να αλλάξει. Ο Μπάιντεν σε καμία περίπτωση δεν θέλει να δείξει ότι υποχωρεί έναντι της
δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας, ότι ακολουθεί έναν δρόμο που αφήνει ευάλωτη την
αμερικανική μεταποίηση. Προεκλογικά είχε επιχειρήσει να στείλει το μήνυμα πως θα είναι
εξίσου σκληρός με τον προκάτοχό του. Ωστόσο, όλοι, ένθεν κακείθεν, ποντάρουν σε πιο
προβλέψιμες κινήσεις από την αμερικανική πλευρά, που τουλάχιστον θα αφήσουν
μεγαλύτερα περιθώρια συνεννόησης. Οι εμπορικοί πόλεμοι θα συνεχιστούν, αλλά
τουλάχιστον αυτοί που θα διεξαχθούν θα γίνουν στο διπλωματικό επίπεδο και όχι στο
Twitter.
Όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί