Σε δικαστικό θρίλερ εξελίσσεται μια υπόθεση η οποία υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να είχε λυθεί, μια και αφορά το υπέρτατο αγαθό της πατρότητας. Από τη μία μεριά ένας 39χρονος άνδρας, ο οποίος κατοικεί μόνιμα στη Σαλαμίνα, και η μητέρα του, οι οποίοι καταγγέλλουν πασίγνωστο εφοπλιστή για άρνηση ανάληψης των ευθυνών του, δηλαδή της αναγνώρισης του βιολογικού του τέκνου, όπως τουλάχιστον αποδείχθηκε από την εξέταση
DNA.
Στη θέση του πρωταγωνιστή είναι ο billionaire εφοπλιστής ∆ιαμαντής ∆ιαμαντίδης, ο οποίος καταγγέλλεται ότι με δόλιο τρόπο «εκκίνησε μια συντονισμένη και στρατηγικά οργανωμένη προσπάθεια προκειμένου να αποφύγει μέχρι σήμερα τη δικαστική αναγνώριση πατρότητας του γιου του».
Από την άλλη πλευρά ο Έλληνας κροίσος ο οποίος ουσιαστικά επισημαίνει ότι πέφτει θύμα των υπέρογκων οικονομικών απαιτήσεων της γυναίκας με την οποία είχε περιστασιακή σχέση στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και του παιδιού που απέκτησε το 1982.
Το απόγευμα της Παρασκευής ο 39χρονος Αντώνης Παλούμπης προσήλθε στα γραφεία της «Μπαμ στο ρεπορτάζ» και σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης μίλησε για τη σχέση του με τον εφοπλιστή Διαμαντή Διαμαντίδη:
Συνέντευξη στον Πέτρο Κουσουλό
Επιμέλεια βίντεο: Νίκος Νικολετάκης
“Μεγάλωσα με έναν πατριό που δεν γνώριζα ότι είναι πατριός μου. Γεννήθηκα το 1982. Ξέρω ότι ήταν παντρεμένη η μητέρα μου με τον πατριό μου μέχρι που εγώ έγινα 5 ετών. Τότε χώρισαν και αυτόν ήξερα για πατέρα μου μέχρι να γίνω 12 ετών”.
– Σε έχει αναγνωρίσει αυτός κανονικά;
– Ναι, γιατί ήταν παντρεμένος με τη μητέρα μου και αυτόν γνώρισα σαν πατέρα μου. Έτσι πήγα και στο Saint Lawrence, το αγγλικό σχολείο, νομίζοντας ότι είμαι μισός Έλληνας και μισός Λιβανέζος. Κάποια στιγμή στα 12 είχα πάει στο σπίτι του Διαμαντή στο Λαγονήσι. Φεύγοντας από κει είχα ένα προαίσθημα ότι είναι ο πατέρας μου. Το είπα στη μητέρα μου και «έμεινε κόκαλο». Της λέω: «Μακάρι να ήταν ο πατέρας μου», χωρίς να ξέρω τίποτα.
– Εσύ πώς το ένιωσες αυτό;
– Δεν ξέρω και δεν είναι θέμα βίλας, γιατί έχω πάει και σε πολύ καλύτερα σπίτια, πιο όμορφα, πιο μεγάλα και ακριβά. Κάτι μου έβγαλε ως άνθρωπος. Το λέω στη μητέρα μου, κάποια στιγμή, πιτσιρικάς εγώ. Ήμασταν στο μπάνιο και μου έκοβε τα νύχια μου. Βλέπει κάτι κληρονομικό που έχω με τον πατέρα μου και μου λέει: «Ξέρεις τι είναι η κληρονομικότητα;». Λέω ναι. Όταν παίρνεις κάτι από τη μαμά ή από τον μπαμπά. Μου λέει: «Από πού νομίζεις ότι έχεις πάρει, από τον μπαμπά ή από τον παππού;». Της λέω από τον παππού. Μου λέει: «Γιατί όχι από τον μπαμπά;». Γιατί ο μπαμπάς είναι μαύρος της απαντάω. Τότε μου είπε: «Δεν είναι αυτός ο πατέρας σου!». Της λέω «ποιος είναι;». Μου απαντά: «Ξέρεις ποιος είναι!». Εκεί τρελάθηκα. Έλεγα: «Έχω αδελφό, έχω αδελφό», γιατί γουστάρω πάρα πολύ τη σχέση που είχα με τον Πασχάλη (σ.σ. γιο του Διαμαντή Διαμαντίδη). Χάρηκα πάρα πολύ, αλλά δυστυχώς τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα ήθελα. Να έχω μια οικογένεια και τον αδελφό μου.
Κάπου στα 15 μου ο πατριός μου έφυγε από την Ελλάδα. Δεν λέω, μου έχει σταθεί πάρα πολύ αυτός ο άνθρωπος και έκανε τα πάντα για μένα.
Κάποια στιγμή, στα 18-19, μου είπε η μητέρα μου αν θέλω να γνωρίσω τον πατέρα μου και να μπω στην οικογένεια να με γνωρίσει. Το ήθελα ως σκέψη, μου άρεσε πάρα πολύ από τότε που γνώρισα τον αδελφό μου και έμαθα ότι έχω αδελφό. Κάναμε τα DNA τεστ, βγήκαν 99,999% θετικά. Από κει και έπειτα μας έκανε μία πρόταση.
– Στο μεσοδιάστημα είχες εσύ κάποια επαφή; Του το είχες πει;
– Όχι, δεν υπήρξε επαφή. Η μητέρα μου μου είχε εξηγήσει σε μεγαλύτερη ηλικία ότι είχε ζητήσει από τον βιολογικό μου πατέρα να αναλάβει κάποιες ευθύνες και δεν ήθελε. Μας είχε διώξει μάλιστα. Φύγαμε άρον άρον εκείνο το βράδυ. Τον είχα πάρει τηλέφωνο σε ηλικία 14 χρόνων για χρόνια πολλά. Στο συγκεκριμένο τηλεφώνημα έψαχνε να δει ποιος είμαι. Του είπα: «Χρόνια πολλά, ό,τι επιθυμείς, όλες τις ευχές…». Μου λέει: «Ποιος είναι; Ποιος είναι;». Μόλις του είπα «είμαι ο Αντώνης, ο γιος σου», μου λέει «να πάω στον διάολο» και μου το κλείνει στα μούτρα! Μετά στα 17,5 μου χρόνια τον περίμενα. Είχα πάει στο γραφείο του. Είχα φτιάξει ένα ντοσιέ με τη ζωή μου. Μετάλλια από το πόλο, από το σχολείο διάφορα πράγματα, φωτογραφίες, να με μάθει. Να με γνωρίσει. Περίμενα στο γραφείο, κανένα εικοσάλεπτο, μισάωρο. Συνέχεια ερχόταν η γυναίκα και μου έλεγε «δεν είναι εδώ, θα αργήσει». Μετά μου έλεγε «είναι στο εξωτερικό, δεν θα έρθει για καμιά εβδομάδα». Της λέω ΟΚ, εγώ ήξερα ότι ήταν εκεί. Είχα δει και το αυτοκίνητό του κάτω, το οποίο γνώριζε η μητέρα μου. Είχα πάει και είχα ρωτήσει και τον παρκαδόρο αν είναι εκεί. Μετά έκρυψε το αυτοκίνητο. Περίμενα ένα τρίωρο – τετράωρο, μέχρι να κατέβει από το γραφείο. Στις 17 – 17.50 τον βλέπω να κατεβαίνει από το γραφείο. Βγαίνω από το αμάξι, βάζω τα παπούτσια μου, γιατί είχαμε καθίσει πολλές ώρες στο αυτοκίνητο, και πηγαίνω προς το πάρκινγκ που είχε το αυτοκίνητό του. Πηγαίνοντας προς τα εκεί βλέπω τον παρκαδόρο να δείχνει εμένα, προφανώς επειδή τον είχα ρωτήσει για το αμάξι. Όπως γυρνάει, με κοιτάει και περπατάει προς εμένα. Βρισκόμαστε στο μισό μέτρο απόσταση και μου λέει: «Κοίταξε να δεις, δεν μπορώ να μιλήσω αυτήν τη στιγμή, θα σε πάρω μια μέρα να μιλήσουμε man to man». Από τότε περιμένω τηλεφώνημα. Ήμουν 17,5 και τώρα είμαι 39 ετών.
– Πάμε στο τεστ DNA. Αυτός προσήλθε οικειοθελώς για το τεστ;
– Ναι. Τον είδα και στο τεστ DNA, προσπαθούσα να πάω προς εκείνον. Έκανα εγώ δύο βήματα, έκανε δέκα εκείνος. Απομακρυνόταν τρέχοντας κάπως.
– Στη συνέχεια τι γίνεται;
– Υπήρξε κάποιος συμβιβασμός. Μας έκανε μια πρόταση για ένα οικονομικό ποσό. Σκέφτηκα ότι ίσως είναι καλύτερα. Αφού δεν θέλει και είναι αρνητικός στο να με γνωρίσει, να μου μιλήσει , τουλάχιστον να βοηθήσω τη μητέρα μου και την κατάσταση που ζούμε, καθώς δεν ήμασταν σε καλή κατάσταση, δέχτηκα αυτή την προσφορά.
– Άρα εσύ το είχες πάρει απόφαση ότι σε είχε απορρίψει ως γιο του.
– Ναι. Από τη στιγμή που μου κάνει τέτοια πρόταση και δεν έχει σκοπό να μου μιλήσει και δεν ήθελε να μου μιλήσει. Τον έχω πάρει πολλά τηλέφωνα. Face to face έχουμε βρεθεί αυτές τις 3-4 φορές, στα τηλέφωνα έχω προσπαθήσει πάρα πολλές φορές και με μηνύματα και με τηλεφωνήματα. Πάντα μου το κλείνει και στα μηνύματα δεν απαντά ποτέ. Μια φορά με έχει πάρει κατά λάθος γιατί ήθελε να καλέσει τη μητέρα μου και μόλις κατάλαβε ότι είμαι εγώ το έκλεισε.
– Τι είναι αυτό που σου έχει λείψει περισσότερο από τη συναναστροφή μαζί του;
– Το ενδιαφέρον του. Ανθρώπινες σχέσεις, οικογένεια, τα αδέλφια μου που δεν έχω γνωρίσει.
– Τα παιδιά του γνωρίζουν για τη συγκεκριμένη υπόθεση;
– Δεν το ξέρω αυτό, δεν είμαι σίγουρος, δεν έχω επαφές.
– Η μητέρα του Πασχάλη;
– Πρέπει να το ξέρει σίγουρα. Από τότε προσπαθήσαμε να έχουμε μια επαφή με τον κύριο Διαμαντή, μήπως μας βοηθήσει. Δηλαδή η μητέρα μου έκανε πάρα πολλές κινήσεις για να εξηγήσει την κατάσταση. Μας έλεγε ότι θα βοηθήσει και μας τρενάρει αρκετά χρόνια θα έλεγα. Σήμερα είμαστε σε μια κατάσταση μετά από πολλές προσπάθειες της μητέρας μου στο να του εξηγήσει τι συμβαίνει και μετά από πολλές υποσχέσεις ότι θα μας βοηθήσει με το οικονομικό της Εφορίας που είχε δημιουργηθεί, κάτι για το οποίο δεν ευθύνομαι εγώ σε καμία περίπτωση. Δεν ευθύνεται και η μητέρα μου. Αυτά είναι τα λεφτά του συμβιβασμού τα οποία έχουν φορολογηθεί από την Εφορία και έχουν επιβληθεί πρόστιμα. Δεν τα δήλωσαν στην Εφορία ούτε ο Διαμαντής ούτε η μητέρα μου, με εντολή δική του. Μου ήρθε μισό εκατομμύριο πρόστιμο και ένα εκατομμύριο και κάτι στη μητέρα μου από την Εφορία. Μου πάγωσαν όλους τους λογαριασμούς. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Εμένα προσωπικά με κατέστρεψε αυτό το πράγμα, να βρίσκομαι από τα 5.000 με 7.000 ευρώ τον μήνα εισόδημα στο μηδέν.
– Δεν έχεις έσοδα αυτήν τη στιγμή;
– Όχι. Αυτήν τη στιγμή είμαι στο κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης. Μένω στη Σαλαμίνα. Μου έχει δώσει η γιαγιά μου ένα σπίτι και μένω εκεί μόνος μου.
– Και πώς τα βγάζεις πέρα;
– Όπως μπορώ. Βασικά δεν κάνω και κάτι για να τα βγάλω πέρα.
– Και τώρα βρίσκεσαι στα δικαστήρια…
– Δυστυχώς. Δεν έχω άλλη επιλογή. Δέκα χρόνια έχω χάσει από τη ζωή μου. Στην περίπτωση που το δικαστήριο δεν με βοηθήσει με αυτή την κατάσταση θα φύγω από την Ελλάδα. Θα ξεκινήσω από το μηδέν κάπου αλλού. Εδώ δεν κάθομαι με τέτοια χρέη, για τα οποία δεν ευθύνομαι. Έχω κάνει Hotel management. Θα μπορούσα να κάνω μια δουλειά να παίρνω ένα – δύο χιλιάρικα τον μήνα και ό,τι μπαίνει στον λογαριασμό μου να τα παίρνει η Εφορία. Να πληρώνω χρέη για τα οποία δεν ευθύνομαι, για λεφτά που δεν πήρα. Γιατί έχουμε και αυτό το θέμα. Δεν έχω πάρει εγώ αυτά τα χρήματα. Τα διαχειριζόταν η μητέρα μου. Τα πρώτα δύο χρόνια μάλιστα, επειδή δεν ήθελε και την κοπέλα που είχα τότε, με είχε αποκληρώσει κιόλας!
Της ζήτησα 1.000 ευρώ για να μετακομίσω από σπίτι σε σπίτι για την εγγύηση και τη μετακόμιση, και δεν με βοήθησε ούτε σε αυτό. Μιλάμε τώρα ότι είχε εκατομμύρια ευρώ που είναι δικά μου και δεν μου έδινε ούτε ένα χιλιάρικο! Μέχρι δηλαδή και τη μητέρα μου την κυνήγησα στα δικαστήρια τότε.”
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Σε θανατηφόρο τροχαίο εμπλέκεται ο γιος του εφοπλιστή Διαμαντίδη
Ελπινίκη Τσοχατζοπούλου: Η Βίκυ Σταμάτη έδενε και κακομεταχειριζόταν τον Άκη
Ο δικηγόρος
Μιλώντας στην «Μ» ο πληρεξούσιος δικηγόρος του 39χρονου άνδρα, Θεοχάρης Χαραλαµπόπουλος, επισήµανε τα εξής: «Επανέφερα το δικαστήριο που είχε κάνει και ο εντολέας µου για την αναγνώριση της πατρότητας µε σκοπό να επιτύχουµε την αναγνώριση της πατρότητας από τον βιολογικό πατέρα του, τον ∆ιαµαντή ∆ιαµαντίδη. Υπάρχει ένα ανθρώπινο δράµα στην υπόθεση για το οποίο θεωρώ ότι µόνο δικαστικά µπορεί να δοθεί επιπλέον λύση. Έχουµε επαναφέρει το δικαστήριο, το οποίο σε πρώτο βαθµό έχει απορριφθεί. Το δικαστήριο θεώρησε επί τη βάσει δικών µας λεγοµένων ότι η δίκη έχει τελειώσει λόγω παραίτησης. Στην πραγµατικότητα όµως πρακτικό παραίτησης δεν υπάρχει, σε σηµείο που ακόµα και εγώ ως δικηγόρος έχω αρχίσει να αµφιβάλλω για το αν αυτή η παραίτηση έλαβε ποτέ χώρα. ∆ιότι αντιλαµβάνεστε ότι όταν υπάρχει ένα τεστ DNA και ανεβαίνει µια έδρα σε ένα δικαστήριο, και πάει ένας πληρεξούσιος δικηγόρος και λέει ‘‘παραιτούµαι’’, θα µπορούσε να αναρωτηθεί και το ίδιο το δικαστήριο για ποιο λόγο; Σε κάθε περίπτωση, ακόµη και αν το δικαστήριο θεώρησε ότι αυτή η παραίτηση υπήρξε, ως πράξη νοµικά είναι άκυρη. ∆εν επιτρέπεται οποιασδήποτε µορφής παραίτηση ή συµβιβασµός στο δικαίωµα αναγνώρισης της πατρότητας.
Οπότε έχουµε την πεποίθηση ότι η ∆ικαιοσύνη δεν θα αφήσει µια πράξη παράνοµη στην πραγµατικότητα να µείνει στην κατάσταση που είναι σήµερα. Έχουµε καταθέσει έφεση αυτήν τη στιγµή, η οποία εκδικάστηκε».