Για κλάματα αλλά και για γέλια ταυτόχρονα είναι όσα ανακαλύπτουν διαρκώς οι οικονομικοί εισαγγελείς οι οποίοι ασχολούνται με… καταθέσεις των οποίων το ύψος δεν δείχνει να… συνάδει και τόσο με τις ιδιότητες των κατόχων τους. Πχ. είναι εξαιρετικά δύσκολο μια νοικοκυρά να έχει καταφέρει να μαζέψει 23 εκατ. ευρώ, όσο… οικονόμα και αν είναι όπως επίσης και μια «άστεγη» και «ανεπάγγελτη» να έχει στον τραπεζικό της λογαριασμό 97 εκατ. ευρώ !!!
Ενδεικτικές είναι οι παρακάτω περιπτώσεις:
– Γυναίκα δήλωνε άστεγη και ανεπάγγελτη και είχε 97 εκατ. ευρώ. Για τρία συνεχόμενα έτη δήλωνε 15 εκατ. ευρώ και κανένας δεν την έλεγξε.
– Έμπορος δήλωσε από το 1996 ως το 2015 2,5 εκατ. ευρώ. Είχε αδήλωτες καταθέσεις ύψους 36 εκατ. ευρώ.
– Νοικοκυρά δήλωσε στην εφορία 7 εκατ. ευρώ και βρήκαν στους λογαριασμούς της 23 εκατ. ευρώ.
– Εμπορος δήλωσε 1,4 εκατ. ευρώ, ενώ διέθετε 34 εκατ. ευρώ.
– Συνταξιούχος από το Ωραιόκαστρο δήλωσε την περίοδο 1996-2007 4 εκατ. ευρώ, αλλά είχε 12,1 εκατ. ευρώ.
– Γνωστή οικογένεια (πατέρας, μητέρα, δύο κόρες) δήλωναν συνολικά 5 εκατ. ευρώ στην εφορία και βρέθηκαν σε κοινό λογαριασμό τους 60 εκατ. ευρώ.
– Ανεπάγγελτος δήλωνε 10 εκατ. ευρώ από το 2007. Βρήκαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς 40 εκατ. ευρώ.
– Φαρμακοποιός από την Αθήνα δήλωνε 1 εκατ. ευρώ και βρέθηκαν σε τραπεζικό λογαριασμό του 10 εκατ. ευρώ.
– Νοικοκυρά δήλωνε εισόδημα 35.000 ευρώ, αλλά στην τράπεζα είχε καταθέσεις ύψους 7 εκατ. ευρώ.
– Δύο αδέλφια, ιδιωτικοί υπάλληλοι, δήλωναν 10 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που ο κοινός λογαριασμός τους είχε 18 εκατ. ευρώ.
– Κυρία με ασυνήθιστο επάγγελμα προσπαθεί να δικαιολογήσει 18 εκατ. ευρώ που βρέθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς της.
Οι αποκαλύψεις αυτές, σύμφωνα με το «ΒΗΜΑ», και οι εντατικοί έλεγχοι φέρνουν βροχή κατασχέσεων σε περιουσιακά στοιχεία όπως τραπεζικούς λογαριασμούς, θυρίδες, ακίνητα.
Η τελευταία δήμευση περιουσιακών στοιχείων έγινε μόλις προχθές. Πρόκειται για γνωστό επιχειρηματία που κλήθηκε να δικαιολογήσει ένα ποσό αρκετών εκατομμυρίων που βρέθηκε στον τραπεζικό λογαριασμό του. Η πρώτη ανάλογη απόφαση είχε εκδοθεί στις 9 Ιανουαρίου του 2015.