Τη δυνατότητα στην Τράπεζα της Ελλάδος να λαμβάνει απευθείας ενημέρωση από τους ορκωτούς ελεγκτές ή την ελεγκτική εταιρεία μιας τράπεζας για τα ευρήματα των ελέγχων τους, δίνει διάταξη που περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών «Πλαίσιο χορήγησης μικροχρηματοδοτήσεων, ρυθμίσεις χρηματοπιστωτικού τομέα και άλλες διατάξεις» που κατατέθηκε στη Βουλή.
Του Θανάση Κουκάκη
Η σχετική διάταξη προβλέπει πως για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της εποπτείας που ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος οι ορκωτοί ελεγκτές − λογιστές και οι εταιρείες και κοινοπραξίες ορκωτών ελεγκτών − λογιστών που διενεργούν τον τακτικό έλεγχο των ετήσιων και ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων πιστωτικού ιδρύματος, μπορούν με πρωτοβουλία της ΤτΕ να λαμβάνουν μέρος σε συσκέψεις με εκπροσώπους της κεντρικής τράπεζας. Αν δε η Τράπεζα της Ελλάδος το κρίνει απαραίτητο, μπορεί να καλεί στις εν λόγω συσκέψεις και το εμπλεκόμενο πιστωτικό ίδρυμα.
Σύμφωνα με τη νομοθετική διάταξη, αντικείμενο των εν λόγω συσκέψεων μπορούν να αποτελούν μεταξύ άλλων:
– Διαπιστώσεις ή ευρήματα του ελέγχου που αξιολογήθηκαν ως ουσιώδη από τους ορκωτούς ελεγκτές−λογιστές και ετέθησαν υπόψη των αρμόδιων διοικητικών οργάνων ή αρμόδιων στελεχών του πιστωτικού ιδρύματος.
-Ζητήματα που αφορούν στην αποτελεσματικότητα και επάρκεια του Συστήματος Εσωτερικού Ελέγχου του πιστωτικού ιδρύματος σε σχέση με τη σύνταξη των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.
– Ευρήματα που προέκυψαν από τον έλεγχο ενοποιούμενων στις οικονομικές καταστάσεις του πιστωτικού ιδρύματος επιχειρήσεων που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό τις οικονομικές καταστάσεις του.
– Οποιοδήποτε άλλο θέμα κρίνεται ότι αφορά στην άσκηση του εποπτικού ή ελεγκτικού έργου.
Στην ίδια βάση, η ΤτΕ θα δύναται να απευθύνει πρόσκληση στους ορκωτούς ελεγκτές − λογιστές που διενεργούν τον τακτικό έλεγχο των ετήσιων και ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, προκειμένου να παραστούν σε συλλογικές συναντήσεις (συσκέψεις μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και δύο ή περισσότερων ορκωτών ελεγκτών των πιστωτικών ιδρυμάτων ή του συλλογικού τους οργάνου), για θέματα που αφορούν στην άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων και όποτε το κρίνει απαραίτητο.