Η οικογένεια του θύματος έχει φτάσει στα όρια της ψυχικής αντοχής, περιμένοντας τις οριστικές οδηγίες των απαγωγέων για την παράδοση των λύτρων και την απελευθέρωση του ανθρώπου τους. Ηδη εδώ και μέρες έχει καταφέρει να συγκεντρώσει το ποσό που τελικά συμφωνήθηκε και είναι το υψηλότερο από κάθε προηγούμενη απαγωγή στην Ελλάδα. Οι αρχικές απαιτήσεις των δραστών, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, έφταναν το αστρονομικό ποσό των 100 εκατ., για να συμβιβαστούν στα 50 εκατ. ευρώ. Τα λύτρα για την απελευθέρωση του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου ήταν 30 εκατ., ενώ στην περίπτωση του βιομηχάνου Γιώργου Μυλωνά η σύζυγός του Νέλλη είχε παραδώσει στον Βασίλη Παλαιοκώστα και τους συνεργούς του 13 εκατ. ευρώ.
Οι απαγωγείς του Μιχάλη Λεμπιδάκη έχουν δώσει «αποδείξεις ζωής» του επιχειρηματία, αλλά εδώ και αρκετές μέρες παίζουν ένα παιχνίδι νεύρων και καθυστερήσεων που φτάνει στα όρια της ψυχολογικής βίας τόσο σε βάρος της οικογένειας όσο και του ίδιου του θύματος που παραμένει στα χέρια τους. Οπως διαπιστώνουν οι αστυνομικοί που ασχολούνται ακόμη «διακριτικά» με την υπόθεση, αφού, όπως επισημαίνουν, σε υποθέσεις απαγωγών η Αστυνομία αναλαμβάνει ουσιαστική δράση μετά την ασφαλή επιστροφή του θύματος στην οικογένειά του, η συγκεκριμένη υπόθεση είναι επιχειρησιακά αναβαθμισμένη σε σχέση με όλες τις προηγούμενες. Οι δράστες φαίνεται ότι έχουν μελετήσει πολύ προσεκτικά τις λεπτομέρειες που οδήγησαν κατά το παρελθόν στη σύλληψη «συναδέλφων» τους και έχουν κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να μην επαναλάβουν τα ίδια λάθη. Τις τελευταίες ημέρες, πάντως, εκφράζεται η αισιοδοξία ότι πλέον η άμμος στην κλεψύδρα τελειώνει και η ομηρία θα λήξει.
Ψυχολογικό θρίλερ
Αυτή τη φορά οι απαγωγείς επέλεξαν να επικοινωνούν με την οικογένεια του θύματος μέσω ελάχιστων γραπτών μηνυμάτων. Το πρώτο μήνυμα μάλιστα έφτασε στην οικογένεια αρκετές μέρες μετά την απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη, η οποία έγινε το απόγευμα της 30ής Μαρτίου, την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του στα Καλέσσα Ηρακλείου. Η επιλογή της σιωπής, να μη γίνει καμία επικοινωνία, είχε ανεβάσει ήδη την αγωνία της οικογένειας στο κατακόρυφο, αφού δεν γνώριζε το παραμικρό για την τύχη και την κατάσταση της υγείας του ανθρώπου της. Οι απαγωγείς θεωρούσαν ότι με αυτό τον τρόπο θα υπέκυπταν ευκολότερα στις απαιτήσεις τους. Επιπλέον, με την τακτική των γραπτών μηνυμάτων δεν γίνεται συζήτηση, δεν μπαίνουν στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης και, βεβαίως, δεν καταγράφονται οι φωνές τους, που δυνητικά θα ήταν αποδεικτικό στοιχείο σε βάρος τους ή, ακόμη περισσότερο, αν πρόκειται για παλιούς γνώριμους των Αρχών, η αναγνώριση της φωνής μπορεί να οδηγήσει σ’ αυτούς.
Τον πρώτο και κύριο λόγο όλο αυτό το διάστημα που ο Μιχάλης Λεμπιδάκης παραμένει στα χέρια των απαγωγέων του τον έχει η οικογένειά του. Η Αστυνομία (που εκ των πραγμάτων πληροφορήθηκε την απαγωγή του επιχειρηματία, αφού έγινε με σκηνοθετημένο ατύχημα) ακολουθεί την τακτική που θεωρείται επιβεβλημένη σε κάθε ανάλογη περίπτωση χωρίς παρεκκλίσεις: δεν παρεμβαίνει, δεν επιχειρεί. Ειδική ομάδα διαπραγματευτών βρίσκεται στο πλευρό της οικογένειας, έχει επιχειρηθεί με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν μια πρώτη χαρτογράφηση πιθανών δραστών, αλλά πρώτο και κύριο μέλημα είναι η ασφαλής επιστροφή του θύματος στην οικογένειά του. «Ο χρόνος για την Αστυνομία αρχίζει να μετρά από τη στιγμή της απελευθέρωσης του θύματος», λέει χαρακτηριστικά αξιωματικός. Από τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, πάντως, το θύμα κρατείται κάπου στην Κρήτη και οι εγκέφαλοι της απαγωγής είναι Ελληνες, αλλά δεν αποκλείεται η συμμετοχή αλλοδαπών συνεργών τους.
Ο πατέρας του απαχθέντος Γιάννης Λεμπιδάκης
Κοινά στοιχεία με παλιές απαγωγές
Ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκαν εξαρχής οι απαγωγείς έδωσε στην Αστυνομία την εικόνα ότι είχαν να κάνουν με μια υπόθεση που χρονικά θα τραβούσε – τόσο λόγω του τρόπου της επικοινωνίας που επέλεξαν όσο κυρίως του αστρονομικού ποσού που απαίτησαν, που φυσικά δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθεί γρήγορα, γεγονός που πλέον αποδεικνύεται και στην πράξη. Από την άλλη, η απαγωγή Λεμπιδάκη έχει πολλά κοινά στοιχεία με άλλες υποθέσεις του παρελθόντος, κυρίως δε με την απαγωγή του επιχειρηματία Γιάννη Ζώνα τον Οκτώβριο του 2001. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σε διάρκεια απαγωγή στα ελληνικά χρονικά, αφού το θύμα είχε παραμείνει στα χέρια των απαγωγέων του επί δύο μήνες. Οι δράστες τότε είχαν απαιτήσει από τον πατέρα του θύματος τα λύτρα σε δολάρια και είχαν αρπάξει το θύμα σκηνοθετώντας τροχαίο. Είχαν απαιτήσει αρχικά 3 εκατ. δολάρια και μετά από διαπραγματεύσεις το ποσό έπεσε περίπου στο 1/3. Οι δράστες τότε, για να είναι βέβαιοι ότι στην παράδοση των λύτρων δεν θα είχαν δυσάρεστες συναντήσεις με την Αστυνομία, έκαναν και πρόβες, τακτική που επαναλήφθηκε και σε άλλες υποθέσεις.
Η συγκεκριμένη απαγωγή ήταν η πρώτη που είχε εξιχνιαστεί ηλεκτρονικά: οι απαγωγείς είχαν μεν χρησιμοποιήσει ανώνυμο καρτοκινητό (τότε δεν ήταν υποχρεωτικό να δηλώνονται στο όνομα του κατόχου/χρήστη τους), αλλά είχαν κάνει το λάθος να το χρησιμοποιήσουν σε όλες τις επικοινωνίες (περίπου είκοσι), με αποτέλεσμα να εντοπιστεί το στίγμα τους και οι Αρχές να φτάσουν σ’ αυτούς. Μάλιστα οι απαγωγείς τότε είχαν επιχειρήσει να παραπλανήσουν αλλοιώνοντας την προφορά τους -μιλώντας με δήθεν σπαστά ελληνικά-, αλλά δεν είχαν πείσει αφού το λεξιλόγιό τους ήταν πλούσιο για αλλοδαπών κακοποιών. Τέτοια λάθη δεν έχουν επαναληφθεί στην τωρινή υπόθεση, ενώ ο σκόπελος των ονομαστικοποιημένων καρτοκινητών έχει ξεπεραστεί προ πολλού με τη χρήση των λεγόμενων «πακιστανικών» τηλεφώνων: κάρτα SIM ενεργοποιημένη στο όνομα κάποιου αλλοδαπού αγοράζει κάθε ενδιαφερόμενος με 10 ευρώ ακόμη και στο Κολωνάκι!
Οι πιθανοί ύποπτοι
Πάντως, μέχρι τώρα η Αστυνομία βαδίζει με λίστα πιθανών υπόπτων, ξεκινώντας από πρόσωπα που έχουν παρελθόν στο συγκεκριμένο έγκλημα και συμπεριλαμβάνει ονόματα διαβόητων κακοποιών, ορισμένοι εκ των οποίων είναι έγκλειστοι σε φυλακές, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να κινούν τα νήματα εγκληματικών πράξεων, ενώ άλλοι έχουν πρόσφατα ή λιγότερο πρόσφατα αποφυλακιστεί. Από τα σενάρια για την ταυτότητα των δραστών δεν λείπει βεβαίως και η παράμετρος των αντεξουσιαστών: Ο Βασίλης Παλαιοκώστας στην απαγωγή Μυλωνά είχε ως συνεργούς πρόσωπα που ήταν γνωστά για τη δράση τους στον συγκεκριμένο χώρο, ενώ ο ίδιος θεωρείται η ζωντανή απόδειξη των συγκοινωνούντων δοχείων ποινικών – αντεξουσιαστών. Αντίστοιχα, συνεργασία ποινικών και αντεξουσιαστών είδε η ΕΛ.ΑΣ. στην απόπειρα απαγωγής του εφοπλιστή Κίκου Μαρτίνου: το σχέδιο των απαγωγέων στην περίπτωσή του είχε ναυαγήσει χάρη στην ψυχραιμία που είχε επιδείξει το παρ’ ολίγον θύμα, έχοντας λάβει σχετική εκπαίδευση. Οι αστυνομικοί παράλληλα μελετούν προσεκτικά τον τρόπο δράσης των απαγωγέων του Μιχάλη Λεμπιδάκη για να βρουν ομοιότητες και στοιχεία που θα μπορέσουν να κατευθύνουν τις έρευνες την επόμενη στιγμή από τη λήξη της επώδυνης ομηρίας του επιχειρηματία.
Η επιχείρηση Πλαστικά Κρήτης, ιδιοκτησίας της οικογένειας Λεμπιδάκη, είναι από τις μεγαλύτερες του είδους της στην Ευρώπη. Στη φωτογραφία το εργοστάσιο της Shanghai Hitec Plastics, κοινής εταιρείας μεταξύ της Πλαστικά Κρήτης και της κινεζικής κρατικής εταιρείας
Πρωταθλήτρια στις απαγωγές η Κρήτη
Την προσοχή των αστυνομικών δεν διέλαθε το γεγονός ότι στατιστικά στην Κρήτη έχουν συμβεί οι περισσότερες απαγωγές, κακοποιοί με καταγωγή από το νησί έχουν εμπλακεί με πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολύκροτες αντίστοιχες υποθέσεις, ενώ στο Ηράκλειο, επίσης, έγινε η δεύτερη στα χρονικά απαγωγή με τραγική κατάληξη για το θύμα: η πρώτη ήταν η απαγωγή του 17χρονου Γιάννη Τσατσάνη ή «Μαρσελίνο» και η δεύτερη του 50χρονου ιδιοκτήτη εργοστασίου χρωμάτων Γιάννη Κυπριωτάκη.
Η οικογένεια του 50χρονου είχε καταβάλει λύτρα 155.000 ευρώ τον Μάιο του 2009, αλλά οι δράστες, φοβούμενοι ότι τους είχε αναγνωρίσει, τον σκότωσαν. Μάλιστα οι τρεις απαγωγείς και δολοφόνοι που συνελήφθησαν λίγο καιρό αργότερα (ένας Ηρακλειώτης και δύο Σύροι) είχαν κάνει λίστα με οικονομικά εύρωστους Κρητικούς-υποψήφια μελλοντικά θύματα. Από πού αντλούσαν τις πληροφορίες τους; Από τον Τύπο (όπως είχε παραδεχτεί και ο Παλαιοκώστας για την απαγωγή του βιομηχάνου Γιώργου Μυλωνά), από κοσμικές εμφανίσεις και τον κοινωνικό περίγυρο. Τελευταία μάλιστα φαίνεται ότι οι κακοποιοί έχουν αποκτήσει και ένα ακόμη εργαλείο άντλησης πληροφοριών αλλά και στοιχείων που αφορούν την κοινωνική συμπεριφορά των υποψήφιων θυμάτων τους -μέρη που επισκέπτονται συχνά κ.λπ., που δεν είναι άλλο από τα social media. Ιδιαίτερα εκείνοι που δεν κλειδώνουν τα προφίλ τους και αφήνουν όλες τις πληροφορίες σε δημόσια θέα, πολλές φορές μάλιστα συνοδευόμενες από φωτογραφικά ντοκουμέντα, είναι πιο εκτεθειμένοι.
Στην περίπτωση του Μιχάλη Λεμπιδάκη, πάντως, η οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς του είναι γνωστή πέρα από την Κρήτη, ενώ ο επιχειρηματίας δεν έπαιρνε μέτρα για την προσωπική του ασφάλεια, θεωρώντας προφανώς ότι δεν κινδύνευε. Στην Κρήτη, επίσης, έχει γίνει και η μόνη απαγωγή στα ελληνικά χρονικά που δεν έχει εξιχνιαστεί, με θύμα τον ξενοδόχο Μιχάλη Μεταξά.
Ενα στοιχείο πάντως που η Αστυνομία υπολογίζει πολύ σοβαρά για την επόμενη στιγμή από τη λήξη της ομηρίας του 54χρονου επιχειρηματία – διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας Πλαστικά Κρήτης είναι ότι οι απαγωγείς που επέλεξαν να εκτελέσουν ένα τέτοιο σχέδιο στον περιορισμένο χώρο ενός νησιού έχουν κατανοήσει ότι πρόκειται για μια επιχείρηση υψηλού ρίσκου και για τους ίδιους. Για τον λόγο αυτό προετοιμάζεται για κάθε πιθανή πρόκληση που θα αντιμετωπίσει και για εκπλήξεις από την πλευρά των απαγωγέων. Μέχρι τώρα, πάντως, δεν έχουν εντοπιστεί λάθη από την πλευρά τους. Αν και οι αστυνομικοί θεωρούν δεδομένο ότι το θύμα κρατείται στην Κρήτη, δεν έχουν κανένα απολύτως στοιχείο για το μέρος.
Η Αστυνομία στην περίπτωση Λεμπιδάκη έχει καταφέρει να κρατήσει «στεγανά» και οι πληροφορίες να βγαίνουν με το σταγονόμετρο, ενώ γνώστες της υπόθεσης σε όλες τις λεπτομέρειές της είναι εξαιρετικά λίγοι άνθρωποι μέχρι τώρα. Αυτό θεωρείται κρίσιμο τόσο για την αίσια έκβαση της υπόθεσης όσο, κυρίως, και για τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν ακόμη και τους δράστες, αφού κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων μέχρι πού φτάνουν τα πλοκάμια της συμμορίας.
Το χρονικό
Ηταν νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης 30 Μαρτίου όταν ο 54χρονος Μιχάλης Λεμπιδάκης κατευθυνόταν με το αυτοκίνητό του, μόνος του, από το Ηράκλειο προς το σπίτι του, στον οικισμό των Καλεσσών, στους πρόποδες του Μυλοποτάμου, μερικά χιλιόμετρα έξω από την πόλη, όπου πολλοί Ηρακλειώτες διατηρούν «μετόχια». Πολύ κοντά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο οι δράστες είχαν στήσει ενέδρα στον επιχειρηματία: προκάλεσαν τροχαίο χρησιμοποιώντας δύο αυτοκίνητα, τα οποία είχαν κλέψει μήνες πριν, κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού της απαγωγής. Οταν ο 54χρονος κατέβηκε για να δει τι είχε συμβεί τον άρπαξαν, ενώ για να καλύψουν τα όποια ίχνη βιολογικού υλικού στα αυτοκίνητα που είχαν χρησιμοποιήσει τα πυρπόλησαν και διέφυγαν με άγνωστα μέσα. Αφησαν πίσω τους το πολυτελές αυτοκίνητο του Λεμπιδάκη – μάλιστα έριξαν στο κάθισμα και το κινητό του τηλέφωνο για να μη διακινδυνεύσουν να εντοπιστούν από το στίγμα του. Οι δράστες βοηθήθηκαν επιπλέον από το γεγονός ότι εκείνη τη μέρα έβρεξε, οπότε ακόμη κι αν υπήρχαν στοιχεία στο σημείο όπου έγινε η απαγωγή τα έσβησε η βροχή. Η απαγωγή έγινε αντιληπτή όταν κάτοικοι της περιοχής ειδοποίησαν την Αστυνομία για τα δύο αυτοκίνητα που καίγονταν. Τότε εντοπίστηκαν και το αυτοκίνητο του επιχειρηματία, το τηλέφωνό του και ειδοποιήθηκε η οικογένειά του.
Ο Μιχάλης Λεμπιδάκης, ο οποίος έχει σπουδάσει χημικός μηχανικός, είναι ο μεγαλύτερος γιος του Γιάννη Λεμπιδάκη, ιδρυτή των Πλαστικών Κρήτης και της Παγκρήτιας Τράπεζας. Τα Πλαστικά Κρήτης είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο εταιρεία, ενω έχει παραρτήματα και εργοστάσια στην Κίνα, καθώς και σε πολλές βαλκανικές χώρες.