Επαφές δια ζώσης με τον Φλώρο δεν μπορεί να είχαν γιατί δεν συνέπεσαν να είναι κρατούμενοι στο Ψυχιατρείο το ίδιο χρονικό διάστημα.
Θυμάμαι ένα διάστημα στα μέσα του 2017, που έγινε πιο γνωστό στην κοινωνία των κρατουμένων των φυλακών και του Ψυχιατρείου, ότι ο Κλοντιάν Λεκοτσάι έχει κάποια εμπλοκή με τον Φλώρο, γεγονός που ήταν αφορμή να παραμένει ο Φλώρος στο Ψυχιατρείο.
Εκείνο το διάστημα με πήρε τηλέφωνο ο Κλοντιάν Λεκοτσάι και επιβεβαιώνοντας την εμπλοκή, μου ζητούσε εξηγήσεις, γιατί παραμένει ο Φλώρος στο Ψυχιατρείο και δεν τον διώχνω, αντιθέτως τον προστατεύω εκεί, με αποτέλεσμα να μην μπορεί αυτός να τον εκβιάζει αποτελεσματικά και να πάρει τα λεφτά του.
Και κατέληξε ότι αυτό πρέπει να το κάνω οπωσδήποτε.
Του είπα «ρε, πάλι τα ίδια άρχισες»;
Του το είπα αυτό, γιατί λίγο καιρό πριν, με είχε ξαναπάρει τηλέφωνο και μου είχε πει να διώξω τον συγκεκριμένο κρατούμενο από το Ψυχιατρείο, γιατί έχω μάθει εκεί να προστατεύω τους πούστηδες και δεν μπορεί να τον σκοτώσει εκεί.
Κι αν δεν τον διώξω, θα αναγκαστεί να σκοτώσει την μάνα του και για αυτό θα φταίω εγώ. Και τις δύο φορές, είναι αλήθεια, η κουβέντα μας κατέληξε σε εκατέρωθεν βρισιές, με την μόνιμη επωδό του «εγώ, για καλό σου το λέω».
Μετά το τηλεφώνημα που μου έκανε και αναφερόταν στον ΦΛΩΡΟ, κάλεσα στο γραφείο μου τον ΦΛΩΡΟ και του είπα να προσέχει και ο ίδιος, κι ότι εγώ σαν υπηρεσιακός παράγοντας θα κάνω ότι μπορώ κι εγώ με τη σειρά μου και για να τον πείσω να προσέχει του αναφέρθηκα περιληπτικά στο διάλογό μου με τον Κλοντιάν Λεκοτσάι.
Κάποιες μέρες αργότερα, μαθαίνω από πληροφορία ενός κρατουμένου, ότι ο Κλοντιάν Λεκοτσάι συνομίλησε από το τηλέφωνο του Υπαρχιφυλακείου και με άδεια του Υπαρχιφύλακα Παναγιώτη ΚΟΝΔΥΛΗ, με τον ΦΛΩΡΟ.
Αυτό το έμαθα την επομένη της φερόμενης επικοινωνίας κι επειδή τη στιγμή που το έμαθα δεν είχε βάρδια ο Υπαρχιφύλακας, φώναξα τον ΦΛΩΡΟ στο γραφείο μου και τον επέπληξα σχεδόν υβρίζοντάς τον, λέγοντάς του «τι κάνεις ρε Φλώρε; εγώ τρέχω να πάρω μέτρα για την προστασία σου κι εσύ μιλάς στο τηλέφωνο μαζί του;».
Και μου λέει «τί είναι αυτά που λέτε κύριε Αρχιφύλακα, δεν μίλησα με τον Κλοντιάν Λεκοτσάι, ο κ. Υπαρχιφύλακας με φώναξε να έρθω στο τηλέφωνο και όταν κατέβηκα στο γραφείο μου είπε, έλα σε θέλει, κι εγώ του είπα, δεν θέλω να μιλήσω μ ‘αυτόν κι έφυγα». Του είπα «φύγε και μακάρι για σένα να’ ναι έτσι».
Όταν συνάντησα τον Υπαρχιφύλακα, του είπα «γιατί Παναγιώτη άφησες τον Κλοντιάν Λεκοτσάι να μιλήσει με τον ΦΛΩΡΟ; Δεν ξέρεις ότι αυτοί οι δύο έχουν πρόβλημα και γενικώς δεν δίνουμε τα υπηρεσιακά τηλέφωνα να συνομιλούν;»
Μου είπε «Κύριε Αρχιφύλακα δεν το ήξερα, πίστευα ότι μπορεί να γνωρίζονταν έτσι σε ανθρώπινο επίπεδο, θα άκουγα τι θα έλεγαν, θα ήμουν παρών, λάθος μου ενδεχομένως, αλλά να ξέρετε ότι δεν μίλησαν, γιατί όταν ήρθε ο ΦΛΩΡΟΣ στο γραφείο και του είπα ποιός ήταν, αρνήθηκε να μιλήσει του».
Μετά και 4 από αυτό το γεγονός με ξαναπήρε τηλέφωνο ο Κλοντιάν Λεκοτσάι και μου είπε, όσο εξακολουθώ να είμαι σε αυτή τη συμπεριφορά, τα δύο ή τρία εκατομμύρια, θα μου τα χρωστάς εσύ, και πρόσεχε από δω και πέρα.
Τον έβρισα είναι αλήθεια, κι αυτός άρχισε να μου περιγράφει τι κάνουν τα παιδιά μου και τα δρομολόγια που κάνουν για να πάνε στις διάφορες δραστηριότητές τους. Συγκλονίστηκα μετά από αυτό, γιατί όντως ήταν έτσι αυτά που έλεγε, και βρίζοντάς τον πιο έντονα του είπα «άκου ρε, αν είσαι μάγκας και έξυπνος σκότωσε εμένα, γιατί αν πειράξεις έστω και μια τρίχα από τα μαλλιά της οικογένειάς μου, ξέρεις ότι μπορώ να μπω σε οποιαδήποτε φυλακή κι αν κρατείσαι και δεν θα ‘ρθω να σε σκοτώσω αλλά να σε αφήσω παράλυτο με ένα πιστόλι. Όχι να σε σκοτώσω, αλλά να σέρνεσαι σαν σκουλήκι».
Ήξερα πλέον, ότι ήμουν απόλυτα στοχοποιημένος από τον Κλοντιάν Λεκοτσάι και φρόντιζα να μαθαίνω, μέχρι που είναι διατεθειμένος να το πάει. Μάθαινα για τις ευθείες απειλές του στις διάφορες φυλακές που κρατιόταν, μάθαινα για το ενδιαφέρον του αν φοράω ή δεν φοράω αλεξίσφαιρο γιλέκο, μάθαινα επίσης, για τις ενέργειές του να στείλει διάφορα ενεργούμενα του (κρατούμενους) στο Ψυχιατρείο, είτε για τον Φλώρο, είτε για αποσταθεροποιητικός παράγοντας στο Ψυχιατρείο, όπου ήμουν εγώ, και ήμουν σίγουρος ότι με επιβουλεύεται.
Η σιγουριά μου ότι με επιβουλεύεται επιβεβαιώθηκε από το τελευταίο τηλεφώνημά του, μετά από κάποιο διάστημα, όπου με πήρε και ήταν εμφανής η προσπάθειά του να με πείσει ότι δεν τρέχει και τίποτα, ότι είπαμε και μια κουβέντα παραπάνω, ας τελειώσει εδώ αλλά άκου κι εσύ, εγώ δεν έχω τίποτα μαζί σου.
Εγώ επειδή ξέρω τον χαρακτήρα του αντρός, είμαι σίγουρος ότι αν του δινόταν η ευκαιρία θα έκανε κάτι εναντίον μου. Η βεβαιότητά μου αυξήθηκε όταν μάθαινα και μετά το υποτιθέμενο συναινετικό τηλεφώνημα, ότι συνέχιζε να με απειλεί και να με βρίζει σε όποιο Κατάστημα Κράτησης κι αν βρισκόταν είτε στα Χανιά, είτε στον Κορυδαλλό.
Εγώ πριν την αναφορά του στα ονόματα των PAPA και Φλώρου, και την άρνησή μου να κάνω αυτό που μου ζητούσε, δεν είχα καμία άλλη διαφορά μαζί του. Αντιθέτως, όταν ήρθε ο καιρός, μετά τη νοσηλεία του στο Ψυχιατρείο, να φύγει από εκεί και μου ζήτησε να μεταχθεί σε συγκεκριμένη φυλακή και ειδικότερα στην Κέρκυρα, του είπα θα τον βοηθήσω και πράγματι τον βοήθησα και πήγε.
Και τον βοήθησα, γιατί μέχρι τότε ήταν θιασώτης των πειθαρχείων, όπου κατέφευγε για προστασία από συμπατριώτες του κρατουμένους και με έπεισε ότι η μόνη φυλακή που δεν κινδυνεύει είναι της Κέρκυρας.
Γι’ αυτό τον βοήθησα. Μέχρι τη δολοφονία του αειμνήστου ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, δεν θεωρούσα κανένα επισκεπτήριο εκ μέρους των συνηγόρων αξιομνημόνευτο, αφού όλοι όσοι των επισκέπτονταν ήταν πληρεξούσιοι δικηγόροι του.
Μετά τη δολοφονία του, προφανώς και θεωρώ δύο επισκεπτήρια αξιοσημείωτα, το ένα, αυτό της επίσκεψης του ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, την ίδια ημέρα με την δολοφονία του δηλαδή, στις 12 Οκτώβρη, ημέρα Πέμπτη όταν προσερχόμενος για να επισκεφτεί τον Φλώρο χαιρετηθήκαμε, έκατσε στον προβλεπόμενο χώρο που πρέπει να κάτσουν οι δικηγόροι, ενώ αντιθέτως όταν προσήλθε ο Φλώρος, αντί να καθίσει αντικριστά, μεταξύ του διαχωριστικού πλαισίου, πήγε από την μεριά που κάθονται οι συνήγοροι και κάθισε δίπλα του.
Εγώ τότε τον παρατήρησα, του ζήτησα να σηκωθεί κι εκείνος προέβαλε κάποιες δικαιολογίες, ότι θα έπρεπε να μιλήσει πιο χαμηλόφωνα με τον δικηγόρο του, αλλά εγώ επέμεινα, να καθίσει εκεί που προβλέπεται και του είπα «μην το παρακάνεις, εδώ δεν κινδυνεύεις, είναι ο θυρωρός εδώ, είμαι εγώ και οι άλλοι κρατούμενοι δεν κατεβαίνουν ανερεύνητοι».
Πράγματι και με την παρότρυνση του συνηγόρου του Ζαφειρόπουλου κάθισε απέναντι, κι όταν τελείωσαν τη συζήτηση, ήρθε στο γραφείο μου ο αείμνηστος Ζαφειρόπουλος και μου είπε «Αντώνη, μην τον παρεξηγείς, φοβάται, ξέρει ότι κάνεις ό,τι καλύτερο εδώ και συνέχισε να τον προσέχεις.
Αν κι εγώ του έχω πει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει δεν είναι εδώ, αλλά είναι δύο συνάδελφοί μου» και μου είπε δύο ονόματα. Αυτά τα ονόματα τα συγκράτησα.
Ένα δεύτερο επισκεπτήριο που θυμάμαι και απέκτησε κι αυτό ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μετά τη δολοφονία Ζαφειρόπουλου, είναι η επίσκεψη που έγινε περί το τέλος Ιουνίου, απογευματινές ώρες, εγώ έλειπα και με αναπλήρωνε συνάδελφος, όπου αν θυμάμαι καλά, ο Φλώρος δέχτηκε και την ταυτόχρονη επίσκεψη των δικηγόρων Σοφού και Αντωνόπουλο.
Δεν θυμάμαι αν ο συνάδελφός μου, μού ανέφερε αν στη συνάντηση αυτή ήταν παρών και ο Ζαφειρόπουλος.
Ο Κλοντιάν Λεκοτσάι φιλοδοξούσε να παίζει ένα πιο σημαντικό ρόλο στην παρανομία και επέλεγε προς υλοποίηση αυτού του σκοπού του, να στρατολογεί διάφορες παραβατικές συνειδήσεις είτε εντός είτε εκτός φυλακής.