Δεν συνείσφερε βοήθεια στους ναυαγούς, ούτε ενημέρωσε το Λιμενικό ενώ προέβη σε «προπαρασκευαστικές ενέργειες διευκόλυνσης της διαφυγής του». Βάσει αυτών το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά απεφάνθη χθες κατά πλειοψηφία ότι ο 77χρονος χειριστής του ταχυπλόου της Αίγινας πρέπει να προφυλακιστεί.
Όπως αποκαλύπτει η Καθημερινή, η προφυλάκισή του αποφασίστηκε για μια σειρά λόγων που δείχνουν το πόσο ο 77χρονος χειριστής δεν ενδιαφέρθηκε για τους ναυαγούς αλλά μόνο για το πως θα φύγει. Παράλληλα, τονίζεται το γεγονός ότι παραδόθηκε όταν άρχισε να σφίγγει ο κλοιός γύρω του.
Επίσης στο βούλευμα σύμφωνα με την καθημερινή αναφέρεται ότι: «Οι ισχυρισμοί του ότι ο ίδιος έκανε σήματα σε παραπλέοντα σκάφη, φώναζε, πατούσε το κλάξον και κουνούσε ένα κοντάρι στο χέρι του κάνοντας σινιάλο ουδόλως επιβεβαιώνονται από τις μαρτυρικές καταθέσεις».
Σε μία από αυτές τις καταθέσεις, διασωθείς του ναυαγίου δηλώνει: «Ακουγα έναν από τους ναυαγούς να φωνάζει προς το σκάφος: “Πέτα ένα σωσίβιο, ρε!” Αυτός μας αγνόησε πλήρως».
Ο 77χρονος χειριστής του ταχυπλόου «Duende» όφειλε, «κατά τον νόμο και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής», να ενημερώσει τις λιμενικές αρχές αναφερει το βούλευμα.
Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, ο κατηγορούμενος κάλεσε αρχικά τον φίλο του και συντηρητή του ταχυπλόου Π.Ι. Γνωρίζονται από τα μέσα του 1980, όταν ο κ. Λυκουρέζος άρχισε να επισκέπτεται συστηματικά την Αίγινα. «Ηταν πάντα λάτρης των σκαφών και της θάλασσας», έχει δηλώσει ο Π.Ι., σύμφωνα με τη δικογραφία.
Αυτός μαζί με τον δύτη Μ.Α. έφθασαν στον τόπο της σύγκρουσης και αφού βοήθησαν στην περισυλλογή ναυαγών προσπάθησαν να συνδράμουν τον κ. Λυκουρέζο. Στο ταχύπλοο υπήρχε εισροή υδάτων και το σκάφος είχε παρασυρθεί τουλάχιστον 100 μέτρα νοτιότερα. Αρχικά, ο Μ.Α. μετέφερε με το φουσκωτό «Συμεών» στην Πέρδικα τους άλλους τρεις επιβάτες του ταχυπλόου, ενώ ο κ. Λυκουρέζος είχε παραμείνει σε αυτό. Ακολούθησε η ρυμούλκηση του σκάφους.
Στο μεταξύ, ο 77χρονος φέρεται να κάλεσε τον Ν.Λ., φίλο του και πρώην πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου Αίγινας και δημοτικό σύμβουλο του νησιού, ο οποίος ήταν πλοίαρχος της θαλαμηγού «Duende II».
Σύμφωνα με στοιχεία της δικογραφίας, κατά τη στιγμή της σύγκρουσης η 18 μέτρων, με σημαία Παναμά, θαλαμηγός βρισκόταν στη θέση Απόνησο Αγκιστρίου, 5-6 ναυτικά μίλια από τη θέση του ταχυπλόου. Σε δική του κατάθεση, πάντως, ο Π.Ι. αναφέρει ότι εκείνος κάλεσε τον Ν.Λ. μεταφέροντας την παράκληση του κ. Λυκουρέζου να τον παραλάβει και να τον αποβιβάσει στο λιμάνι της Αίγινας. Λίγα λεπτά αργότερα ένα μικρό φουσκωτό 3,5 μέτρων, το οποίο οδηγούσε 52χρονος εργαζόμενος στη θαλαμηγό παρέλαβε τον κ. Λυκουρέζο. Τελικά τον άφησε στο λιμάνι του Φάρου (1,5 χλμ. από την Αίγινα), καθώς παραπονέθηκε για πόνους στη μέση.
«Θα ανέμενε κανείς να ειδοποιήσει πρώτα το Λιμενικό και να μεταβεί ο ίδιος στο πλησιέστερο λιμάνι της Πέρδικας, αφού ήδη είχε υπάρξει μέριμνα για τη ρυμούλκηση του σκάφους, μαζί με τους λοιπούς τρεις συνεπιβαίνοντες και όχι να καταλήξει ύστερα από τηλεφωνικές συνεννοήσεις με φίλους του σε άλλο μέρος όπου αναμένει να τον παραλάβει αυτοκίνητο», αναφέρεται στο βούλευμα.
Κατά πλειοψηφία, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών έκρινε ότι αυτές ήταν «προπαρασκευαστικές κινήσεις διαφυγής», οι οποίες «δεν τελεσφόρησαν». Ακολούθως, σύμφωνα με το βούλευμα, ο 77χρονος προσήλθε αυτοβούλως στις λιμενικές αρχές σχεδόν δυόμισι ώρες μετά το δυστύχημα «ενόψει του ότι ο κλοιός γύρω του πράγματι είχε στενεύσει, οι Αρχές τον αναζητούσαν και ήταν άλλωστε γνωστό πρόσωπο στην τοπική κοινωνία».
Ακόμη το Συμβούλιο έκρινε ότι τα προβλήματα υγείας του κ. Λυκουρέζου δεν είναι αρκετά για τη μη προφυλάκισή του, καθώς δεν τον είχαν εμποδίσει να αναλάβει τη διακυβέρνηση ταχύπλοου σκάφους. Κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου μειοψήφησε ένας δικαστής που έκρινε ότι ο 77χρονος δεν είχε προσπαθήσει να διαφύγει ούτε είναι ύποπτος φυγής.
Στη δικογραφία δεν περιλαμβάνεται κατάθεση του πλοιάρχου του «Duende II» στο Λιμενικό ούτε της 65χρονης Θ.Κ., μιας εκ των τριών επιβατών του ταχυπλόου.
Κούγιας: Αυτονόητη η απόφαση για ένα τέτοιο έγκλημα
Η δήλωση του Αλέξη Κούγια έχει ως εξής:
Η απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά ήταν αυτονόητη για ένα τέτοιο έγκλημα με τόσο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το δικηγορικό μας γραφείο εκτελώντας την εντολή των συγγενών των θυμάτων και των ίδιων των θυμάτων που έχουν επιβιώσει, θα πράξει επίσης το αυτονόητο, δηλαδή να συνεργαστεί με την κα Ανακριτή, ώστε να αναδειχθούν τα γεγονότα όπως αληθινά συνέβησαν, και να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη όλοι όσοι διέπραξαν παράνομες πράξεις, είτε κατά την διάρκεια του εγκλήματος, είτε μετά από αυτό.
Με πληροφορίες από: kathimerini.gr